Μια μεγάλη γιορτή της Ορθοδοξίας είναι η σημερινή (27/4), καθώς την τιμητική του έχει ο Απόστολος Θωμάς, σε μια κινητή γιορτή που πάντοτε τοποθετείται ακριβώς μία εβδομάδα μετά την Κυριακή του Πάσχα για τον… άπιστο μαθητή του Ιησού Χριστού.
Ο Θωμάς ήταν ένας από τους 12 μαθητές του Χριστού. Το όνομά του προέρχεται από την εβραϊκή λέξη «thaom», που σημαίνει δίδυμος. (Ιωάννης, ια’ 16).
Ο Θωμάς ήταν Ιουδαίος από τη Γαλιλαία και ασκούσε το επάγγελμα του ψαρά. Εγκατέλειψε το επάγγελμά του και ακολούθησε το Χριστό, όταν εκείνος του το ζήτησε. Ήταν ζωηρός, παρορμητικός, γενναίος, αλλά και δύσπιστος. Η αγάπη του μέχρις αυτοθυσίας προς τον Χριστό καταφαίνεται, όταν παρακινεί τους άλλους μαθητές του: «Άγωμεν και ημείς ίνα αποθάνωμεν μετ’ αυτού» (Ιωάν. ια’16).
Κατά την εμφάνιση του Χριστού στους αποστόλους μετά την Ανάστασή Του, ο Θωμάς απουσίαζε και έθεσε ως όρο για να αποδεχθεί τα λεγόμενά τους να αποκτήσει προσωπική εμπειρία του γεγονότος, δηλαδή να δει στα χέρια του Χριστού «τον τύπον των ήλων» (τα σημάδια των καρφιών) και να βάλει «τη χείρα εις την πλευράν αυτού» (Ιωάννης, κ’ 25). Όταν η επιθυμία του πραγματοποιήθηκε μετά από οκτώ ημέρες, ο Θωμάς αναφώνησε: «Ο Κύριος μου και Θεός μου!». (Ιωάννης, κ’ 26-29).
Σύμφωνα με την παράδοση, μετά την επιφοίτηση του Αγίου Πνεύματος και την προτροπή του Χριστού «Πορευθέντες μαθητεύσατε πάντα τα έθνη» (Ματθαίος, κη’ 19), ο Θωμάς κήρυξε το ευαγγέλιο μέχρι την Ινδία, όπου σύμφωνα με τα απόκρυφα έργα («Πράξεις και Μαρτύρια του Θωμά»), υπέστη φρικτά βασανιστήρια και μαρτύρησε στην πόλη Μίλαπορ το 72. Τμήμα των λειψάνων του βρίσκονται στο ναό του Αγίου Θωμά στη πόλη Ορτόνα της Ιταλίας.
Στον Θωμά αποδίδεται κι ένα απόκρυφο Ευαγγέλιο («Ευαγγέλιον του Θωμά»), που περιλαμβάνει γεγονότα της παιδικής ηλικίας του Ιησού. Δεν αναγνωρίζεται, όμως, από την Εκκλησία, επειδή θεωρείται έργο αιρετικών.
Η φράση «άπιστος Θωμάς» χρησιμοποιείται μεταφορικά στον καθημερινό λόγο για κάποιον, που είναι δύσπιστος. Προέρχεται από τα λόγια του Ιησού προς τον Θωμά: «μη γίνου άπιστος αλλά πιστός» (Ιωάννης, κ’ 27).
Η ζωή, το έργο του Θωμά και το μαρτυρικό του τέλος
Μετά την Ανάσταση του Χριστού, ο Απόστολος Θωμάς ήταν εκείνος που ανέλαβε να διαδώσει το λόγο του Κυρίου στα βάθη της Ασίας, φτάνοντας έως την Περσία και την Ινδία.
Παρουσιάστηκε ως ικανός χτίστης, ανταποκρινόμενος στην αναζήτηση ενός αρχιτέκτονα από τον Ινδό Αμβανή, απεσταλμένο του βασιλιά Γουνδιαφόρου, για την κατασκευή ενός μεγαλοπρεπούς παλατιού. Έτσι, ο Θωμάς ξεκίνησε το ταξίδι του προς την Ινδία, εκμεταλλευόμενος κάθε ευκαιρία για να κηρύξει τον λόγο του Χριστού και να προσελκύσει νέους πιστούς στις περιοχές από όπου περνούσε.
Φτάνοντας στην Ινδία, ο Θωμάς παρουσιάστηκε στον βασιλιά Γουνδιαφόρο, ο οποίος τον ρώτησε αν μπορούσε να αναλάβει τη δημιουργία του παλατιού. Εκείνος συμφώνησε με ενθουσιασμό, και ο βασιλιάς του παραχώρησε πλήρη ελευθερία να εκπονήσει το έργο, με χρονικό περιθώριο τριών ετών. Παράλληλα, έδωσε εντολή να του παρέχουν όλο το χρυσάφι που χρειαζόταν για την κατασκευή, ενώ ο ίδιος θα απουσίαζε από τη χώρα.
Ωστόσο, ο Θωμάς δεν ξεκίνησε ποτέ την κατασκευή του παλατιού. Αντίθετα, δώρισε όλα τα χρήματα στους φτωχούς της Ινδίας και συνέχισε το ιεραποστολικό έργο του, βαπτίζοντας εκατοντάδες ανθρώπους Χριστιανούς. Ο ανυποψίαστος βασιλιάς, που ανυπομονούσε να δει το υπέρλαμπρο παλάτι του, εξοργίστηκε όταν έμαθε ότι κανένα παλάτι δεν είχε ανεγερθεί. Έτσι, διέταξε τη φυλάκιση του Θωμά, ο οποίος, παρά τις κατηγορίες, επέμενε ότι είχε χτίσει ένα «ουράνιο παλάτι» για τον βασιλιά μέσω των φιλανθρωπιών που πραγματοποίησε.
Ο ειδωλολάτρης βασιλιάς δεν μπορούσε να κατανοήσει τα λόγια του Αποστόλου, μέχρι που, όπως αναφέρει η παράδοση, επισκέφθηκε το πνεύμα του νεκρού αδερφού του. Το πνεύμα επιβεβαίωσε την ύπαρξη του ουράνιου παλατιού, πείθοντας τον βασιλιά να απελευθερώσει τον Θωμά και να βαπτιστεί Χριστιανός, μαζί με τους άρχοντές του. Οι πράξεις τους ενέπνευσαν πολλούς να ακολουθήσουν το παράδειγμά τους και να ασπαστούν τη χριστιανική πίστη.
Ο Θωμάς συνέχισε το έργο του σε άλλες πόλεις της Ινδίας, όπου συνάντησε αντίσταση από ειδωλολάτρες. Παρά τις δυσκολίες, κατάφερε να τους προσηλυτίσει στη χριστιανική πίστη. Μεταξύ αυτών που βαπτίστηκαν ήταν η Μιγδονία, σύζυγος του βασιλιά Μισδίου, και η Τερτιανή, γυναίκα του άρχοντα Χαρασίου. Οι δύο γυναίκες αποφάσισαν να ζήσουν ασκητική ζωή, γεγονός που εξόργισε τους συζύγους τους. Ο Θωμάς συνελήφθη ξανά, κατηγορούμενος ότι προέτρεπε τις γυναίκες να απομακρυνθούν από τους άντρες τους.
Μέσα στη φυλακή, ο Θωμάς παρέμεινε ακλόνητος. Βαπτίσε τον γιο και την κόρη του βασιλιά Μισδίου, Ουαζάνη και Τέρτια, και ενίσχυσε την πίστη των πιστών που τον επισκέπτονταν. Ωστόσο, ο βασιλιάς, για να αποφύγει την οργή των νεοφώτιστων Χριστιανών, διέταξε τη μεταφορά του Θωμά μακριά από την πόλη και την εκτέλεσή του. Ο Απόστολος βρήκε μαρτυρικό θάνατο στην πόλη Μαλιαπούρ (Άγιος Θωμάς), στη χερσόνησο της Ινδίας, το έτος 72 μ.Χ., όταν τέσσερις λόγχες διαπέρασαν το σώμα του.