Άγιος Παρθένιος: Τον Ιούνιο του 1998 η κυρία Μήλα, μετά από ειδικές εξετάσεις διαπίστωσε ότι προσβλήθηκε από την επάρατο νόσο και μάλιστα οι γιατροί δήλωσαν στο σύζυγο και τα παιδιά της ότι τα πράγματα ήταν πολύ δύσκολα και επικίνδυνα, γιατί ο καρκίνος που άρχισε από έναν όγκο στη μασχάλη έκανε μετάσταση γύρω.
Θα έκαναν ό,τι μπορούσαν μεν, αλλά τα αποτελέσματα δεν θα ήταν και τόσο ελπιδοφόρα πιθανότατα. Οι πιθανότητες ζωής για την κ. Βασιλική μηδαμινές.
Όλη η οικογένεια βρέθηκε σε απελπιστική κατάσταση. Η κ. Βασιλική μπήκε στο Αντικαρκινικό Νοσοκομείο Πειραιά, το Μεταξά. Εκεί γίνονταν οι απαραίτητες εξετάσεις και πλησίασαν οι μέρες τού χειρουργείου, το οποίο προγραμματίστηκε για τις 30 Ιουλίου, ημέρα Πέμπτη. Όμως, σ’ αυτό το σημείο, επενέβη ο Άγιος χωρίς κανείς να τον επικαλεστεί.
Πάντως η οικογένεια είναι πιστή και σ’ αυτή τη δύσκολη ώρα κατέφυγε στη βοήθεια τού Θεού. Και Αυτός άκουσε τις προσευχές τους και έστειλε τον Άγιο του. Και μάλιστα ο Άγιος Παρθένιος ήλθε κοντά στην οικογένεια μ’ ένα τρόπο συγκλονιστικό.
Εμφανίστηκε το ίδιο βράδυ, Πέμπτη βράδυ, μία βδομάδα πριν το χειρουργείο, σε δύο από τα μέλη της οικογένειας με τρόπο διαφορετικό. Είδαν τον Άγιο ολοζώντανο ο κ. Γιώργος, σύζυγος της κ. Βασιλικής και η νύμφη της Αγγελική, ένα κορίτσι που με την αγάπη των αδελφών μοναζουσών μεγάλωσε στο Λύρειο Ίδρυμα.
Καταγράφουμε τα ίδια τα λόγια τους απομαγνητοφωνημένα, όπως μας τα διηγήθηκαν και τα μαγνητοφωνήσαμε για την εκπομπή «Θαύματα και θαυμάσια» τού ραδιοσταθμού της Εκκλησίας της Ελλάδος, που μεταδόθηκε στις 11 Φεβρουαρίου 1999.
«Στις 23 Ιουλίου, λίγες μέρες πριν χειρουργηθεί η πεθερά μου, είδα στον ύπνο μου ότι ανηφόριζα επάνω στο Λύρειο προς τον Άγιο Παρθένιο και βαστούσα αγκαζέ μία μοναχή από το Λύρειο Ίδρυμα. Ήτανε και τα παιδιά από πίσω και ανεβαίναμε, για να κάνουμε κάποια Λειτουργία.
Μπροστά πηγαίνανε κάτι αμάξια και μπροστά από τα αμάξια πήγαινε ένας μοναχός. Γύρισα δίπλα μου και ρώτησα την αδελφή ποιος είναι ο μοναχός και μου είπε ότι είναι ο καινούργιος ιερέας και τον λένε Παρθένιο. Φθάσαμε στην Εκκλησία και ξεκίνησε η Λειτουργία. Φώναξε ο παππούλης την πεθερά μου και την έβαλε μπροστά στο ιερό και μένα δίπλα της.
Σήκωσε το χέρι και τη σταύρωσε τρεις φορές και της λέει: «μη φοβάσαι, θα γίνεις καλά» και γυρίζει μετά σε μένα και μου λέει: «η πεθερά σου θα γίνει εντελώς καλά και θέλω να κάνετε μία Λειτουργία και να κοινωνήσει η πεθερά σου».
Και ο κ. Γιώργος: «Λοιπόν, όπως ανέβαινα επάνω, ανεβαίναμε με τη γυναίκα μου, με τα παιδιά, τη σταυροκοπούσα τη γυναίκα μου με λαδάκι, με βαμβακάκι, και βλέπω τον Άγιο Παρθένιο ακουμπισμένο στην κολώνα απ’ έξω απ’ την Εκκλησία και μου είπε· «ελάτε, σας περιμέναμε».
Είδαν λοιπόν τον Άγιο ζωντανό να τους μιλάει και να τους καλεί κοντά του. Εδώ πρέπει να τονίσουμε ότι η Αγγελική γνώριζε για τον Άγιο από το Λύρειο, αλλά ο πεθερός της δεν ήξερε τίποτα γι’ αυτόν, ούτε είδε ποτέ εικόνα του, ώστε να γνωρίζει τη μορφή του.
Γιατί όπως είπε, πήγαινε στο Λύρειο, έβλεπε το εκκλησάκι τού Αγίου κάτασπρο και ωραιότατο, σκαρφαλωμένο σ’ ένα ψηλό λόφο, αλλά ποτέ δεν μπήκε μέσα. Παρ’ όλα αυτά, είδε τον Άγιο στον ύπνο του, ακριβώς όπως απεικονίζεται στις εικόνες που υπάρχουν στο εκκλησάκι τού Ιδρύματος.
Πήγε λοιπόν ο κ. Γιώργος στο νοσοκομείο την Παρασκευή, καταχαρούμενος πλέον και φωνάζοντας˙«Βασιλική, μη φοβάσαι, Βασιλική έγινε θαύμα! Σήκω, έγινε θαύμα! Πάμε, πάμε στον Άγιο που μας κάλεσε!». Η κ. Βασιλική τίποτε δεν καταλάβαινε.
Την ίδια εκείνη ώρα κατέφθασε και ο γιατρός με μία μαστογραφία στα χέρια. Μία μαστογραφία που την περίμεναν με αγωνία, γιατί ήξεραν ότι το κακό είχε προχωρήσει και εκεί, το έδειξε η αξονική, το ψηλάφησαν οι γιατροί. Και τι ήταν εκείνο;
Η μαστογραφία πεντακάθαρη και οι γιατροί να μη βρίσκουν τίποτα με την ψηλάφηση. Ήδη ο Άγιος άρχισε το θαύμα του, και λέω ότι άρχισε, γιατί έσβησε τις μεταστάσεις γύρω, άφησε όμως για τους γιατρούς τον αρχικό όγκο στη μασχάλη.
Δεν ξέρουμε γιατί, ίσως για λόγους παιδαγωγικούς τού Θεού, όπως διαβάζουμε. Μετά λοιπόν την εμφάνιση τού Αγίου τα πάντα άλλαξαν. Όλα τα μέλη της οικογένειας, που πριν ήταν βουτηγμένα στη θλίψη και την απελπισία, ένιωθαν μία χαρά και μία αισιοδοξία ανεξήγητη. Για αύτη τη χαρά και αισιοδοξία θα διαβάσουμε τα λόγια της ίδιας της κυρίας Βασιλικής απομαγνητοφωνημένα.
«Πριν δει ο άντρας μου τον Άγιο στον ύπνο του, εγώ ένιωθα μελλοθάνατη όσο ήμουνα μέσα και έκανα τις εξετάσεις· από το όνειρο τού συζύγου μου και μετά έγινα άλλος άνθρωπος, τελείως αλλιώτικη. Έχω πάρει τέτοιο κουράγιο ούτε ξέρω αν είχα τίποτα, νιώθω πιο καλά από ότι ήμουνα πρώτα, πολύ καλά, πάρα πολύ καλά. Ο κόσμος όλος τα έχει χάσει μαζί μου. Τη χαρά που νιώθω τώρα και την αισιοδοξία την ένιωθα και την ώρα που πήγαινα να χειρουργηθώ. Μπήκα χαρούμενη και γελαστή στο χειρουργείο. Όλα αυτά ήταν μία δύναμη του Αγίου, τού Αγίου Παρθενίου».
Ναι, στέκεται ολοζώντανος ο Άγιος δίπλα στην οικογένεια και τη βοηθάει στην πάλη της κατά τού καρκίνου, τη βοηθάει όμως δίνοντας της και κουράγιο, και χαρά, και αισιοδοξία, με έναν τρόπο μυστικό, με έναν τρόπο που μόνο ένας πιστός Χριστιανός μπορεί να νιώσει και να καταλάβει. Καρκίνος και χαρά στο ίδιο σπίτι, φαίνεται αντιφατικό, φαίνεται παράλογο για τους πολλούς. Και όμως… Ας δούμε όμως τη συνέχεια της ζωντανής Ιστορίας μας.
Την άλλη κιόλας μέρα πήραν την κ. Βασιλική από το νοσοκομείο και πήγαν όλη η οικογένεια στο σπίτι τού Αγίου, στο Λύρειο Ίδρυμα. Θερμοπαρακάλεσαν τον Άγιο, άναψαν κεράκι και το καντήλι του, έμειναν ώρα μαζί του. Μετά κατέβηκαν. Η Ηγουμένη της χάρισε ένα μικρό βιβλιαράκι με το βίο τού Αγίου και το απολυτίκιο του. Άρχισε από τότε κάθε μέρα να το διαβάζει και να τον επικαλείται.
Τη Δευτέρα πάλι γύρισε στο νοσοκομείο για την εγχείρηση και συνέχισε χαρούμενη τώρα να παρακαλεί τον Άγιο και χαρούμενη την Τετάρτη, 29 Ιουλίου, μπήκε μόνη της, χωρίς κανένα δικό της στο χειρουργείο, αφού απρογραμμάτιστα έγινε μία μέρα πριν.
Και μας λέει: «Και εδώ ο Άγιος έδειξε την πρόνοια του, γιατί, αν ο σύζυγος μου ήταν εκεί, σίγουρα θα έκλαιγε και εγώ θα έχανα την ψυχραιμία μου. Για τους γιατρούς όλα πήγαν απρόσμενα πολύ καλύτερα απ’ ότι περίμεναν. Παρ’ όλα αυτά συνέστησαν ένα μεγάλο αριθμό ακτινοβολιών, που όμως δεν ήταν δυνατόν να πραγματοποιηθούν, γιατί το χέρι της κ. Βασιλικής μετά το χειρουργείο έμενε ακίνητο και πονούσε φοβερά.
Βγήκε από το νοσοκομείο με την προοπτική, όταν μπορέσει να σηκώσει το χέρι της, να αρχίσει η θεραπεία.