Η συγκλονιστική αφήγηση του ανθρώπου που αντίκρυσε πρώτος την “Lady D”, μέσα στο κατεστραμμένο αυτοκίνητο, στην σήραγγα της γέφυρας Αλμά, στο Παρίσι.
Στις 31 Αυγούστου του 1997, η βρετανική και η παγκόσμια κοινή γνώμη, πάγωσαν στο άκουσμα της είδησης ότι η πριγκίπισσα Νταϊάνα σκοτώθηκε σε αυτοκινητιστικό δυστύχημα στο Παρίσι.
Η Daily Mail αποκαλύπτει ποια ήταν τα τελευταία λόγια της «Lady D», μέσα από την αφήγηση του αξιωματικού της Πυροσβεστικής Χαβιέρ Γκουρμελόν, που έφθασε πρώτος στη σήραγγα στη γέφυρα Αλμά, όπου συγκρούστηκε το αμάξι στο οποίο επέβαινε.
Στο τροχαίο δυστύχημα, έχασαν επίσης τη ζωή τους ο Ντόντι Αλ Φαγιέτ, σύντροφος της πριγκίπισσας, και ο οδηγός της Mercedes S-280 και υπεύθυνος ασφάλειας του ξενοδοχείου Ritz όπου βρισκόταν το ζευγάρι τη μοιραία νύχτα, Ανρί Πολ.
Ο Γκουρμελόν, έφθασε στο σημείο με δύο οχήματα από τον πυροσβεστικό και διασωστικό σταθμό του Μαρλάρ. Όπως αναφέρει το βρετανικό Μέσο, ήδη γνώριζε ότι επρόκειτο για κάτι σοβαρό καθώς είχε ήδη αποσταλεί στη σήραγγα, μία πλήρης ιατρική ομάδα.
Ο πυροσβέστης βλέπει πρώτα τον σωματοφύλακα του Ντόντι Αλ Φαγιέτ, Τρέβορ Ρις Τζόουνς. «Ήταν πολύ ταραγμένος, προσπαθούσε να γυρίσει, μουρμουρίζοντας στα Αγγλικά. Δεν μπορούσα να τον καταλάβω αλλά ανέθεσα μία ομάδα απευθείας σε εκείνον», αναφέρει στην Daily Mail.
Στη συνέχεια αντικρύζει τον γιατρό Μεγιέ, που ήταν εκτός υπηρεσίας αλλά έμπαινε εκείνη την ώρα στη σήραγγα από αντίθετη κατεύθυνση και ο οποίος θυμάται: «Είδα καπνό στο τούνελ και άρχισα να οδηγώ πιο σιγά. Τότε είδα την Mercedes. Ο καπνός έβγαινε από την μηχανή, η οποία ήταν σχεδόν κομμένη στα δύο και η κόρνα χτύπαγε συνεχώς».
«Την είδα να κινείται και να μιλάει»
Σύμφωνα με τον Γκουρμελόν, μπόρεσε να διακρίνει τον γιατρό με ένα ακόμα θύμα. Ήταν η Πριγκίπισσα Νταϊάνα που «κινείται και μιλάει».
Η ομάδα του Γκουρμελόν, μετακινεί τον Ντόντι από το αυτοκίνητο, προσπαθώντας να τον επαναφέρει. «Μόλις βγήκε, έμεινα με την γυναίκα επιβάτη στο αυτοκίνητο», αναφέρει ο πυροσβέστης και συνεχίζει αποκαλύπτοντας τα τελευταία λόγια της Νταϊάνα.
Ο πυροσβέστης περιγράφει πώς ήταν εκείνη τη στιγμή η πριγκίπισσα, λέγοντας: «Εξωτερικά δεν φαινόντουσαν τραύματα στη Νταϊάνα, εκτός από τον ώμο της. Αλλά δεν μπορείς να βασιστείς μόνο σε αυτό που βλέπεις».
Ο Φίλιπ Μπόιερ, συνάδελφός του, της τοποθέτησε ένα κολάρο για τον αυχένα και μία μάσκα οξυγόνου για την αναπνοή. Στη συνέχεια την σκέπασε με μία ισοθερμική κουβέρτα. Η αναπνοή της ήταν φυσιολογική, οι παλμοί της «καλοί και σχετικά δυνατοί». Έμοιαζε ότι θα πάει καλά.
Ο Γκουρμελόν βοήθησε να μπει η Νταϊάνα στο ασθενοφόρο. Μέχρι εκείνη την ώρα, δεν ήξερε ποια είχε μπροστά του, μέχρι που τον ρώτησε ένας αξιωματικός που ήταν στο σημείο. «Με ρώτησε ποια ήταν και τότε, ναι, την αναγνώρισα».
Η πίεση αίματος της πριγκίπισσας άρχισε να πέφτει και χρειαζόταν επείγουσα διακομιδή στο νοσοκομείο όπου έφτασε σε κατάσταση τραυματικού σοκ. Οι γιατροί εξάντλησαν κάθε προμήθεια αδρεναλίνης μέχρι που η Νταϊάνα υπέκυψε στα τραύματά της από εκτεταμένες εσωτερικές βλάβες που προκάλεσαν εσωτερική αιμορραγία.