‘Ένα από τα πολλά εγκλήματα που συγκλόνισαν την Ελλάδα ήταν όταν ένας «ήσυχος» όπως τον χαρακτήρισαν πολλοί ταξιτζής ο Δημήτρης Βακρινός σκότωσε 5 άτομα για ασήμαντους λόγους και έκανε 7 απόπειρες δολοφονίας το 1995-97.
Ποιός ήταν ο Δημήτρης Βακρινός;
Ο Δημήτρης Βακρινός γεννήθηκε το 1963 στο Πυρρή της Γορτυνίας, ήταν το δεύτερο από τα 4 παιδιά μιας φτωχής οικογένειας. ήταν ένα αντικοινωνικό παιδί όπου στο σχολείο δυσκολευόταν πάρα πολύ, αυτό ήταν και κάτι που τον έκανε να παρατήσει το σχολείο και να ασχοληθεί με τα ζώα της οικογένειας. Σε ηλικία 13 ετών έφυγε από το χωριό εξαιτίας του πατέρα του που τον χτυπούσε όταν ερχόταν μεθυσμένος.
Αρχικά πήγε στην Αθήνα και δούλεψε σε μια ταβέρνα στη Χασιά, η οποία άνηκε σε συγγενείς της μητέρας του και στη συνέχεια, με τη βοήθεια μίας κοινωνικού λειτουργού, θα μπει σε ένα ίδρυμα στην Ελευσίνα. Εκεί έμεινε για δυο χρόνια. Κατά το διάστημα της παραμονής του εκεί, μαθήτευσε ως ηλεκτροσυγκολλητής στα ναυπηγεία του Σκαραμαγκά. Πήρε την ειδικότητα του και εργάστηκε στην επιχείρηση έως και το 1992, ασκώντας παράλληλα και το επάγγελμα του ταξιτζή.
Το 1990 γνώρισε την πρώτη του γυναίκα, τη Λίτσα Γερασίμου. Παντρεύτηκαν και έμειναν μαζί μόνο για 14 μήνες.
«Δεν τα βρίσκαμε», είχε πει η πρώτη του σύζυγος. «Ήταν μια ζωή χωρίς τίποτε ιδιαίτερο. Όλες τις ημέρες ήμασταν κλεισμένοι στο σπίτι. Φίλους δεν είχε, ούτε ήθελε να πηγαίναμε πουθενά.
Στον γάμο μας δεν έφερε τον πατέρα του. Έλεγε πώς ήταν μέθυσος και δεν τον συμπαθούσε. Μόνο τη μητέρα του έφερε κι αυτή ακόμη δεν την άφησε να μπει στην εκκλησία. Ένα μήνα μετά τον γάμο μας έφυγε ξαφνικά από το σπίτι μας, χωρίς να πει οτιδήποτε. Μετά όμως ξαναγύρισε».
Οι δυο τους χώρισαν καθώς ο ίδιος δεν ήθελε να κάνουν παιδιά. «Φέρνουν προβλήματα», της είχε πει. Αλλά και για έναν ακόμη λόγο.
Το 1992 ο Βακρινός σταμάτησε να εργάζεται στα Ναυπηγεία Σκαραμαγκά. «Πρέπει να πήρε πάνω από ένα εκατομμύριο αποζημίωση», θα πει η πρώην σύζυγός του. «Εγώ δεν είδα δραχμή από αυτά τα λεφτά. Αντίθετα, μου είπε ότι ήταν σειρά μου να δουλέψω και αυτός να ξεκουραστεί, δηλαδή να τον ταΐζω. Έτσι άρχισαν οι καβγάδες….».
Ο Βακρινός γυρίζει τα βράδια και η Γερασίμου μην αντέχοντας άλλο, θα τον διώξει απ’ το σπίτι τους στο Κερατσίνι. Τότε θα κάνει και την πρώτη του καταγεγραμμένη εγκληματική ενέργεια.
Τα εγκλήματά του Δημήτρη Βακρινού
Στις 21 Δεκεμβρίου του 1995, σκότωσε εν ψυχρώ τους Κώστα και Αντώνη Σπυρόπουλο, καθώς ένιωσε πως αδικήθηκε οικονομικά. Ο Βακρινός τους πούλησε ένα αυτοκίνητο για 600.000 δραχμές έναντι 700 χιλιάδων που ήταν η αρχική συμφωνία, οπότε πήγε να το πάρει πίσω με κλειδί που είχε κρατήσει. Όμως τον άκουσαν τα αδέρφια και άρχισαν να τον καταδιώκουν με άλλο αυτοκίνητο.
Όταν ο Βακρινός ξέμεινε από βενζίνη σταμάτησε σε ένα βενζινάδικο αλλά οι Σπυρόπουλοι τον ακολούθησαν.
Όμως, ο Βακρινός είχε πάνω του όπλα. Δεν δίστασε να ξεκινήσει τους πυροβολισμούς, ενώ όταν άδειασε το πρώτο όπλο, πήγε στο αμάξι και πήρε άλλο πυροβολώντας και πάλι αδέρφια.
Ο Βακρινός, πέρα από στυγνός και αιμοσταγής δολοφόνος, έκλεβε αυτοκίνητα και μηχανές, ενώ δούλευε ως ταξιτζής. Μία από τις κλοπές του ήταν αυτή που οδήγησε στη σύλληψή του, καθώς τον είχε δει μια γυναίκα να φεύγει με το ταξί.
Το 1993 και ενώ βρίσκεται σε πιάτσα ταξί στην Ελευσίνα περιμένοντας πελάτη, ο συνάδελφός του Θεόδωρος Ανδρεάδης, θα παραβιάσει τη σειρά και θα του κλέψει τον πελάτη, λέγοντάς του ότι «είσαι ταξιτζής της Αθήνας, να πας εκεί». Αυτό θα είναι και το επόμενο θύμα του.
Ο ίδιος περιέγραψε κατά την αναπαράσταση του εγκλήματος:
«Τον σκότωσα γιατί δημιούργησε κάποιο πρόβλημα στην Ελευσίνα. Στην πιάτσα. Ήμουν πρώτος, περίμενα 20 λεπτά. Ήρθε μετά αυτός και πήρε με τσαμπουκά την κούρσα. Δεν ήταν αυτό το πρόβλημα ακριβώς. Εγώ τότε έκανα την κίνηση και του πήρα τον αριθμό. Αυτός τότε βγήκε έξω με θυμό και με έβρισε και έκανε μία κίνηση για να με χτυπήσει. Τον εμπόδισε ένας συνάδελφος. Αυτό που έκανε με ενόχλησε πολύ. Καλύτερα να με σκότωνε, παρά η κίνηση που έκανε. Δεν ήταν οι 100 ή 500 δραχμές. Ήταν η κίνηση που έκανε».
Το τέλος του serial killer…
Τον Μάιο του 1996 ο Βακρινός σκότωσε τον Σεραφείμ Αγιαννίδη, γιατί, όπως είχε πει στην αστυνομία του είχε χαλάσει ένα προξενιό με μια κοπέλα που ήταν ερωτευμένος και για αυτό έπρεπε να πεθάνει. Ο Βακρινός πήγε στο σπίτι του Αγιαννίδη φορώντας κουκούλα, χτύπησε το κουδούνι, ωστόσο η μητέρα του θύματος τον είδε από το ματάκι και ειδοποίησε την αστυνομία. Ο Βακρινός κρύφτηκε και περίμενε, μέχρι που εμφανίστηκε ο Αγιαννίδης και τον σκότωσε. Δεν δίστασε μάλιστα, όταν έφτασαν οι αστυνομικοί που είχαν ειδοποιηθεί από τη μητέρα του θύματος, να πυροβολήσει και αυτούς, αλλά και τον πατέρα του Αγιαννίδη.
Ο πατέρας της κοπέλας που υποτίθεται τον απέρριψε, Λάμπρος Φίλιππας είχε δηλώσει ότι η κόρη του η Αποστολία είχε πλήρη άγνοια για τις προθέσεις του. «Μ’ αυτόν τον άνθρωπο έλεγα μόνο μια καλημέρα. Τίποτα παραπάνω. Η κόρη μου τον έβλεπε κάποιες φορές όταν ερχόταν απέναντι από το σπίτι μας, για να πάρει το ταξί από τον ιδιοκτήτη και να πιάσει δουλειά. Ξαφνικά, πριν από λίγο καιρό, μια γειτόνισσα ήρθε και μας είπε ότι ο Βακρινός θέλει να παντρευτεί τη Λίτσα. Φυσικά εμείς αρνηθήκαμε. Ίσως γι’ αυτό να τη μίσησε και ήθελε να τη σκοτώσει. Ευτυχώς που τον συνέλαβε η αστυνομία, γιατί μπορεί η κόρη μου να ήταν νεκρή αυτήν τη στιγμή που μιλάμε.
Η κόρη μου δεν είναι μπαρόβια, όπως τη χαρακτηρίζει ο Βακρινός. Κάνει μαθηματικά σε παιδιά του δημοτικού. Πριν από λίγο καιρό παντρεύτηκε έναν Ελληνοαμερικανό και πολύ σύντομα ο άντρας της θα γυρίσει πίσω για να ζήσουν μαζί, εδώ στην Ελλάδα. Θα είχε πάει και η Λίτσα μαζί του, αλλά έμεινε εδώ να με φροντίζει και να με μεταφέρει στο νοσοκομείο επειδή είμαι άρρωστος».
Μια γυναίκα θα πει στην αστυνομία ότι είδε τον άντρα που πυροβόλησε να φεύγει με ταξί, περιγράφοντας μάλιστα το παρουσιαστικό του. Οι αστυνομικοί θα αρχίσουν να εξετάζουν τους ταξιτζήδες στις κοντινές πιάτσες και να τους ρωτούν αν εκείνο το βράδυ πήραν κούρσα κάποιον άντρα που να ταιριάζει σε αυτό το προφίλ
Τον έψαχναν για 14 μήνες, κάνοντας πάνω από 1.500 προσαγωγές. Μέχρι που ένας αστυνομικός σκέφτηκε το εξής: κι αν δεν ήταν πελάτης ο δράστης, αλλά ταξιτζής;
Είχαν πλέον σκιαγραφήσει το προφίλ του ανθρώπου που έψαχναν, ήξεραν τα χαρακτηριστικά του και το γεγονός πως, αφού έκανε ό, τι έκανε εξαφανιζόταν γρήγορα -σύμφωνα και με άλλες μαρτυρίες- τους έκανε να ξέρουν και σε ποια περιοχή να τον αναζητήσουν.
Όταν θα τον μεταφέρουν στην Ασφάλεια, χωρίς να το περιμένουν ο Βακρινός όχι μόνο θα παραδεχτεί όσα τον κατηγορούν αλλά θα ομολογήσει μόνος του και τα υπόλοιπά εγκλήματα του.
Εντυπωσιασμένοι οι αξιωματικοί της Ασφάλειας από τη λεπτομερή κατάθεση του Βακρινού αποκαλύπτουν πως ο δολοφόνος ταξιτζής είχε την ικανότητα να θυμάται αριθμούς μοτοποδηλάτων και αυτοκινήτων, διευθύνσεις και άλλα στοιχεία για τα υποψήφια θύματά του. Τα εγκλήματά του γίνονται πρωτοσέλιδο, οι εκπομπές στην τηλεόραση θα αφιερώσουν ώρες στη δράση του.
«Οι φοβίες. Για όλα φταίνε οι φοβίες και το άδικο. Εγώ γεννήθηκα ήμερο ζώο, αλλά έγινα άγριο ζώο (…)Οι καταστάσεις φταίνε. Όλο κάποιος με προσέβαλλε άδικα. Μια ζωή θυμάμαι να αγκαλιάζω το κεφάλι μου να φυλαχτώ. Μικρός ήμουν και με κυνηγούσε ο πατέρας μου να με σφάξει. Δυο φορές με το μαχαίρι. Μια φορά με έπιασε από τον λαιμό πάνω στον ύπνο. Μετά με έδερναν παντού στην Ελευσίνα, στο ίδρυμα. Και πάντα είχα δίκιο. Ακόμη μια ζωή δούλευα για τους άλλους. Εγώ δεν είχα να φάω και έπρεπε να ταΐσω αδερφή, ανίψια, γονείς και έναν χαραμοφάη γαμπρό. Μια ζωή δουλεύω σκληρά για τους άλλους…. Ήθελα να τον σκοτώσω αυτόν. Του άξιζε. Προσπάθησα αλλά ήταν δύσκολο γιατί έφυγε στο χωριό του. Ήταν δύσκολο.
Από όσα έκανα, άλλα ήταν της κακιάς ώρας, άλλα καλώς έγιναν και άλλα καλώς έπρεπε να γίνουν και δεν έγιναν. Είναι εύκολο να πω πως μετανιώνω αλλά δεν μπορεί να αλλάξει τίποτα. (…) Να τώρα διαβάζω εδώ ένα βιβλίο χριστιανικό. Η πύλη της σωτηρίας, λέει. Όμως άργησα. Αν μπορούσα να διαβάσω νωρίς τέτοια πράγματα, ίσως δεν θα έφτανα εδώ».
«Πάνω από όλα ήθελα να εκδικηθώ, όποιον με έθιγε αναίτια και με προσέβαλλε. Θα πυροβολούσα και μυρμήγκι, αν με αδικούσε», είπε σε μια συνέντευξή του.
Στις 12 Μαΐου 1997, έναν μήνα σχεδόν μετά τη σύλληψή του, θα βρεθεί κρεμασμένος στο κελί του.