Μία από τις ιστορίες που συμβαίνουν μία φορά στο τόσο. Μία νεαρή κοπέλα βρίσκεται μπροστά σε ένα τραγικό γεγόνος: της απώλειας του αγαπημένου της πατέρα.
Εκείνος, από τον δεύτερο γάμο του έχει ένα τριών ετών αγοράκι. Η σύζυγός του έχει φύγει πριν από εκείνον. Και η κόρη του είναι η μόνη που μπορεί να πάρει την πιο βαρυσήμαντη απόφαση…
«Ο σύζυγός μου κι εγώ είχαμε ήδη δύο μικρά κοριτσάκια, όταν αποφασίσαμε ότι θέλουμε κι ένα τρίτο παιδάκι. Έκανα το τεστ εγκυμοσύνης στα 24α γενέθλιά μου.
Είχα ένα προαίσθημα ότι το τρίτο μας παιδί θα ήταν αγοράκι. Βέβαια, όταν εμείς κάνουμε σχέδια ο Θεός γελάει, λέει η παροιμία. Και το αστείο ήταν, ότι έπεσα τελείως έξω και τελικά αποκτήσαμε δύο δίδυμα κοριτσάκια.
Όταν τα διδυμάκια μας ήταν τριών μηνών, έμαθα, πως ο μπαμπάς μου βρισκόταν σε τελικό στάδιο καρκίνου στο πάγκρεας και είχε μόλις λίγο καιρό ζωής.
Η καρδιά μου έγινε χίλια κομμάτια, καθώς δεν θα έβλεπε να μεγαλώνουν τα τέσσερα κοριτσάκια μου κι εκείνα δεν θα είχαν την ευκαιρία να χαρούν τον παππού τους. Η ιδέα ότι δεν θα έβλεπα, επίσης, τον μπαμπά μου να γερνά, ήταν κάτι που δεν φανταζόμουν ποτέ. Οι μπαμπάδες δεν πεθαίνουν στα 50. Ο δικός μου δεν υπέθετα, ότι θα φύγει από τη ζωή προτού γεμίσει ρυτίδες και ασπρίσουν τα μαλλιά του.
Ο κόσμος μου γύρισε εντελώς ανάποδα, όταν λίγους μήνες μετά τη διάγνωση του πατέρα μου, η σύζυγός του πέθανε. Και είχαν μαζί έναν γιο δύο ετών. Ο μπαμπάς μου έδινε την τελική του μάχη με το θηρίο, ενώ είχε άλλο ένα μέτωπο ανοιχτό: τι θα γινόταν το αγοράκι του; Ποιος θα το μεγάλωνε; Τι θα γινόταν; Με ποιος θα έμενε;
Εκείνο το διάστημα εγώ κι ο άντρας μου είχαμε τέσσερα παιδιά από τριών ετών και κάτω. Η ζωή μας περιστρεφόταν φύρω από λίγο ύπνο και ατελείωτες μέρες. Όμως, κάτι μέσα μου με «έτρωγε«,
Προσπάθησα μία ολόκληρη ημέρα να ησυχάσω αυτήν τη φωνή που μου έλεγε να υιοθετήσω το παιδί. «Θα είσαι η μαμά του. Οι κόρες σου θα είναι οι αδελφές του. Ο άντρας σου θα μεγαλώσει ένα αγόρι. Εσύ είσαι η εκλεκτή. Πες το στον μπαμπά σου, τώρα».
Ένιωσα ότι ήταν το πιο τρελό πράγμα που θα έλεγα στον πατέρα μου που αργοπέθαινε. «Λοιπόν, μπαμπά, θέλω να μεγαλώσω το παιδί σου. Σαν δικό μου παιδί».
Η απάντησή του ήταν απίθανη. «Θέλω να τον μεγαλώσεις, αλλά δεν θα σου το ζητούσα ποτέ. Δεν θα ήθελα να σου προσθέσω ένα ακόμη βάρος», μού είπε.
Ήταν σαν να γνώριζαν οι ψυχές μας τι θα συνέβαινε. Τι θα γινόταν αν ο ένας αντιδρούσε; Αν δεν ήταν έτοιμος για μία απόφαση που θα του άλλαζε τη διά παντός τη ζωή;
Είχαμε έναν στενό δεσμό και κανείς από τους δύο δεν ήθελε να τον τραυματίσει στις τελευταίες του μέρες. Όμως, πιστεύω ότι οι φύλακες άγγελοί μας μάς έδωσαν την αυτοπεποίθηση να γίνει πραγματικότητα αυτό που σκεφτόμουν.
Μερικές μέρες μετά τα πάντα είχαν πάρει το δρόμο τους. Είπα στον μπαμπά μου τα ευχάριστα, ότι και νομικά θα μπορούσα να έχω ως δικό μου παιδί τον μικρούλη τπου και τα τελευταία του λόγια ήταν: «Με κάνεις τόσο ευτυχισμένο, παιδί μου. Σε λατρεύω».
Πέθανε 18 ώρες μετά. Είμαι σίγουρη, ότι περίμενε να πάνε όλα κατ’ ευχήν και να φύγει ήσυχος.
Η ζωή με πέντε παιδιά από τριών ετών και κάτω είναι μια τρέλα. Ο μικρός μπήκε σε έναν κόσμο με τέσσερις αδελφές. Αλλά μοιάζει σαν να ήταν πάντα ο αδελφός τους. Ο σύζυγός μου πήρε μία θέση στην εταιρεία του πατέρα μου, μετακομίσαμε σε άλλη πόλη και είμαστε μία πολύ δεμένη οικογένεια.
Δεν κάνουμε σχέδια για άλλο παιδί πλέον. Σίγουρα η ζωή μας είναι χαοτική, αλλά τα πράγματα μας πήγαν καλά και συνεχίζαμε την καθημερινότητά μας.
Μία μέρα ωστόσο είχα ένα ακόμη προαίσθημα. Είχε έρθει από το πουθενά και για πολλούς μήνες το αγνοούσα. Δηλαδή γέμιζα ασυναίσθητα ένα πιάτο παραπάνω ή όταν τα παιδιά μου ζητούσαν νερό έβαζα ένα επιπλέον ποτήρι. Εκανα τεστ εγκυμοσύνης, αλλά ήταν αρνητικά. Προφανώς, αφού δεν προσπαθούσαμε για παιδί.
Τρεις εβδομάδες αργότερα είδα ένα όνειρο. Τα διδυμάκια μου έπαιζαν στο πάτωμα με ένα αγοράκι που είχε καφέ μαλλιά και μάτια. Πήρα τεστ εγκυμοσύνης. Ήταν θετικό. Αποφασίσαμε να μην μάθουμε από την αρχή το φύλο του παιδιού και να περιμένουμε να το μάθουμε στη γέννα. Τη νύχτα μετά τον υπέρηχο είδα άλλο ένα όνειρο.
Με επισκέφθηκε ο μπαμπάς μου αυτή τη φορά. Στεκόταν μέσα σε ένα λευκό δωμάτιο και περπατούσε προς το μέρος μου κρατώντας ένα μωράκι. Ήταν τυλιγμένο με μία γαλάζια κουβερτούλα και μού το έδωσε στα χέρια. Χαμογέλασε και φίλησε το μωρό στο κεφαλάκι του. Τότε ξύπνησα. Θυμόμουν συνεχώς αυτό το όνειρο και το χαμόγελο του μαπμπά μου. Ήξερα ότι το παιδί θα ήταν αγόρι.
Το έκτο παιδί μας ήρθε στον κόσμο. Περιμέναμε να ακούσουμε για μία ακόμη φορά: Είναι κορίτσι. Όμως ήταν ένα υγιέστατο, πανέμορφο αγοράκι. Σοκαρίστηκα.
Ο μπαμπάς μου μας έστειλε ένα δεύτερο γιο. Έστειλε στο παιδί του έναν αδελφούλη. Οι γονείς του από τον ουρανό του έστειλαν έναν αδελφό. Μπορεί να μην ήταν πια στη ζωή, αλλά του έδωσαν το πιο όμορφο δώρο…».