Έφυγε από τη ζωή χθες Δευτέρα, 20 Δεκεμβρίου η Μαρία Εμμανούηλ Θεοδωροπούλου, η πρώτη γυναίκα δικηγόρος στο Αγρίνιο.
Γεννήθηκε στο Αγρίνιο και ήταν ένα από τα πέντε παιδιά του Εμμανουήλ Θεοδωρόπουλου και της Αγγελικούλας Σαγεώργη, η δε καταγωγή της από την πλευρά του πατέρα της ήταν από τον Προυσό Ευρυτανίας. Ακολούθησε το τότε Σχολαρχείο Αγρινίου, έχοντας και τον πατέρα της Γυμνασιάρχη, και έδειξε από μικρή ακόμη ηλικία μια έμφυτη ευφυΐα και επίδοση.
Τελειώνοντας το Σχολαρχείο, εισήχθη στη Νομική Σχολή Αθηνών, σε αντίξοες μεταπολεμικές συνθήκες. Όταν αποφοίτησε από τη Νομική Σχολή Αθηνών, έκανε την άσκησή της στο δικηγορικό γραφείο Παπαβασιλείου και ήταν η πρώτη γυναίκα δικηγόρος για την πόλη του Αγρινίου, αλλά και για τον Δικηγορικό Σύλλογο Αγρινίου. Υπηρέτησε το Νομικό Βήμα με ήθος, συνέπεια, ευθύνη και με υψηλό το αίσθημα των καθηκόντων της.
Άριστη συνεργάτης με τους συναδέλφους της, σε δύσκολες μεταπολεμικές εποχές, και δη σε μια επαρχιακή πόλη, στην οποία δεν ήταν τόσο αποδεκτή κοινωνικά η εμπιστοσύνη σε μια γυναίκα δικηγόρο. Και όμως η παρουσία της, η ηθική της οντότητα, το υψηλό φρόνημα της ευθύνης και της δίκαιης μεταχείρισης, την έκαναν να καταρρίψει αυτή την κοινωνική νοοτροπία. Αντιμετώπιζε με ίση και δίκαιη μεταχείριση όλους τους ανθρώπους, με τους οποίους συναλλασσόταν. Αγαπούσε τους ανθρώπους και την διέκρινε, πέραν της ευφυΐας και της διορατικότητάς της, η ευθυκρισία, χωρίς να διακατέχεται από την επιδίωξη του κέρδους. Καθοδηγούσε και συμβούλευε να ακολουθούν τον δίκαιο και σωστό δρόμο, προς αποφυγή κάθε διαμάχης και αντιδικίας.
Εκτός από τη δικηγορία, την οποία άσκησε με τον αδερφό της, Χριστόδουλο Θεοδωρόπουλο, με τον οποίο εργαζόταν στον ίδιο επαγγελματικό χώρο, επί της οδού Αντωνοπούλου, στο τότε οίκημα ιδιοκτησίας Μεγαπάνου, την κατέκτησε και η αγάπη της προς τη συμβολαιογραφία. Διατήρησε το γραφείο της επί της οδού Αντωνοπούλου, έχοντας υπογράψει 22.002 συμβολαιογραφικές πράξεις, μεταξύ των ετών 1969 – 1998.
Στις δύσκολες για την πατρίδα μας περιστάσεις, προσέφερε τις υπηρεσίες της κατά τα έτη 1946 – 1950, ως εθελόντρια του Ελληνικού Ερυθρού Σταυρού, για τις οποίες τιμήθηκε με την «Εύφημο μνεία», από το Α΄ Σώμα Στρατού του Εθνικού Αγώνα.
Η έντονη θρησκευτικότητά της και η αγάπη της προς τη γενέτειρα του πατέρα της, τον Προυσό Ευρυτανίας, την οδηγούσαν σε τακτικά χρονικά διαστήματα, και πριν, αλλά και μετά τη συνταξιοδότησή της, κατά τους θερινούς μήνες, στο Μοναστήρι της Παναγίας της Προυσιώτισσας, προσφέροντας επί μακρό χρονικό διάστημα εθελοντική προσφορά. Συντόνιζε και καθοδηγούσε την όλη υπηρεσία της Ιεράς Μονής, με τον ζήλο της, την αγάπη της και την αφοσίωσή της.
Με δική της πρωτοβουλία συνεστήθη και πήρε θέση κάθε αξιόλογο εύρημα, ιστορικό και θρησκευτικό αντικείμενο στις προθήκες του Μουσείου της Ιεράς Μονής. Συνέβαλε με δική της οικονομική ενίσχυση στις ανάγκες της Ιεράς Μονής.
Ήταν το έτος 1977, όταν, ως αφοσιωμένη ενορίτισσα του Ιερού Ναού Αγίου Χριστοφόρου Αγρινίου, εμπνεύστηκε με δική της πρωτοβουλία, αγάπη και θέληση να φιλοτεχνήσει το κουβούκλιο του Επιταφίου της ενορίας αυτής. Χρησιμοποίησε τη μοναδική αυτοσχέδια τέχνη, δουλεύοντας και κάνοντας «μοτίβα», χρησιμοποιώντας αμάραντα, αποξηραμένα λουλούδια, προγραμματίζοντάς τα από πολλούς μήνες πριν, μέχρι να φθάσει το βράδυ της Μεγάλης Πέμπτης, να τοποθετηθούν σε αυτό.
Πραγματικό μάζωμα ενοριτών, ενοριτισσών, μικρών παιδιών, όλοι με υπομονή, ακούραστοι, να δουλεύουν, για να τελειώσει, μέχρι τις πρωινές ώρες της Μ. Παρασκευής, αυτό το διαφορετικό κάθε φορά θρησκευτικό μεγαλούργημα. Σαν ενορίτισσα του Ι. Ναού Αγίου Χριστοφόρου Αγρινίου, άφησε και μεταλαμπάδευσε στην επόμενη γενιά το μεράκι, τον ζήλο, να εργάζονται σαν συνεχιστές αυτής της τέχνης.
Η Μαρία Εμμανουήλ Θεοδωροπούλου υπήρξε έντιμη, καλοσυνάτη, φιλάνθρωπη, δυναμική, κοινωνική με περισσή αγάπη για τα αδέλφια, τα ανήψια, τα εγγόνια της και όλο τον κόσμο. Αυτά δε θα ξεχαστούν ποτέ.