Ιερέας δένει Άγγελο Κυρίου για 375 χρόνια επί της Γης!
…μείνε λίγο έως ανέλθω μέχρι τρίτο ουρανό
σχόλιο Γ.Θ : Ετοιμαστείτε να ανατριχιάσετε…
Ο Μέγας Βασίλειος λέγει ότι εάν ο ιερέας πορνεύσει και νεκρούς αναστήσει πλέον να μην τολμήσει να λειτουργήσει, διότι δύναται με κόπο πολύ να γίνει άγιος και θαυματουργός αλλά ιερέας όχι. Διότι αδύνατον είναι ο ακάθαρτος να θύη και να μελίζει τον Αμνό, του Θεού, όπου ουδέ αυτοί οι άγγελοι τολμούν να παρακύψουν και να δουν τέτοιο μυστήριο, μόνο στέκονται μετά φόβου και τρόμου. Ιδού και μερικά διηγήματα.
ΔΙΗΓΗΜΑ ΠΡΩΤΟΝ
ΙΕΡΕΑΣ ΔΕΝΕΙ ΑΓΓΕΛΟ ΚΥΡΙΟΥ ΓΙΑ 375 ΧΡΟΝΙΑ ΕΠΙ ΤΗΣ ΓΗΣ
Στα χρόνια που μαρτύρησε ο άγιος μεγαλομάρτυρας Μερκούριος ήταν κάποιος ιερέας μέθυσος, που πάντα πήγαινε στις ταβέρνες και έπινε συνεχώς οίνον. Μια λοιπόν μέρα ο άρχοντας εκείνης της πόλης έστειλε την δούλη του στο σπίτι του ιερέως να τον βρει. Αντί αυτού όμως βρήκε την πρεσβυτέρα και της λέει. «Που είναι ο ιερέας;». Η δε πρεσβύτερα της λέει ότι είναι στα καπηλειά. Η δούλη του είπε: «Ο άρχοντας με έστειλε, διότι αύριο θέλει να κάνει μια θεια λειτουργία και μνημόσυνο στους γονείς του».
Αυτά είπε και έφυγε. Η δε πρεσβυτέρα, η οποία είχε και αυτή δούλα, της λέει: «Εγώ πηγαίνω στο σπίτι της μητέρας μου όπου και θα κοιμηθώ. Όταν λοιπόν έλθει ο ιερεύς, ανάπαυσον αυτόν στην κλίνη του, διότι αύριο έχει Θεια Λειτουργία».
Όταν έγινε βράδυ ήρθε ο ιερέας στο σπίτι μεθυσμένος. Και αναπαύτηκε στο κρεβάτι του. Η δε δούλη του, επειδή εισήλθε ο διάβολος μέσα της, έπεσε πλησίον του Ιερέως.
Έξυπνος δε ο Ιερέας, ήλθε σε σμίξη μαζί της νομίζοντας πως είναι η πρεσβυτέρα του. Το πρωί ήλθε η πρεσβυτέρα και τον βρήκε αυτόν να κοιμάται και του λέει: «Ανάστα και ψάλε την ακολουθία σου, διότι ο άρχοντας έχει λειτουργιά για τους γονείς του».
Ο ιερέας στρέψας από την άλλη πλευρά αποκοιμήθηκε.
Και πάλι ήλθε κοντά του η πρεσβύτερα και του λέει: «Δεν σου είπα να σηκωθείς διότι σήμερα θα λειτουργήσεις;». Ο δε Ιερέας μειδίασας της λέει: «Τι λέγεις, ταλαίπωρη; Δεν είδες τι κάναμε αυτήν την νύχτα, αλλά λες ότι λειτουργιά έχω;».
Η δε πρεσβυτέρα τού λέει: «Τι κάναμε; Διότι εγώ στην οικία του πατέρα μου κοιμήθηκα». Τότε ο ιερέας της λέει: «Εγώ την νύχτα αυτή έπεσον μετά γυναικός και ποιος θήρευασα εμάς;». Τότε ρώτησε την δούλη του. Και αυτή του είπε:
«Ο σατανάς με πείραξε και έπεσα πλησίον και αυτός ήρθε μαζί μου σε σμίξη».
Τότε έκλαψαν και λυπηθήκαν πολύ. Λέγει δε ο ιερέας: «Σωπάστε, μήπως μας ακούσει κανείς, διότι ο Θεός είναι εύσπλαχνος και πολυέλεος και δια της εξομολόγησης θα με συγχωρήσει ο Κύριος».
Έψαλε λίγη ακολουθία και λόγω ντροπής πήγε στον άρχοντα να λειτουργήσει. Μετά δε την προσκομιδή, όταν είπε την ευχή «Ο Θεός, ο Θεός ημών ο τον ουράνιον άρτον κλπ…» ήλθε ο Άγγελος. Για να τελειώσει τα ΆΓΙΑ ΔΩΡΑ και είδε τον ιερέα λέγει προς αυτόν.
«Ω αφορισμένε του Θεού, πως τόλμησες να εισέλθεις να λειτουργήσεις τα Θεία Μυστήρια; Δεν είδες ότι ακάθαρτος και βέβηλος είσαι εσύ για την αμαρτία που έπραξες την προηγουμένη νύχτα; Εμείς ασώματοι και άυλοι όντες, ευλαβούμεθα να δούμε το Άγιον Πρόσωπο της μακαρίας Θεότητας στο Άγιο Μυστήριο της Θειας Ευχαριστίας, αλλά με τις φτερούγες μας καλύπτουμε το πρόσωπό μας και περιιστάμεθα με πολύ τρόμο και φόβο και συ τα καταφρονείς όλα και επιχειρείσαι τα Άγια Των Αγίων και επί στόματος φαγείν μέλλεις;».
Ο δε ιερέας είπε στον Άγγελο: «ΕΠΕΙΔΗ ΕΣΥ ΜΕ ΑΦΟΡΙΣΕΣ, ΝΑ ΕΙΣΑΙ ΚΑΙ ΕΣΥ ΑΦΩΡΙΣΜΕΝΟΣ» και ω του θαύματος!!!!!
Αμέσως απεπτερώθει ο άγγελος και έμεινε ως άνθρωπος στην Εκκλησία.
Ο δε ιερέας δεν το είδε αυτό, μετά το τέλος της Θείας Λειτουργίας πήγε στο σπίτι του άρχοντα και το βράδυ γύρισε στην οικία του. Μετά από κάποιες μέρες κάποιος άνθρωπος πέθανε στην χώρα εκείνοι και κάλεσαν τους ιερείς να τον ψάλουν. Κάλεσαν λοιπόν και τον ιερέα αυτόν. Την ώρα λοιπόν της νεκρώσιμου ακολουθίας, όταν ο ιερέας αυτός είπε «Συ ει η ανάστασις, η ζωή και η ανάπαυσις….» ω του θαύματος!!!!!!!!!
Ευθύς ο νεκρός ανακάθισε και είπε στον ιερέα ότι «αν και νεκρούς αναστήσεις, δεν είσαι άξιος να φορέσεις το πετραχήλι ή να λειτουργήσεις ή να κάνεις κάτι το ιερατικό». Αυτά είπε ο νεκρός και έπεσε πάλι μέσα στο μνήμα. Ο δε λαός και οι υπόλοιποι ιερείς βλέποντας το παράδοξο αυτό θαύμα είχαν μεγάλη απορία και ρωτούσαν τον ιερέα: «Τι σημαίνει αυτό το μεγάλο θαύμα;». Τότε ο ιερέας εξομολογήθηκε ενώπιον όλων το αμάρτημά του.
Τότε λέγουν οι υπόλοιποι ιερείς:
«Από τώρα και στο εξής σε συμφορουμε εμείς και όπως θέλεις ποίησον» και έφυγε αυτός λυπημένος στον οίκο του και διηγήθηκε τα γεννώμενα. Τότε λέει προς την πρεσβυτέρα:
«Τι θα κάνουμε από εδώ και στο εξής; Επιστήμη άλλη δεν γνωρίζω, πως θα σας θρέψω; Αλλά θα φύγουμε από αυτόν τον τόπο να πάμε σε μια άγνωστη χώρα να μην μας γνωρίζουν για να περάσουμε το υπόλοιπο της ζωή μας».
Φύγανε λοιπόν σε άλλη πόλη που κανείς δεν τους γνώριζε και λειτουργούσε εκεί. Και ω! του θαύματος. Το πρόσωπό του λόγω του αφορισμού από τον άγγελο έγινε μέλαν.
Αφού πέθανε η πρεσβυτέρα και τα παιδιά αυτού έζησε μόνος 375 χρόνια.
Υπήρχε εκείνον τον καιρό Μητροπολίτης αξιόλογος και δίκαιος σε όλα.
Όταν ήλθε η εορτή του Άγιου Μερκουρίου και ο άρχοντας εκείνης της πόλεως γιόρτασε τον άγιο, κάλεσε και τον μητροπολίτη και βρέθηκε και ο ιερέας εκείνος. Όταν δε στην τράπεζα άρχισε ο Αρχιερέας να διηγείται το συναξάρι του Άγιου και τον άκουγαν όλοι, ο ιερέας είπε: «Συ μεν Δέσποτά μου άγιε, εκ του αγίου συναξαρίου μιλάς για τους άθλους του αγίου. Εγώ δε ήμουν εκείνη την εποχή παρών και έβλεπα τον μάρτυρα αγωνιζόμενον και αθλούντα. Ήταν δε και γείτονάς μου και πολλές φορές είχαμε φάει μαζί».
Ο δε Αρχιερέας τον κοίταξε τον ιερέα και του λέει: «Εσύ είσαι 40 χρόνια εδώ, πως λες ότι είδες τον Άγιο. Αφού αυτός μαρτύρησε περίπου πριν 370 χρόνια. Συ δε πως ήσουν γεννημένος και τα είδες αυτά;». Αυτός δε έπαιρνε όρκο ότι λέει αλήθεια και δεν ψεύδεται.
Ο αρχιερέας τότε τον πήρε κατά μόνας και του ζήτησε να τα εξομολογηθεί όλα, τότε ο ιερέας τού είπε όλη την ιστορία και πως τον αφόρισε ο άγγελος και ο ιερέας τον άγγελο και αφορισθέντες έμειναν.
Τότε ο αρχιερέας του λέει: «Γνωρίζεις ότι είσαι δεμένος από Άγγελο και μέχρι τώρα ζεις και δεν θα πεθάνεις εις τον αιώνα, αλλά να πας στην Εκκλησιά εκείνη που έγινε ο αφορισμός, διότι και τώρα ο Άγγελος εκεί είναι επειδή και εσύ τον έδεσες».
Ο δε ιερέας του απαντά: «Δεν μπορώ, άγιε του Θεού Δέσποτα μου, να κάνω αυτό που μου ζητάς, διότι είναι πολύ μακριά και τρόπο δεν έχω να πάω. Ούτε έχω άλογο να ιππεύσω για να πάω».
Τότε λέει ο αρχιερέας σε αυτόν:
«Εάν δεν μπορέσεις να πάς εκεί, ούτε εσύ θα πεθάνεις, ούτε ο άγγελος πτερούνται για να φύγει για τους ουρανούς».
Ο δε αρχιερέας πάλι παρακαλούσε λέγοντας: «Επειδή λες ότι δεν μπορείς, θα κάνω έλεος σε εσένα και θα σου δώσω άλογο και χρήματα να πας και θα έρθω και εγώ μαζί σου».
Φύγανε λοιπόν και έφτασαν σε μια ερημωμένη χώρα, όπου δεν υπήρχε ούτε σπίτι ούτε πλατεία, τίποτα.
Ο αρχιερέας τον ρώτησε: «Εδώ είναι η πόλη;».
«Αυτή είναι η πόλη, αλλά είναι έρημη, άγιε Δέσποτα».
«Δεν γνωρίζεις την εκκλησία;». Και βλέποντας ο ιερέας είδε σε μια μεγάλη απόσταση δέντρα και είπε ότι εικάζει ότι εκεί βρίσκεται η εκκλησία. Αφού έφτασαν εκεί, βρήκαν ένα ναό ερημωμένο, όπου λίγα ερείπια επί του Άγιου βήματος υπήρχαν. Και αφού κατέβηκαν από τα άλογα λέει ο αρχιερέας: «Πήγαινε προς το βήμα».
Και μόλις προχώρησε, βρήκε ο ιερέας τον άγγελο ιστάμενον εκεί και λέγει ο άγγελος: «Καλώς ήλθες για να συγχωρεθούμε συναλλήλως». Λέγει ο ιερέας:
«Ευλόγησον, άγιε άγγελλε του Θεού, συγχώρησον μοι». Ο δε άγγελος είπε: «Συγχώρησον έμενα πρώτα και τότε και εγώ, διότι αν συγχωρήσω εγώ εσένα, εσύ θα πεθάνεις αυτήν την ώρα και εγώ θα μείνω δεμένος..»
Τότε λέγει ο ιερέας: «Εάν και εγώ σε συγχωρέσω, θα έχεις πτερωθεί και θα φύγεις στους ουρανούς και εγώ θα μείνω στο δεσμό».
Τότε λέγει ο άγγελος: «Ομνύω στον θρόνο του Θεού τον ασάλευτο, ότι δεν θα σε αφήσω στα δεσμά». Όλα αυτά δε ο αρχιερέας τα άκουγε έξωθεν.
Τότε λέγει ο ιερέας προς τον άγγελο: «Εν ονόματι του Πατρός και του Υιού και του Άγιου Πνεύματος ας είσαι συγχωρεμένος παρ’ εμού του αμαρτωλού» και ευθύς ω του θαύματος!!!
Επτερώθει ο άγγελος και πετούσε σε ύψος και είπε προς τον ιερέα: «Ας είσαι συγχωρεμένος και συ, ω πρεσβύτερε». Και πριν τελειώσει τους λόγον του ο άγγελος βρέθηκαν τα οστά του ιερέως σωρηδόν στον τόπο που στεκόταν.
Ο δε αρχιερέας είπε προς τον άγγελο «ω, άγιε άγγελε, δέομαι σε εσένα κάνε μου μια χάρη και ψάλε μου ένα αγγελικό ύμνο να ακούσω και εγώ». Ο δε Άγγελος τού είπε: «Αυτό που ζητάς δεν μπορεί να γίνει, διότι αν ακούσης την αγγελική φωνή, επί τόπου θα πεθάνεις, διότι δεν υπάρχει σάρκα θνητή να ακούσει φωνή Άγγελου και να ζήσει. Πλην όμως επειδή έκανες μεγάλη αγαθοσύνη σε εμένα και τον Ιερέα, μείνε λίγο έως ανέλθω μέχρι τρίτο ουρανό και να ψάλω λίγο, διότι μέχρι εκεί μπορείς να βαστάξεις».
Έτσι, όταν ανήλθε έως τρίτου ουρανού, έψαλλε το αλληλούια, από δε της γλυκιάς του μελωδίας έπεσε ο αρχιερέας στην γη σαν νεκρός μέχρι 3 ώρες και μόλις και με το ζόρι μετά συνήρθε. Αφού τον Θεό ευχαρίστησε, επέστρεψε στην επαρχία και έγραψε την διήγηση αυτή του ιερέως για μεγάλη ωφέλεια. Για να ακούμε εμείς οι ράθυμοι και να διορθωθούμε και σπουδαίοι και προσεκτικοί να γινόμαστε, καθαροί των αισχρών λογισμών και άπρεπων επιθυμιών.
ΔΙΗΓΗΜΑΤΑ ΤΟΥ ΜΕΓΑΛΟΥ ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ. ΦΟΒΕΡΑ ΚΑΙ ΦΡΙΚΤΑ
http://apantaortodoxias.blogspot.gr/2009/03/blog-post_15.html
πηγη yiorgosthalassis.blogspot.com