Σεισμός μεγέθους 6,3 βαθμών της κλίμακας Ρίχτερ έγινε τις πρώτες πρωινές ώρες της Τρίτης (11/01) στην Κύπρο. Ειδικότερα, σύμφωνα με τη σχετική εκτίμηση του Ευρωμεσογειακού Σεισμολογικού Κέντρου (EMSC), ο σεισμός έγινε στις 03:07 και το επίκεντρο της δόνησης εντοπίστηκε 55 χιλιόμετρα δυτικά-βορειοδυτικά της κοινότητας Έμπα, που βρίσκεται στην επαρχία της Πάφου, και 111 χιλιόμετρα δυτικά-βορειοδυτικά της Λεμεσού. Ακόμα, το εστιακό βάθος της εν λόγω σεισμικής δόνησης υπολογίστηκε μόλις σε 2 χιλιόμετρα.
M6.3 #earthquake (#σεισμός) strikes 131 km W of #Nicosia (#Cyprus) 14 min ago. Updated map of its effects: pic.twitter.com/rz3UIXwYEs
— EMSC (@LastQuake) January 11, 2022
Από την πλευρά του, το Γεωδυναμικό Ινστιτούτο του Εθνικού Αστεροσκοπείου Αθηνών κατέγραψε τον εν λόγω σεισμό στις 03:07 με μέγεθος 6,4 βαθμών της κλίμακας Ρίχτερ.
Επίσης, σύμφωνα με τη σχετική αναθεωρημένη λύση του Γεωδυναμικού Ινστιτούτου, το επίκεντρο του σεισμού εντοπίστηκε 241 χιλιόμετρα ανατολικά-νοτιοανατολικά του Καστελόριζου, δηλαδή στα ανοιχτά της Κύπρου.
Το εστιακό βάθος του σεισμού, πάντως, υπολογίστηκε στα 34,5 χιλιόμετρα.
Η Κύπρος βρίσκεται σε περιοχή με έντονη σεισμική δραστηριότητα, όπου συναντιέται η ευρασιατική τεκτονική πλάκα με την αφρικανική.
Την 9η Οκτωβρίου 1996, σεισμός μεγέθους 6,8 βαθμών είχε στοιχίσει τη ζωή σε δύο ανθρώπους και είχε προκαλέσει ζημιές σε σπίτια στην Πάφο και στη Λεμεσό.
Τη 10η Σεπτεμβρίου 1953, σεισμός μεγέθους 6,3 βαθμών είχε στοιχίσει τη ζωή σε 40 ανθρώπους και είχε καταστρέψει εκατοντάδες σπίτια, κυρίως στην περιοχή της πόλης της Πάφου.
Τι αναφέρει ο Γεράσιμος Χουλιάρας
Ο Διευθυντής Ερευνών του Γεωδυναμικού Ινστιτούτου Αθηνών, σεισμολόγος, Γεράσιμος Χουλιάρας με ανάρτηση του του Facebook αναφέρει σχετικά:
«Η Κύπρος βρίσκεται στη σεισμογόνο ζώνη των Άλπεων-Ιμαλαΐων, μέσα στην οποία εκδηλώνεται το 15% των σεισμών παγκοσμίως. Η σεισμικότητα της Κύπρου αποδίδεται κατά κύριο λόγο στο «Κυπριακό Τόξο», που αποτελεί το τεκτονικό όριο μεταξύ της Αφρικανικής και Ευρασιατικής λιθοσφαιρικής πλάκας στην περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου. Η Αφρικανική πλάκα κινείται βόρεια προς την πλάκα της Ευρασίας με αποτέλεσμα τη σύγκρουση των δυο πλακών και την κατάδυση της Αφρικανικής πλάκας κάτω από τη μικροπλάκα της Ανατολίας (τμήμα της Ευρασιατικής πλάκας όπου βρίσκεται και η Κύπρος).
Το δυτικό τμήμα του Κυπριακού Τόξου παρουσιάζει έντονη σεισμική δραστηριότητα με σεισμούς ενδιάμεσου βάθους (μέχρι 130km) κοντά στον Κόλπο της Αττάλειας, όπου η καταβύθιση είναι ενερή. Το κεντρικό τμήμα παρουσιάζει επίσης έντονη σεισμικότητα, κυρίως με επιφανειακούς σεισμούς. Το ανατολικό τμήμα παρουσιάζει χαμηλή σεισμικότητα με απουσία σεισμών ενδιάμεσου βάθους, πιθανόν λόγω μη-ενεργής καταβύθισης. Η πιο έντονη σεισμικότητα της Κύπρου παρατηρείται στο κεντρικό-δυτικό μέρος του Κυπριακού Τόξου και σε χερσαία ρήγματα στη Πάφο, Λεμεσό και Λάρνακα.
Ιστορικές αναφορές και αρχαιολογικά ευρήματα μαρτυρούν ότι την Κύπρο έπληξαν στο παρελθόν ισχυροί σεισμοί, που σε αρκετές περιπτώσεις κατέστρεψαν τις πόλεις της. Ιστορικά δεδομένα δείχνουν ότι 20 καταστροφικοί σεισμοί, με ένταση μεγαλύτερη από V στην τροποποιημένη κλίμακα Μερκάλλι, έγιναν μεταξύ 26 π.Χ. και 1900 μ.Χ.
Ακριβέστερα στοιχεία για τους σεισμούς που σημειώνονται στον κυπριακό χώρο άρχισαν να συλλέγονται από το 1896, όταν σεισμολογικοί σταθμοί άρχισαν να λειτουργούν στις γειτονικές χώρες. Η κατάσταση έχει βελτιωθεί σημαντικά από τα μέσα της δεκαετίας του 1980, με την ίδρυση σεισμολογικών σταθμών στην Κύπρο. Κατά τον τελευταίο αιώνα εκατοντάδες σεισμοί με τα επίκεντρά στην Κύπρο και τη γύρω περιοχή, έγιναν αισθητοί στο νησί. Από αυτούς δεκάδες προκάλεσαν ζημιές και μερικοί είχαν θύματα.»