Με αφορμή την παράστασή του “Φεγγάρι από χαρτί”, ο Μιχάλης Ρέππας μιλά στο News 24/7 για το έργο που ήρθε σαν αναπάντεχο δώρο, για την αλήθεια της Τζόυς Ευείδη, την επιστροφή του με την Θανάση Παθανασίου στην τηλεόραση, τις ταινίες του Σακελάριου και τη σύμβαση του Bachelor.
Του Χρήστου Καράμπελα
Η “συνάντησή” μας έγινε επεισοδιακά, όπως μόνο έτσι φαντάζομαι θα μπορούσε να γίνει. Στο πρώτο μας τηλεφώνημα τον πέτυχα να ψάχνει ένα ταξί, προκειμένου να μεταβεί στην πρόβα για το νέο του μουσικό έργο που συνυπογράφει με τον Θανάση Παπαθανασίου με τίτλο “Φεγγάρι από χαρτί”, το οποίο ακολουθώντας τις επιταγές των καιρών και τα μέτρα προστασίας κατά της πανδημίας θα παιχτεί σήμερα ζωντανά στις 19.30 στο θέατρο Rex χωρίς κοινό και θα μεταδοθεί μέσω της livestreaming πλατφόρμας του Εθνικού Θεάτρου. Ακούγονταν κόρνες, πιθανότατα λόγω συμφόρησης και ευτυχώς παρά το κομφούζιο φαίνεται να βρήκε άκρη. Διακόψαμε για λίγο και στο δεύτερο τηλεφώνημα, επιβεβαίωσε πολύ γρήγορα την εικόνα που είχα σχηματίσει για εκείνον.
Ο Μιχάλης Ρέππας είναι ένας άνθρωπος – ανοιχτό βιβλίο που λέμε: Ειλικρινής, ακομπλεξάριστος, χειμαρρώδης στον λόγο του. Μπορεί να σου διηγηθεί αμέτρητες ιστορίες τόσο από βιώματά του όσο και από αναζητήσεις του και σε κάθε μια παθιάζεται, νιώθεις τη ζει στο παρόν και καταφέρνει να σε παρασύρει. Η δε αίσθηση του χιούμορ του είναι συνεχώς εκεί, ξεπηδά την κατάλληλη στιγμή, σε αιφνιδιάζει αλλά και σου θυμίζει γιατί μαζί με τον Θανάση Παπαθανασίου είναι εδώ και πολλά χρόνια το κορυφαίο συγγραφικό δίδυμο της ελληνικής κωμωδίας.
Με αφορμή την παράστασή του “Φεγγάρι από χαρτί”, ο Μιχάλης Ρέππας μιλά στο News 24/7 για το έργο που ήρθε σαν αναπάντεχο δώρο, για την αλήθεια της Τζόυς Ευείδη, την επιστροφή του με τον Θανάση Παθανασίου στην τηλεόραση, τις ταινίες του Σακελάριου και τη σύμβαση του Bachelor.
«Φεγγάρι από χαρτί», ένα έργο φρέσκο που σας δόθηκε ανάθεση από το Εθνικό Θέατρο.
«Ήταν μια πρόταση που μας ήρθε ξαφνικά. Αυτήν την χρονιά που πέρασε φάγαμε θα έλεγα τρεις πολύ ευχάριστες “μπουνιές”. Η τύχη μάς επιφύλασσε τρία δώρα που δεν μπορούσε να τα βάλει ο νους μας, το ένα ήταν όταν σε έναν “θεοπάλαβο” που λέγεται Ηλίας Μαροσούλης ήρθε η τρέλα να ανεβάσει ένα μεγάλο έργο και έτσι του είπαμε μια ιδέα μας που δουλεύαμε καιρό, ένα θεατρικό αφιέρωμα στον παλιό ελληνικό κινηματογράφο. Έτσι προέκυψε “Το δικό μας σινεμά” που θεωρώ είναι μια παράσταση once in a lifetime, δεν ξαναγίνεται.. Το δεύτερο αναπάντεχο δώρο είναι ότι μας κάλεσε το Εθνικό Θέατρο για να κάνουμε το “Φεγγάρι από χαρτί”. Και το τρίτο δώρο είναι που μας πήρε η Κάτια Δανδουλάκη για να της γράψουμε ένα μονόλογο τώρα, τις δύσκολες ημέρες του Covid, και έτσι προέκυψε το έργο “Το καινούργιο παιδί”, το οποίο θα ανέβει όταν με το καλό ανοίξουν τα θέατρα.
Το “Φεγγάρι από χαρτί” είναι μια ηθογραφία της δεκαετίας του ’60”
Τα έργα αυτά βγήκαν από μέσα μας σαν καταρράκτης. Ειδικά για το “Φεγγάρι από χαρτί” από τη στιγμή που βάλαμε το μυαλό μας ότι το χρειάζεται το Εθνικό, ήταν σαν να να αυτοτοποθετήθηκαν η χρονολογία και η τοποθεσία του έργου και σαν να κατέβηκαν οι χαρακτήρες από μόνοι τους και κατέλαβαν τον χώρο στην οθόνη του κομπιούτερ. Γράφτηκε με απίστευτες ταχύτητες, προφανώς μέσα μας υπήρχε τόσο πράγμα μαζεμένο που ολοκληρώθηκε σχεδόν ανεξέλεγκτα από εμάς. Πρόκειται για μια ιστορία τεσσάρων εφήβων, αν και τα πρόσωπα του έργου είναι 19. Και όταν λέμε 19 δε σημαίνει ότι κάποιος είναι πρωταγωνιστής και κάποιος λέει δυο ατάκες: Βλέπουμε 19 παράλληλες ιστορίες με αρχή, μέση και τέλος. Είναι μια ηθογραφία της δεκαετίας του ’60.»
Διάβασα ότι στο έργο οι έφηβοι ήρωες είναι σαν να βγαίνουν από μια δύσκολη ιστορικά στιγμή και εκεί που περιμένουν ότι θα ησυχάσουν μπαίνουν σε μια ακόμη δυσκολότερη. Υπάρχει ένας παραλληρισμός στους νέους του τώρα, πρώτα η οικονομική κρίση και μετά υγειονομική;
«Η αρχής της δεκαετίας του ’60 ήταν μια εξαιρετικά ανθηρή εποχή, μια εποχή όπου νόμιζαν οι άνθρωποι αφήνουν πίσω τους τον εμφύλιο και πέσανε στο ’67 με εκείνη την πολύ άσχημη φάρσα της ιστορίας που κράτησε επτά χρόνια και μας πήγε πίσω άλλα επτά. Με την αναγωγή στο σήμερα δεν θα συμφωνήσω: Θεωρώ την οικονομική κρίση πολύ πιο ήπιο παροξυσμό της ιστορίας σε σχέση με έναν πόλεμο. Είναι βέβαια κάτι που το ζούμε στον ενεστώτα και πραγματικά καταλαβαίνω ότι είναι δύσκολο γιατί αυτή είναι η ζωή του καθενός σήμερα και δεν γυρίζει πίσω για διορθωτικές αλλαγές αλλά μην κάνουμε ανιστόρητες συγκρίσεις.
Θεωρώ την οικονομική κρίση πολύ πιο ήπιο παροξυσμό της ιστορίας σε σχέση με έναν πόλεμο
Για παράδειγμα στο πρώτο lockdown άκουσε έναν γεράκο μεγάλης ηλικίας να λέει “βρε παιδιά σάς καταλαβαίνω, είναι δύσκολο πράγμα να κλειστείς σπίτι σου αλλά εγώ ήμουν κλεισμένος σε ένα σπίτι για δύο χρόνια, γιατί είμαι Εβραίος. Και ευγνωμονώ την τύχη μου που μπόρεσα να κλειστώ σε ένα σπίτι και να βγω ζωντανός”. Δεν μου αρέσει να κάνω αναγωγές και συγκρίσεις και παραλληλισμούς. Κάθε ιστορία και κάθε στιγμή έχει τη δική της ακατανόητη ποιότητα και αν θέλετε η μόνη δουλειά μας ως καλλιτέχνες είναι να το αναδείξουμε αυτό, αυτές τις διαφορές ποιότητας.»
Είναι μια μουσική παράσταση. Πώς ήταν η συνεργασία με τον Νίκο Κυπουργό και την Αφροδίτη Μάνου που επιμελήθηκαν τη μουσική και τα τραγούδια της παράστασης;
«Τα τραγούδια γράφτηκαν ειδικά για την παράστασή μας. Με την Αφροδίτη είμαστε σαν οικογένεια, δεν υπάρχει ποτέ κόπος όταν δουλεύουμε μαζί. Είναι μια σταθερή συνεργάτης μας, έχουμε κάνει μαζί μουσικές δουλειές και μικρότερες και μεγαλύτερες όπως η “Τσινετιτά”, το “Ποια Ελένη”, το “Μακρυκωσταίοι και Κοντογιώργηδες” και φυσικά την ταινία “Το Κλάμα βγήκε από τον Παράδεισο”. Έχει μια τόσο έντονη ευαισθησία. Δεν ξέρω πώς το καταφέρνει, ποια μέθοδο χρησιμοποιεί αλλά γράφει στίχους που είναι επέκταση του κειμένου μας, μια συμπλήρωση του έργου. Δύο φορές θυμάμαι τις είχα πει στο παρελθόν ότι δύο τραγούδια ίσως να μην ταιριάζουν στο έργο και όπως αποδείχτηκε έκανα τραγικό λάθος καθώς ήταν τα πιο πετυχημένα κομμάτια της παράστασης: Μιλώ για την έναρξη στο “Ποια Ελένη” και το συγκλονιστικό “Μαύρο Βελούδο” στην “Τσινετσιτά”.
Με τον Νίκο (Κυπουργό) είχαμε πάλι συνεργαστεί στην ταινία “Οξυγόνο”, δεν ήταν ποτέ δύσκολη η συνεργασία μας. Είναι μια πολύ δυνατή ομάδα.»
Για την Τζόυς Ευείδη δυο λόγια;
«Την Τζόυς τη γνώρισα στις εισαγωγικές εξετάσεις στη σχολή υποκριτικής του Εθνικού Θεάτρου. Περιμέναμε με άγχος στην ξύλινη σκάλα που υπήρχε έξω από την αίθουσα, την είδα, της συστήθηκα, μου συστήθηκε και από τότε κολλήσαμε. Στα τρία χρόνια που φοιτήσαμε, παίρναμε όλα τα κομμάτια μαζί, ακόμα δεν μπορώ να καταλάβω πώς το κάναμε αυτό. Πραγματικά το θράσος μας ήταν απύθμενο, σχεδόν δεν επιτρέπαμε στους καθηγητές να μας χωρίσουν. Και όταν λέω καθηγητές μιλώ για ανθρώπους με κύρος όπως η Ελένη Χατζηαργύρη, η Αντιγόνη Βαλάκου, ο Αντρέας Φιλιππίδης, ο Ιάκωβος Ψαρράς…
Το θεωρούσαμε τόσο αυταπόδεικτο, τους κόβαμε τον αέρα και επιπλέον δεν δεχόμαστε τίποτα άλλο εκτός από κωμωδίες. Βέβαια δεν είμασταν αριστούχοι, αλλά είχαμε φοβερή αυτοπεποίθηση, δεν φοβηθήκαμε ποτέ ότι δεν θα χάσουμε χρονιά. Θυμάμαι χαρακτηριστικά τη Βαλάκου, η οποία ήταν πάρα πολύ αυστηρή, νευρίαζε πολύ με τα παιδιά που τους είχε δώσει να παίξουν “Τρωάδες”, ενώ και σε εμένα και την Τζόυς, που μας είχε δώσει την κωμωδία “Φιάκας” του Δημοσθέση Μισιτζή, δεν έλεγε τίποτα. Σηκωνόμασταν, δεν διαβάζαμε, δεν ξέραμε λόγια ή κίνηση, αλλά και πάλι η Βαλάκου μάς έλεγε “εσείς ξέρετε πιο καλά από μένα παιδάκια μου”. Οι συμφοιτητές μας στις Τρωάδες έφριτταν (γέλια). Πέραν της αδυναμίας που μάς έδειχνε, νομίζω καταλάβαινε ότι είμαστε του εμπορικού θεάτρου.»
Η Τζούς σαν άνθρωπος είναι κυρία, περήφανη και πολύ καλλιεργημένη γυναίκα. Αυτό που με τρελαίνει λίγο, (ίσως φταίμε κι εμείς βέβαια) είναι ότι έχει ένα προφίλ πολύ κοντά στον ρόλο της Νανάς Σταμάτη από τους “Μεν και του Δεν”, ενώ η ίδια στη ζωή της δεν είναι καθόλου έτσι. Είναι ένα κορίτσι από μεσοαστική οικογένεια, από πολύ καλό σχολείο. Όταν ήρθε στη σχολή είχε διαβάσει στα αγγλικά όλα τα έργα του Μπέρναρντ Σω. Μπορεί να είχε έφηβη κασέτα με τους S∈x Pistols ας πούμε αλλά οπωσδήποτε είχε και κασέτα της Τραβιάτα με ηχογράφηση της Κάλλας. Η Τζόυς δεν είναι αυτό που φαίνεται και δείχνει.
Με χαροποιεί που αυτή τη σοβαρότητα που έχει η Τζόυς Ευείδη και άλλοι άνθρωποι του λεγόμενου λαϊκού θεάτρου, ο κόσμος κατά βάθος την εισπράττει και τους αποδέχεται με μια διαφορετική ποιότητα
Ο κόσμος νομίζω σήμερα έχει λίγο τους τηλεοπτικούς ηθοποιούς και αυτούς που συμμετέχουν στο Μπάτσελορ περίπου στο ίδιο τσουβάλι. Αυτό που με χαροποιεί όμως, είναι ότι για έναν περίεργο λόγο ο κόσμος κατά βάθος αυτή τη σοβαρότητα που έχει η Τζόυς Ευείδη και άλλοι άνθρωποι του λεγόμενου λαϊκού θεάτρου, την εισπράττει και τους αποδέχεται με μια διαφορετική ποιότητα. Χωρίς να εκφράζεται αυτό κάπου φωναχτά. Βλέπω ότι έχει κάποιου άλλου είδους αποδοχή. Δεν είναι το ίδιο ο Σπύρος Παπαδόπουλος με ένα νέο τηλεοπτικό αστεράκι. Όταν μεγαλώνεις βλέπεις ότι δεν είναι τόσο αόρατο το ποιος είσαι, κάπου εισπράττεται και η σοβαρότητα και η συνέπεια, και η όποια καλλιέργεια κουβαλά κανείς.»
Θα κάνουμε ξανά τηλεόραση. Θα είναι κωμωδία, λογικά τα γυρίσματα θα γίνουν μέσα στο 2021
Πώς βιώσατε το lockdown;
«Ο Θανάσης (Παπαθανασίου) κι εγώ είμαστε άνθρωποι που πηγαίνουμε πάντα όπου μας οδηγεί η ζωή. Δε σημαίνει ότι δεν διαμαρτυρόμαστε, ότι δεν λέμε “ουφ”, αλλά το “ουφ” κρατάει όσο κρατάει ένα “ουφ”. Δεν είμαστε και πολύ να πέσουμε κάτω να πεθάνουμε. Η ζωή μας δεν άλλαξε καθόλου, αυτός από το σπίτι του, εγώ από το σπίτι μου, δουλεύουμε κανονικά πρωί απόγευμα μέσω skype, και βέβαια επειδή εξαφανίστηκε το θέατρο από την άμεση προοπτική, πήραμε τη μεγάλη απόφαση να κάνουμε την “εξαγορά” του αιώνα: θα κάνουμε ξανά τηλεόραση. Θα είναι κωμωδία, λογικά τα γυρίσματα θα γίνουν μέσα στο 2021. Δεν μπορώ ακόμα να αποκαλύψω κάτι περισσότερο, περιμένω από το κανάλι να κάνει την ανακοίνωση.»
Έχετε σκεφτεί να κάνετε remake στις Τρεις Χάριτες;
«Αυτό έχει συζητηθεί πολλές φορές αλλά κάτι δεν κάθεται, δεν θέλει. Και καλά κάνει και δεν θέλει.»
Μια θεατρική μεταφορά τους;
«Όχι βέβαια, ποτέ. Δεν έχουν λόγο να γίνουν θεατρικό. Αν εγώ είχα γυρίσει τον “Ηλία του 16ου” με τον Χατζηχρήστο, είναι σαν να με ρωτάτε αν θα τον ξαναέκανα. Όχι, δεν θα τον ξαναέκανα.»
Τον έκανε βέβαια ο Πέτρος Φιλιππίδης. Και έργα της Βουγιουκλάκη έχουν μεταφερθεί στο θέατρο, όπως πριν δύο χρόνια τα “Χτυποκάρδια στο Θρανίο”.
«Καλά έκανε ο Πέτρος και αναμετρήθηκε με ένα τόσο σημαντικό κείμενο. Αλίμονο, αν δεν το έκανε αυτός τότε ποιος; Θεωρώ ότι είναι πολύ σημαντικό για τους κωμικούς μας να αναμετρηθούν με αυτά τα κείμενα, ο Μπακαλόγατος άλλωστε που ανέβασε έσκισε. Εμείς δύο φορές έχουμε κάνει έργα του Σακελάριου, προσωπικά τον λατρεύω. Αυτό που λέω είναι ότι αν εγώ ήμουν ο Σακελάριος, δεν θα έκανα remake μιας επιτυχίας μου.»
Δεν θεωρώ τα “Χτυποκάρδια στο Θρανίο” από τα σημαντικά έργα του Σακελλάριου
«Ως προς τα “Χτυποκάρδια στο Θρανίο”, δεν το θεωρώ από τα σημαντικά έργα του Σακελλάριου, από άποψη γραφής. Ήταν ένα χαριτωμένο έργο που έγινε πιο πολύ στα μέτρα της Αλίκης Βουγιουκλάκης. Δεν ήταν ένα εμπευσμένο έργο όπως ήταν τα “Δεσποινίς ετών 39”, “Ήρωας με παντόφλες, “Ο Ηλίας του 16ου”, “Ένα βότσαλο στη λίμνη”, “Ούτε γάτα, ούτε ζημιά”, “Θα σε κάνω βασίλισσα”, ” Φίλος μου ο Λευτέρακης”, οι “Μακρυκωσταίοι και Κοντογιώργηδες”. Αυτά είναι τεράστια, είναι εργάρες.
Τηλεόραση βλέπετε σήμερα;
«Δυστυχώς η ελληνική τηλεόραση παίζει τις ώρες που εγώ δουλεύω. Βλέπω τηλεόραση το βράδυ και ομολογώ βλέπω μόνο Netflix. Θαυμάζω απεριόριστα αυτούς που έκαναν το Crown, δεν μπορώ να το πιστέψω ότι υπάρχει αυτή η σειρά. Δεν πιστεύω τα μάτια σε κάθε επεισόδιο: Έχει γίνει με τόση ακρίβεια, τόση λεπτότητα, λέει την αλήθεια χωρίς να θίγει κανέναν. Κρατάει μια τόσο σωστή απόσταση από τα πράγματα και από την αδιακρίσια-κουτσομπολιό και ταυτόχρονα δείχνει το συλλογικό και το ατομικό δράμα των προσώπων. Είναι ισχνό το υλικό της πραγματικότητας, είναι δεσμευμένοι από τη ροή των γεγονότων οι σεναριογράφοι και όμως δημιουργούν σασπένς και ένταση εκ του μηδενός. Τους θαυμάζω απεριόριστα όλους όσους συμμετέχουν στην παραγωγή.
Ακόμη και παραγωγές του Netflix που δεν είναι οι καλύτερες ποιοτικά, έχουν εξαιρετική αφηγηματική μαεστρία και ενώ νιώθεις ότι μπορεί να είναι βλακεία αυτό που βλέπεις, δεν μπορείς να ξεκολλήσεις. Έβλεπα πχ το “How to get away with murder”, μια αμερικανιά που όμως δε σε αφήνει να πάρεις ανάσα. Είδα και τα 90 επεισόδια, σχεδόν το ένα μετά το άλλο. Το ίδιο έπαθα και με το “Locked-up”».
Έχετε δει καθόλου ριάλιτι στην ελληνική τηλεόραση, έστω μέσω διαδικτύου.
«Από ριάλιτι έχω δει μόνο ένα, το Bachelor. Μην το περιφρονείτε τόσο πολύ. Μου κάνει μεγάλη εντύπωση το Bachelor. Βλέπω μεν ένα πλαίσιο ψεύτικο – πιο συμβατικό πεθαίνεις – και αυτά που λέγονται είναι όσο πιο κοινότυπα πάει, αλλά μου κάνει τρομακτική εντύπωση ότι οι συμμετέχουσες, ενώ ξέρουν πάρα πολύ καλά πού βρίσκονται και τι κάνουν (και δεν θα μπορούσαν να μην το ξέρουν γιατί είναι παρόν ένα συνεργείο και όλα όσα βλέπουμε θέλουν ώρες να προετοιμαστούν και γυριστούν), δεν αστειεύονται. Αυτές οι υστερίες, τα κλάματα και οι σκηνές δεν είναι στημένες, δεν επίτηδες, δεν είναι σενάριο. Για όσα υπάρχει σενάριο, φαίνονται. Αρχίζω να συλλογίζομαι μήπως όλοι ζούμε σε ένα Bachelor, μήπως όλοι παίρνουμε τη σύμβαση του κοινωνικού μας ρόλου και παθιαζόμαστε τόσο πολύ μέχρι που κάνουμε τον ρόλο πραγματικότητα. Μήπως όλοι τελικά ισορροπούμε μεταξύ αλήθειας και σύμβασης. Αυτό με εντυπωσίασε, δεν μπορώ να πιστέψω πόσο μπορεί να παθιάζονται για κάτι που ξέρουν πάρα πολύ καλά ότι δεν είναι αλήθεια. Δεν προέκυψε επειδή έτσι τα έφερε η ζωή και όμως συμμετέχουν και για κάποιες είμαι σίγουρος ότι είναι όντως ερωτευμένες. Παρόλο που είναι στημένο, αυτό που γίνετα αρχίζει σιγά σιγά να αποκτά όγκο μέσα στις ψυχές τους και να αποτούν σιγά σιγά κανονικά αυθεντικά συναισθήματα.
Μην τα περιφρονούμε τα κορίτσια του Bachelor δεν είναι κανένας μας ανώτερος από αυτές
Αν σκεφτώ πίσω τον εαυτό μου ίσως και εγώ για παράδειγμα να είχα δει κάποια ταινία του ’70 που τότε να έλεγαν ότι είναι σημαντική, καταπληκτική, παρέμβαση στο σινεμά και να συμφωνούσα. Που όμως αν τη δω τώρα θα πω ότι ήταν μια μ@λ@κι@. Το “Τελευταίο τανγκό στο Παρίσι” μου φαίνεται πλέον μια αηδία και μισή. Μήπως κι εγώ τότε υπάκουσα στη σύμβαση της εποχής, σαν μια άλλη “Αντζελίνα” έπρεπε να λέω αυτό για να υπάρχω στα μάτια του “Παναγιώτη”, δηλαδή του περιβάλλοντός μου; Το έλεγα και μπορεί στο τέλος και να το πίστευα. Και σήμερα λοιπόν μπορεί να υπάρχει ένας “Παναγιώτης” που δεν καταλαβαίνω, ποιος μου εγγυάται ότι σήμερα βλεπω την αλήθεια; Μην τα περιφρονούμε αυτά τα κορίτσια, δεν είναι κανένας μας ανώτερος από αυτές. Η υπεροψία είναι κακός σύμβουλος σε κάθε περίπτωση.»
Πού έχετε γελάσει πιο πολύ: Στα γυρίσματα του Safe S∈x, του “Το Κλάμα βγήκε από τον παράδεισο” ή στο “Αυστηρώς Κατάλληλο”;
«Στο Safe S∈x. Ήμουν για μπάτσες σαν σκηνοθέτης, καθόμουν και γέλαγα (γέλια).»
Τι σας ενοχλεί και τι σας αρέσει;
«Σαν πολίτη με ενοχλούν πολλά. Σαν καλλιτέχνη με ερεθίζουν αυτά που με ενοχλούν. Κάποιες φορές για παράδειγμα με ερεθίζει να μπω στο μυαλό του “κακού” της ιστορίας, του οποίου η ηθική στάση δεν ταιριάζει με τη δική μου. Γιατί πιστεύω ότι κατά βάθος όλοι έχουμε όλες τις δυνατότητες και όλα ενυπάρχουν μέσα μας.»