Σαν σήμερα, στις 8 Δεκεμβρίου το μακρινό 1966, η Κρήτη έζησε το πιο τραγικό ναυάγιο στην ιστορία της με τραγικό πρωταγωνιστή το οχηματαγωγό πλοίο «Ηράκλειο»
Το χρονικό του τραγικού συμβάντος
Το οχηματαγωγό «Ηράκλειο» αποπλέει από το λιμάνι της Σούδας το βράδυ της 7ης Δεκεμβρίου του 1966 κάτω από κακές καιρικές συνθήκες, με ανέμους κοντά στα 9 Μποφόρ.
Στις 2.06 τα ξημερώματα της 8ης Δεκεμβρίου, πια, στην περιοχή της Φαλκονέρας, εκπέμπει το τραγικό μήνυμα: «SOS, από Ηράκλειον, στίγμα μας 36 μοίρες 52 Β, 24 μοίρες 08 Α, Βυθιζόμεθα». Ακολούθησε απόλυτη σιγή…
Δύο φορές μόνο κατάφερε να ακουστεί το τραγικό αυτό μήνυμα… δύο φορές!
Αναλυτικά η σειρά των γεγονότων
»Στις 02:30 ενημερώνεται ο τότε Αρχηγός του Λιμενικού Σώματος, αμέσως μετά ο Υπουργός Εμπορικής Ναυτιλίας και εκείνος με τη σειρά του ενημερώνει τον Υπουργό Εθνικής Αμύνης. Το τότε Αρχηγείο Ναυτικού αναφέρει ότι πολεμικό πλοίο που βρίσκεται στη Σύρο με σβηστές μηχανές θα χρειασθεί τουλάχιστον 3-4 ώρες για απόπλου συν εκείνες τις ώρες για να φθάσει στον τόπο του ναυαγίου. Οι ώρες περνούν και η αγωνία αρχίζει να κορυφώνεται, κάποια πλοία που έλαβαν το σήμα δηλώνουν αλλαγή πορείας τους προς το στίγμα του Ηράκλειον, απέχουν όμως πολύ, κάποια ανατολικά των Κυκλάδων, άλλο δυτικά της Καλαμάτας, και δύο αγγλικά πολεμικά ΒΑ της Κρήτης.
Στις 04:30 εμπλεκόμενοι Αρχηγοί και Υπουργοί βρίσκονται στις Υπηρεσίες για άμεση ενημέρωση, ενώ δίδεται εντολή απόπλου στο Α/Γ “Σύρος”, του τότε Βασιλικού Ναυτικού.
Γύρω στις 05:30 αποφασίζεται η γνωστοποίηση του συμβάντος στον τότε Πρωθυπουργό Στέφανο Στεφανόπουλο με όλες τις εξελίξεις και τις επιμέρους αδυναμίες. Μετά από κάποιες ενημερώσεις για τον μεγάλο χρόνο προσέγγισης των πλοίων που ήδη προστρέχουν, γύρω στις 06:00-06:30 ο τελευταίος ενημερώνει τον Βασιλιά Κωνσταντίνο στο Τατόι. Τότε ενημερώνεται και το Αρχηγείο Αεροπορίας.
Στις 07:20 μια Ντακότα απογειώνεται από το στρατιωτικό αεροδρόμιο της Ελευσίνας και λίγα λεπτά μετά την ακολουθούν άλλες δύο.
Στις 09.45-10.00 η πρώτη Ντακότα φθάνει κοντά στο στίγμα, όπου και εντοπίζει το φορτηγό ψυγείο να επιπλέει, συνάμα στον ορίζοντα φαινόταν καθαρά το αγγλικό Ν/Κ Ashton που έσπευδε ολοταχώς. Τότε η Ντακότα άρχισε τους “κύκλους έρευνας-διάσωσης” σε συνεχώς μικρότερο ύψος, όταν ακούσθηκε ο πιλότος της δεύτερης Ντακότα σχεδόν να προστάζει: Μεγαλειότατε, η πτήση σας είναι επικίνδυνη, πάρτε γρήγορα ύψος! Ο Κυβερνήτης του ASHTON, αντιλαμβανόμενος περί τίνος επρόκειτο, ακούγεται να δηλώνει: “Μεγαλειότατε, η ASHTON στις διαταγές σας”. Και η απάντηση ”Ευχαριστώ, ακολούθα με…”, αρχίζοντας τις ρίψεις καπνογόνων και σωσιβίων, όπου, από αέρος, εντοπίζονταν ναυαγοί.
Στις 12:00 το τραγικό συμβάν έχει μαθευτεί σχεδόν σε όλο τον Πειραιά. Πρώτοι οι συγγενείς που περίμεναν το πρωί το πλοίο έχουν συγκεντρωθεί μπροστά στο κτήριο των πλοιοκτητών αδελφών Τυπάλδου, στην ακτή Τζελέπη.
Στις 17.00 οι σειρήνες 10-12 ασθενοφόρων από την Αθήνα μέσω της οδού Πειραιώς κατέρχονται τις οδούς Γούναρη και Εθνικής Αντιστάσεως, ενώ άλλα 7-8 ασθενοφόρα από την Τερψιθέα του Πειραιά, όπου βρισκόταν ο σταθμός Πρώτων Βοηθειών του Πειραιά, κινούνται προς τον Άγιο Νικόλαο, όπου θα προσέγγιζε τελικά το πλοίο.
Η κυκλοφορία μπροστά στο Τελωνείο Πειραιά και γύρω από την εκκλησία του Αγίου Νικολάου είχε διακοπεί.
Ώρα 19.00 έχει πια νυχτώσει και το Ν/Κ “Ashton” εισήλθε αργά στο λιμένα του Πειραιά που μετέφερε 2 διασωθέντες ναύτες, τους Αντώνιο Καμπούρη και Δημήτριο Οικονόμου από τη Σητεία Κρήτης, καθώς και νεκρούς».
Από τους 73 ναυτικούς που επέβαιναν στο πλοίο και τους 191 επιβάτες σώθηκαν μόνο 46, οι υπόλοιποι 217 πνίγηκαν.
Μαρτυρίες ανθρώπων που επέζησαν στο τραγικό ναυάγιο συγκλονίζουν
Ο Γιώργος Μανουσουδάκης, 16 χρόνων τότε, ταξίδευε μαζί με τον αδελφό του: «Βρήκα ένα σωσίβιο και το φόρεσα όσο βρισκόμουν πάνω στην κουπαστή του πλοίου, που είχε γείρει. Ένα κύμα με πέταξε μακριά και γλίτωσα από τη δίνη του πλοίου. Τον αδελφό μου δεν τον ξαναείδα ποτέ».
Το 1966 ο κ. Γιάννης Λάμπρου εργαζόταν ως μπόμπαν (αντλιωρός) στο πλοίο «Μίνως», ιδιοκτησίας Ευθυμιάδη. Στις 8 Δεκεμβρίου του 1966 ξεκίνησαν από το λιμάνι του Ηρακλείου, στις 8 το πρωί, με προορισμό τον Πειραιά. «Θυμάμαι ότι οι καιρικές συνθήκες ήταν αντίξοες. Είχε πολλή θάλασσα. Ο καπετάνιος πήρε το πρώτο σήμα για το ναυάγιο ενώ πλέαμε ανοιχτά της Ντία. Προσεγγίσαμε την περιοχή όπου μας είχε δοθεί το στίγμα λίγο μετά τη μία το μεσημέρι. Πήγαμε όσο πιο γρήγορα μπορούσαμε, δεδομένης της θαλασσοταραχής».
Όπως αφηγείται, το πρώτο πράγμα που αντίκρισαν ήταν ένα τεράστιο ψυγείο. «Ήταν το πρώτο σημάδι της τραγωδίας. Γυρίζω και λέω στον λοστρόμο τον Γιακουμή ”τι καθόμαστε; Χαροπαλεύουν άνθρωποι”. Τους βλέπαμε που είχαν πιαστεί από σανίδια και άλλα αντικείμενα που έπλεαν. Βλέπαμε και τους νεκρούς ναύτες που έπαιζαν από τον αέρα οι κολαρίνες τους».
Με εντολή του καπετάνιου κατέβασαν μια βάρκα. «Μέσα μπήκαμε εγώ, ο ύπαρχος Δημήτρης Καπιτσαλάς, ο Γεράσιμος Δαλιέτος, ο Σπύρος ο Κόκλας και κάποιος Μπάμπης που δεν θυμάμαι το επώνυμό του. Καταφέραμε να σώσουμε πέντε ανθρώπους. Αυτούς μόνο βρήκαμε εμείς. Δεν υπήρχαν άλλοι για να σώσουμε»…
Η βύθιση του σκάφους, σύμφωνα με τους ειδικούς, υπήρξε ακαριαία, εξαιτίας παραλείψεων στους όρους ασφαλείας: κακή φόρτωση των αυτοκινήτων, ελλιπής κατασκευή του συστήματος ασφάλειας της «μπουκαπόρτας», έλλειψη συστήματος εκροής των εισερχομένων υδάτων και υψηλή ταχύτητα του πλοίου πάρα τη θαλασσοταραχή, για τη διατήρηση της φήμης του ως του ταχύτερου οχηματαγωγού της γραμμής Κρήτης.
Το ναυάγιο του «Ηράκλειον» αφύπνισε το ελληνικό κράτος, που προχώρησε στη δημιουργία του Θαλάμου Επιχειρήσεων Ερευνας και Διάσωσης στο υπουργείο Εμπορικής Ναυτιλίας και τη θεσμοθέτηση του απαγορευτικού απόπλου για τα επιβατηγά πλοία.
Το ναυάγιο προκάλεσε την κατάρρευση της Typaldos Lines, που κυριαρχούσε τότε στην εγχώρια ακτοπλοΐα, ενώ μπήκαν οι πρώτες ιδέες για τη δημιουργία των Ναυτιλιακών Εταιρειών Λαϊκής Βάσης.
Η δίκη των κατηγορουμένων άρχισε στις 19 Φεβρουαρίου 1968, στο Κακουργιοδικείο Πειραιά. Είχε προηγηθεί μια σειρά αποκαλύψεων σχετικά με βαρύτατες ευθύνες του υπουργείου Εμπορικής Ναυτιλίας στην έκδοση πλαστογραφημένων πιστοποιητικών αξιοπλοΐας του σκάφους. Στο εδώλιο κάθισαν τέσσερα στελέχη της πλοιοκτήτριας εταιρείας.
H απόφαση του δικαστηρίου εξεδόθη στις 21 Μαρτίου του ιδίου έτους. Με ποινές φυλάκισης από πέντε έως και επτά έτη τιμωρήθηκαν ο εκ των ιδιοκτητών του «Ηράκλειον» Xαράλαμπος Τυπάλδος, ο διευθυντής της εταιρείας Παναγιώτης Κόκκινος και δύο αξιωματικοί του πλοίου.
Οι ποινές ξεσήκωσαν αντιδράσεις από την πλευρά των συγγενών, οι οποίοι τις θεώρησαν πολύ επιεικείς.
Στις 9 Ιανουαρίου 1969 ο δικαστικός φάκελος της υπόθεσης έκλεισε οριστικά, καθώς ο Άρειος Πάγος απέρριψε την αίτηση αναίρεσης των τεσσάρων, οι οποίοι είχαν καταδικασθεί και σε δεύτερο βαθμό για το δυστύχημα.
Η 8η Δεκεμβρίου είναι ημέρα διπλού πένθους για τα Χανιά. Τρία χρόνια αργότερα, στις 8 Δεκεμβρίου 1969, ένα αεροπλάνο της Ολυμπιακής, προερχόμενο από τα Χανιά, κατέπεσε στην Κερατέα, με συνέπεια να σκοτωθούν και οι 90 επιβαίνοντες.
Σημειώνεται ότι το πλοίο είχε ναυπηγηθεί στη Γλασκώβη το 1949 ως δεξαμενόπλοιο, με το όνομα «Λέστερσαϊρ», για λογαριασμό αγγλικής εταιρείας, και περιήλθε το 1964 στη ναυτιλιακή Typaldos Line.
Το 1965 δρομολογήθηκε στις ακτοπλοϊκές γραμμές της Κρήτης ύστερα από μετατροπή του σε οχηματαγωγό, με συνέπεια να επηρεαστεί η ευστάθεια του πλοίου.
Μετά την τραγωδία της Φαλκονέρας, καθιερώθηκε το απαγορευτικό του απόπλου σύμφωνα με τις υφιστάμενες καιρικές συνθήκες και όχι κατά την κρίση του καπετάνιου.