Η Κυριακή Γρίβα ήταν μόλις 28 ετών, μια νέα γυναίκα που ζούσε με τον φόβο για τη ζωή της. Αισθανόταν απειλή από τον κακοποιητικό πρώην σύντροφό της και βρήκε τραγικό θάνατο στο σημείο όπου είχε στραφεί για προστασία: έξω από το Αστυνομικό Τμήμα Αγίων Αναργύρων.
Ήταν η 1η Απριλίου 2024 όταν η Κυριακή πήγε στο τμήμα για να καταγγείλει τις απειλές εναντίον της. Ωστόσο, λίγα λεπτά αφότου της αρνήθηκαν βοήθεια, ο πρώην σύντροφός της την δολοφόνησε εν ψυχρώ, ακριβώς εκεί. Με απόγνωση, είχε ζητήσει να τη συνοδεύσει περιπολικό μέχρι το σπίτι της. Αντί για στήριξη, έλαβε την ψυχρή απάντηση: «Το περιπολικό δεν είναι ταξί». Βγήκε μόνη από το τμήμα και η ζωή της κόπηκε βίαια, λίγα μέτρα πιο πέρα.
Η τραγωδία της Κυριακής ήταν η πέμπτη γυναικοκτονία σε διάστημα τριών μηνών στην Ελλάδα. Ένα έγκλημα που συγκλόνισε την κοινωνία, προκάλεσε οργή και έριξε φως στο κρίσιμο ζήτημα των γυναικοκτονιών και της έμφυλης βίας στη χώρα μας.
Η Εισαγγελία Πρωτοδικών προχώρησε στην άσκηση διώξεων κατά τεσσάρων αστυνομικών, μεταξύ των οποίων συμπεριλαμβάνονται η αξιωματικός υπηρεσίας και ο τηλεφωνητής της Άμεσης Δράσης, με την κατηγορία της θανατηφόρας έκθεσης διά παραλείψεως. Παράλληλα, ο πρώην σύντροφός της αντιμετωπίζει βαριές κατηγορίες και παραμένει κρατούμενος στην ψυχιατρική πτέρυγα του Κορυδαλλού.
Έναν χρόνο μετά, η φωνή του πατέρα της, Θανάση, πάνω από τον τάφο της ραγίζει καρδιές:
«Αν ανοίξουμε τον τάφο, αυτό το κορμί έχει φάει πέντε μαχαιριές. Δεν θέλω να φύγει άλλο κορίτσι έτσι», λέει και θέτει προβληματισμούς ως προς τις ενέργειες από μέρους της Πολιτείας έκτοτε:
«Δεν θέλω κανένας πατέρας και καμία μητέρα να ξανακλάψουν για τέτοια παιδιά που φεύγουν αδικοχαμένα, μαχαιρωμένα. Θέλω η Πολιτεία, η κυβέρνηση να το πάρει λίγο πιο σοβαρά αυτό το θέμα και να κάνει αυτά που είπε, αυτά που βγήκαν και δηλώσαν μετά από δέκα μέρες για να μη θρηνήσουμε ξανά κανενός την κόρη ή το παιδί. Ας είναι η τελευταία Κυριακή Γρίβα που θυσιάστηκε για να μη θυσιαστεί άλλη κοπέλα ή μητέρα. Γιατί έχουν φύγει μητέρες και έχουν αφήσει πίσω ορφανά».
Συγκλονιστική ήταν και η ομιλία της μητέρας της στη μεγάλη διαδήλωση για τα Τέμπη:
«Είμαι εδώ ως μάνα, γιατί ξέρω πώς είναι να ακούς το παιδί σου μέσα από ένα ηχητικό να ζητάει βοήθεια και οι γύρω της να σφυρίζουν αδιάφορα. Ξέρω πώς είναι να ακούς το παιδί σου να κραυγάζει. Σαν μάνα ξέρω πώς είναι να πνίγεις τις κραυγές σου σε ένα μαξιλάρι για να μην σε ακούσουν τα άλλα μέλη της οικογένειας. Σαν μάνα ξέρω πώς είναι να θέλεις να σκίσεις τα βουνά, τις θάλασσες, να γυρίσεις τον χρόνο πίσω, να προλάβεις να πας εσύ εκεί να δώσεις εσύ τη βοήθεια που χρειάζεται το παιδί σου, κι αν δεν μπορείς, να κρατήσεις το χέρι του παιδιού σου και να πεις “μη φοβάσαι εδώ είναι η μανούλα, είμαστε μαζί. Μη φοβάσαι“».
Η Κυριακή Γρίβα δεν είναι απλώς ένα όνομα. Είναι η σιωπηλή κραυγή που δεν εισακούστηκε, η βοήθεια που δεν έφτασε ποτέ. Είναι η γυναίκα που πάλεψε να ακολουθήσει το σωστό δρόμο για να προστατευτεί από την απειλή ενός άντρα. Είναι το αναπάντητο «γιατί» που στοιχειώνει και πονάει.