Το απόλυτο εφιάλτη έζησε μια 17χρονη κοπέλα η οποία απήχθη στο Χαϊδάρι. Η 17χρονη Αμάντα, είχε εξαφανιστεί στις 3 Ιουνίου του 2021 και σύμφωνα με όσα έγιναν γνωστά, πίσω από την εξαφάνισή της, κρυβόταν κύκλωμα σωματεμπορίας. Μάλιστα οι Αρχές προχώρησαν στη σύλληψη ενός άνδρα, που φέρεται να κρατούσε παράνομα τη 17χρονη.
Ακόμα και οι έμπειροι αστυνομικοί της Υποδιεύθυνσης Αντιμετώπισης Οργανωμένου Εγκλήματος «λύγισαν» με την κατάθεση της 17χρονης Αμάντας, την οποία είχε απαγάγει και εξέδιδε 57χρονος Αλβανός.
Η 17χρονη περιέγραψε αναλυτικά στους αστυνομικούς όλη τη ζωή της: από τα δύσκολα παιδικά της χρόνια στη Ρουμανία, μέχρι τον «εγκλεισμό» της σε σπίτι σωματέμπορου στην περιοχή της Ραφήνας.
Ο 57χρονος, αλβανικής καταγωγής, που συνελήφθη από την ΕΛ.ΑΣ. την εξέδιδε μέσω «ροζ» αγγελιών στο διαδίκτυο. Οι αστυνομικοί προσποιήθηκαν τους πελάτες, έκλεισαν ραντεβού σε ξενοδοχείο της Αγίας Παρασκευής, όπου βρήκαν και απελευθέρωσαν την 17χρονη Αμάντα.
Την κακοποιούσε ο πατριός και ο αδερφός της
Στην κατάθεσή της η ανήλικη ανέφερε πως ο πατριός της κακοποιούσε τόσο την ίδια όσο και τη μητέρα της.
Όταν εγκαταστάθηκε στην Αθήνα, άρχισε να την κακοποιεί ο αδερφός της, ενώ η μητέρα της φαίνεται ότι δεν έκανε κάτι για να τη βοηθήσει. Έτσι, κατέληξε να ζει σε ιδρύματα, από όπου συχνά εξαφανιζόταν και περιφερόταν στους δρόμους του κέντρου των Αθηνών.
«Γεννήθηκα σε μια πόλη της Ρουμανίας όπου μεγάλωσα μέχρι τα τέσσερα περίπου χρόνια μου. Έχω ακόμη πέντε αδέρφια, δυο μεγαλύτερα από μένα και τρία μικρότερα ετεροθαλή, από διαφορετικό πατέρα. Τον πατέρα μου δεν τον γνώρισα ποτέ και τα πρώτα χρόνια στη Ρουμανία εγώ και τα δυο μεγαλύτερα μου αδέρφια μεγαλώσαμε με τη γιαγιά της μαμάς μου καθώς η μητέρα μου είδε φύγει για την Ελλάδα προκειμένου να βρει δουλειά», είπε η Αμάντα στους αστυνομικούς σχετικά με το παρελθόν της.
«Όταν επέστρεψε η μητέρα μου από την Ελλάδα μας πήρε μαζί της και μέναμε όλοι μαζί στον Πειραιά. Επίσης η μαμά μου είχε βρει και έναν άλλο σύντροφο με τον οποία απέκτησε τα υπόλοιπα τρία αδέρφια μου και μεγαλώσαμε όλοι μαζί με τη μαμά του πατριού μου. Υπήρχαν πάντοτε προβλήματα στη σχέση μας, καθώς ο μεγάλος μου αδερφός με βiαζε μέχρι τα δώδεκα μου χρόνια, ενώ ο πατριός μου με παρενοχλούσε σεξουαλικά και με χτυπούσε».
Πώς την εκμεταλλεύτηκε ο σωματέμπορος
Μέχρι που ο 57χρονος σωματέμπορος την προσέγγισε στις αρχές του Ιουνίου στην περιοχή της Ομόνοιας και προσπάθησε να προσποιηθεί την «πατρική φιγούρα» που της έλειπε.
Στην πραγματικότητα βέβαια, ο άρρωστος αυτός άνθρωπος προσέγγισε εpωτικά την 17χρονη και ανέπτυξαν σχέση. Παρόλο που δήλωνε ζηλιάρης, ο 57χρονος δεν δίσταζε να εκδίδει την κοπέλα και να την απειλεί σε περίπτωση που τον προδώσει.
Αρχικά της παρείχε σπίτι στη Ραφήνα και τεχνηέντως δημιούργησε ενοχές στην ανήλικη, λέγοντας ότι εκείνος της προσφέρει σπίτι ενώ εκείνη δεν ανταποδίδει με κάποιο τρόπο.
Κάποια στιγμή φέρεται να της είπε: «Αμάντα με κάποιο τρόπο πρέπει και εσύ να φέρνεις χρήματα στο σπίτι». Έτσι, ο 57χρονος φωτογράφισε την Αμάντα και μάλιστα έφτασε στο σημείο να πλαστογραφήσει ταυτότητα με διαφορετικά στοιχεία, στην οποία εμφανιζόταν ως 22χρονη.
«Πληρώθηκα 210 ευρώ. Μόλις βγήκα από το ραντεβού ένιωθα πολύ άσχημα, ενώ αμέσως έδωσα όλα τα χρήματα στον…. Είχαμε αποφασίσει από πριν ότι όλα τα χρήματα που θα βγάζω θα τα δίνω στον… να τα διαχειρίζεται και ότι ήθελα θα μου το έπαιρνε αυτός».
«Με χτυπούσε, με απειλούσε, με εξέδιδε και μου έπαιρνε όλα τα χρήματα»
«Ήταν αρκετά ζηλιάρης. Αρκετές φορές τσακωνόμασταν τόσο γιατί νόμιζε ότι τον κεράτωνα όσο και γιατί εγώ δεν ήθελα να δουλέψω σαν εκδιδόμενη. Στην αρχή όταν ξεκινήσαμε να μενουμε μαζί είχα επικοινωνία και επαφή με δυο φίλες μου.
Εκείνος όμως ήταν αρκετά ζηλιάρης και μου έλεγε πως πρέπει να σταματήσω να τις βλέπω. Όταν τσακωνόμασταν σήκωνε το χέρι του και με χτυπούσε κυρίως στο πρόσωπο αλλά και τα πόδια. Ήταν ιδιαίτερα νευρικός ενώ κάποιες φορές έπινε αλκοόλ και ναρκωτικά. Με τον καιρό επειδή δεν άντεχα τους καυγάδες δεν έβγαινα μόνη μου με τα κορίτσια και πήγαινα παντού μαζί του», είπε στους αστυνομικούς.
Και συνέχισε: «Επίσης μου έλεγε ότι αν τον παρατήσω και τον καρφώσω στην Αστυνομία είτε αυτός είτε οι φίλοι του θα με βρουν και δεν θα μπορώ να κρυφτώ πουθενά. Φοβόμουν γιατί έχω δει τους φίλους του ήταν όλοι Αλβανοί και φυλακόβιοι, όποτε ήμουν σχεδόν σίγουρη ότι αυτές οι απειλές θα τις κάνει πράξη και δεν θα μπορώ να κρυφτώ πουθενά. Επίσης με είχε απειλήσει με όπλο που είχε μέσα στο σπίτι.
Όταν δεν άντεχα το ξύλο τις πιέσεις τις απειλές είπα στις φίλες μου με τις οποίες είχα ξεκινήσει να μιλάω λίγο ότι θα τον αφήσω και δεν αντέχω άλλο. Ντρεπόμουν να τους πω για τη δουλειά που με είχε βάλει να κάνω και δεν ήθελα να το συζητάει ούτε με τους φίλους του».
Όσον αφορά τον τρόπο που λειτουργούσε το «γραφείο», η Αμαντα είπε στους αστυνομικούς τα εξής:
«Τη Δευτέρα το μεσημέρι με κάλεσε η τηλεφωνήτρια του γραφείου και μου είπε ότι έκλεισε το πρώτο ραντεβού μου σε ξενοδοχείο στο Παγκράτι. Ο άνδρας που θα ερχόταν στο ραντεβού ήταν ηλικιωμένος και καλός πελάτης του γραφείου οπότε θα έπρεπε να είμαι ιδιαίτερα προσεκτική μαζί του, στη συνέχεια μου ζήτησε το τηλέφωνο του … [του 57χρονου που την εξέδιδε] για να μιλήσουν μέσω Viber για τα διαδικαστικά. Πιο συγκεκριμένα του είπε ότι θα έπρεπε να της στέλνει μήνυμα όταν μπαίνω και όταν βγαίνω από το ραντεβού, οι συνομιλίες θα γίνονται μέσω viber και κάθε δυο μέρες κατόπιν συνεννόησης θα συναντιόμαστε με τον … και θα του δίνουμε τα λεφτά που αντιστοιχούν στο γραφείο ανάλογα με τα ραντεβού που έχω κάνει.»
Στο διαδίκτυο η αγγελία που ανήρτησε σε «ροζ» ιστοσελίδα έκανε λόγο για «22χρονη Εύα».
Στους αστυνομικούς η 17χρονη Αμάντα είπε ότι πήγαινε στα ραντεβού που της έκλεινε ο 57χρονος γιατί ήθελε με κάποιο τρόπο να προσφέρει και εκείνη κάτι σε εκείνον.
Την ιστοσελίδα στην οποία αναρτήθηκε η αγγελία με την Αμάντα τη διαχειρίζεται Έλληνας, ο οποίος αναζητείται από την ΕΛ.ΑΣ, μαζί με την τηλεφωνήτρια.
Η Αμάντα βρέθηκε τελικά όταν κάποια στιγμή κάποιος αναγνώρισε την κοπέλα από την αγγελία (καθώς είχε εκδοθεί ανακοίνωση για την εξαφάνισή της από το Χαμόγελο του Παιδιού) και ειδοποίησε τις Αρχές.
Σύμφωνα με πληροφορίες, οι αστυνομικοί που προσποιήθηκαν τους πελάτες και έκλεισαν το ραντεβού με την Αμάντα είχαν συμφωνήσει να δώσουν 140 ευρώ για μία ώρα.