Η Άννα Βίσση δεν έχει και τις κορυφαίες αναμνήσεις από τον καιρό, που ήταν μαζί με τον Γιώργο Νταλάρα, με την ίδια να αναφέρεται στους άνδρες της ζωής της σε εκπομπή και να τον «καρφώνει» με κάθε τρόπο.
Μιλώντας στην εκπομπή «Τετ α τετ» του Τάσου Τρύφωνος από τη συχνότητα του ΡΙΚ 1, η Άννα Βίσση, αναφερόμενη στη σχέση της με τον τέως πρωθυπουργό, είπε πως «ο Αντώνης ήταν ένα παιδί που ήρθε από την Αμερική, που μου άρεσε, τον ερωτεύτηκα».
Όσον αφορά τον Γιώργο Νταλάρα, η Άννα Βίσση, που αναφέρθηκε και σε μια μεγάλη της κόντρα σε άλλη περίπτωση, εξήγησε πως η σχέση τους ξεκίνησε με το που ήρθε στην Ελλάδα από την Κύπρο, σε ηλικία 17 ετών. «Δεν νομίζω ότι ο Νταλάρας με ήξερε σαν άνθρωπο», δηλώνει και τονίζει: «Δεν έχω τις καλύτερες αναμνήσεις από τη σχέση μου με τον Γιώργο».
Σε άλλο σημείο της συνέντευξης, η Άννα έκανε ευθεία επίθεση στον Γιώργο Νταλάρα, με τον οποίο είχε σχέση όταν πρωτοήρθε στην Ελλάδα και τραγουδούσαν μαζί στις μπουάτ της Πλάκας, αναφέροντας: «Βλέπεις τραγουδιστές ασυνεπείς, αντιφατικούς με τις εξαγγελίες τους περί έντεχνου. Ο Νταλάρας, για παράδειγμα, τι δουλειά είχε να δουλέψει με τον Ρέμο; Γιατί το έκανε; Για τα φράγκα το έκανε».
Η απάντηση της Άννας Νταλάρα
«Άννα, τι λες;» είναι ο τίτλος του άρθρου που έγραψε στα «Νέα» η Πέπη Ραγκούση, αδελφή της Άννας Νταλάρα, για την Άννα Βίσση. Με αφορμή πρόσφατες δηλώσεις της Άννας Βίσση, η κουνιάδα του Γιώργου Νταλάρα έγραψε το παρακάτω κείμενο:
«Ανερυθρίαστα! Ούτε καν ένα απαλό ροζ στο μάγουλο, έτσι, ότι “με πήρε η ντροπή”. Τόσο πολύ δηλαδή που αναρωτιέμαι αν είναι θράσος ή αφέλεια. Και τείνω να καταλήξω στο δεύτερο… Η Άννα Βίσση, που πρωταγωνιστεί στην… όπερα του Νίκου Καρβέλα “Καμπάνες του Εντελβάις” (ήδη η φράση έχει αυτοαναιρεθεί), έδωσε συνέντευξη στην “Εφημερίδα των Συντακτών”. Ενα παραλήρημα, δηλαδή, αμετροέπειας και ρήξης με την πραγματικότητα. Μία ανταπόκριση από το δικό τους παράλληλο σύμπαν που φαντάζομαι ότι θα έφερε σε δύσκολη θέση τη δημοσιογράφο που μίλησε μαζί της.
Εκεί στη χώρα του “Βισσιστάν”, λοιπόν, όπως στρίβεις για Μεγάλη Άρκτο, δεξιά από το Άλφα του Κενταύρου, το ωραιότερο τραγούδι που έχει γραφτεί ποτέ είναι το “Παραλύω”. Ο Καρβέλας είναι το ίδιο πράγμα ή, τέλος πάντων, κάτι αντίστοιχο με τους Μπιτλς και τους Ρόλινγκ Στόουνς. Η “απόλυτη” έχει πει βέβαια λίγα “τραγουδάκια”, αλλά ακριβώς το ίδιο έχουν κάνει η Αλεξίου, η Πρωτοψάλτη, η Αρβανιτάκη. Η όπερα είναι το φυσικό της περιβάλλον. Και δεν την ενδιέφερε ποτέ η εξωτερική της εμφάνιση.
Μέχρι εδώ η ανταπόκριση παραμένει στα όρια της γραφικότητας. Το πράγμα χοντραίνει όταν η γυναίκα που τραγούδησε το σάουντρακ του μεγάλου πάρτι και της ακόμη μεγαλύτερης φούσκας, πιστεύοντας προφανώς ότι όλοι εμείς έχουμε μνήμη χρυσόψαρου, κάνει κριτική στον κόσμο της νύχτας. Αυτόν που με αυταπάρνηση θεμελίωσε και υπηρέτησε τόσα χρόνια.
Την ενοχλούσε, λέει, πάντα η διαφορά μεταξύ πρώτου τραπεζιού και εξώστη. Τότε γιατί τη συντηρούσε; Γιατί επίσης λέει από ένα πρώτο τραπέζι μπορεί να βγουν τα μεροκάματα των μουσικών. Δηλαδή σε άλλες μουσικές σκηνές που τα πρώτα τραπέζια δεν κάνουν “ζημιές”, οι μουσικοί δεν πληρώνονται;
Επίσης τώρα την ενοχλούν και τα λουλούδια στην πίστα. Την κάνουν να νιώθει σαν στριπτιζέζ. Τώρα! Που δουλεύει στο θέατρο. Γιατί παλαιότερα (προφανώς τότε που τραγουδούσε ημίγυμνη αλλά δεν αισθανόταν στριπτιζέζ) τα λουλούδια είχαν μια ομορφιά.
Α, μην ξεχαστώ! Στην Αννα αρέσει ο ΣΥΡΙΖΑ. Γιατί θέλει να αποκατασταθεί ο πληγωμένος κόσμος. Για ποιον λόγο όμως; Για να βγει έξω, να πάει πάλι στα νυχτερινά μαγαζιά, να διασκεδάσει, αφού η δική της δουλειά είναι να διασκεδάζει τον κόσμο… Τι να πω; Αυτά λέει, αυτά σας λέω… Μια που τη γεμίσαμε την καρδάρα δηλαδή, μια που την κλωτσήσαμε…
Δεν θα περίμενα να πει κάτι ουσιαστικό μία γυναίκα που είχε μεν τραγουδήσει Θεοδωράκη, αλλά… δονήθηκε όταν άκουσε Καρβέλα. Η Βίσση (αναμφισβήτητα πρώτη στο είδος της, αλλά τι είδος!) κατάλαβε ότι άλλαξαν τα πράγματα και έσπευσε, ως εξαιρετικός χαμαιλέων, να προσαρμοστεί με αυτοματισμό στη νέα “μόδα”. Μόνο που εδώ δεν φτάνει να αλλάξει κουπ ή ρούχο. Η αλλαγή είναι θεμελιώδης και σε βάθος χρώματος. Γι’ αυτό και οι χαμαιλέοντες ξεχωρίζουν σαν τη μύγα μες στο γάλα».