Στο Μικτό Ορκωτό Δικαστήριο Πειραιά αναβιώνει σήμερα η τραγική υπόθεση του μαρτυρικού θανάτου της 12χρονης Ζενέιντα, που κάηκε ζωντανή στις 23 Σεπτεμβρίου 2011 στις σκάλες του σπιτιού της. Δεκατρία χρόνια μετά, στο εδώλιο του κατηγορουμένου θα βρεθεί ο γείτονας της οικογένειας του άτυχου κοριτσιού, ο οποίος κατηγορείται για μια σειρά βαρύτατων εγκλημάτων. Οι κατηγορίες περιλαμβάνουν ανθρωποκτονία με δόλο σε ήρεμη ψυχική κατάσταση, εμπρησμό από πρόθεση που έθεσε σε κίνδυνο ανθρώπινη ζωή, απόπειρα βιασμού και αποπλάνηση ανηλίκου κάτω των 14 ετών.
Τραγικές φιγούρες στη δίκη είναι οι γονείς της Ζενέιντα, που θα βρεθούν ανάμεσα στους πρώτους μάρτυρες που θα καταθέσουν. Με αξιοθαύμαστη επιμονή και ακατάβλητο θάρρος, όλα αυτά τα χρόνια έδωσαν έναν αδιάκοπο αγώνα για να αποκαλύψουν την αλήθεια και να τιμήσουν τη μνήμη της κόρης τους, διεκδικώντας τη δικαίωσή της.
«Θέλω να πληρώσει για όσα έκανε στην κόρη μου. Αυτός το έκανε και πρέπει να πληρώσει. Δεν ξέρω αν έχω τη δύναμη να τον δω μπροστά μου στο δικαστήριο. Μας κορόιδευε ενώ το παιδί μας χαροπάλευε. Θέλω να τιμωρηθεί γιατί έσβησε για πάντα το χαμόγελο της κόρης μας», λέει στο protothema.gr η μητέρα της Ζενέιντα, λίγο πριν αντικρίσει τον δολοφόνο του παιδιού της.
Το χρονικό του στυγερού εγκλήματος
Στις 23 Σεπτεμβρίου 2011, η 12χρονη Ζενέιντα βρέθηκε με εκτεταμένα εγκαύματα, που κάλυπταν το 80% του σώματός της, στα σκαλιά της πολυκατοικίας όπου διέμενε με την οικογένειά της, τους γονείς και τον μικρότερο αδελφό της. Μεταφέρθηκε άμεσα με ασθενοφόρο του ΕΚΑΒ στο Γενικό Κρατικό Νοσοκομείο Νίκαιας και στη συνέχεια στο Νοσοκομείο Παίδων «Η Αγία Σοφία». Παρά τις προσπάθειες των γιατρών, κατέληξε 13 ημέρες αργότερα.
Αρχικά, ο θάνατός της αποδόθηκε σε αυτοκτονία, καθώς βρέθηκε ένα χειρόγραφο σημείωμα στο σπίτι της. Ωστόσο, οι έρευνες σύντομα εστιάστηκαν στον στενό οικογενειακό κύκλο. Τα στοιχεία έδειχναν ότι κάποιος την είχε περιλούσει με νέφτι και της είχε βάλει φωτιά χρησιμοποιώντας αναπτήρα. Καθοριστικό ρόλο έπαιξαν οι αντιφάσεις που προέκυψαν στις καταθέσεις του παππού της, ο οποίος ήταν ο τελευταίος που την είδε πριν την τραγωδία, καθώς και η μαρτυρία του πατέρα της.
Ως αποτέλεσμα, ασκήθηκε ποινική δίωξη εναντίον του παππού της Ζενέιντα. Ωστόσο, με βούλευμα του Συμβουλίου Πλημμελειοδικών Πειραιά, ο παππούς απαλλάχθηκε από τις κατηγορίες και η υπόθεση αρχειοθετήθηκε ως υπόθεση αγνώστων δραστών.
Η ανάρσυση της υπόθεσης
Η υπόθεση επανήλθε στο προσκήνιο μετά την υποβολή υπομνήματος από τους γονείς της Ζενέιντα, με σκοπό τη συμπληρωματική διερεύνηση των γεγονότων. Η εξέλιξη αυτή προκλήθηκε από τη δημοσιοποίηση, μέσω τηλεοπτικής εκπομπής, της εμπλοκής του γείτονα της οικογένειας σε πρόσφατη υπόθεση βιασμού κατά συρροή της ανήλικης κόρης της συντρόφου του. Για το συγκεκριμένο αδίκημα, ο γείτονας κρίθηκε ένοχος σε πρώτο βαθμό και καταδικάστηκε σε ποινή κάθειρξης 14 ετών. Ως αποτέλεσμα, η δικογραφία βγήκε από το αρχείο και ξεκίνησαν νέες ανακριτικές πράξεις, επικεντρωμένες πλέον στη διερεύνηση της ενδεχόμενης ποινικής του εμπλοκής. Τελικά, ασκήθηκε ποινική δίωξη σε βάρος του.
«Θα κλαις όπως η μητέρα της Ζενέιντα»
Η πρώην σύντροφος του κατηγορούμενου και μητέρα της ανήλικης που υπέστη βιασμό στην πρόσφατη υπόθεση σεξουαλικής κακοποίησης, αναμένεται να καταθέσει ως μάρτυρας κατηγορίας στη δίκη που ξεκινά. Κατά τη διάρκεια της ανάκρισης για την υπόθεση της Ζενέιντα, η γυναίκα φέρεται να αποκάλυψε ότι ο κατηγορούμενος, ενώ βίαζε την κόρη της, την απειλούσε να παραμείνει σιωπηλή. Της έλεγε μάλιστα πως, αν τον κατήγγειλε, θα έκλαιγε κι εκείνη όπως είχε κλάψει η μητέρα της Ζενέιντα.
Ρωτούσε για την πορεία των ερευνών
Στο βούλευμα που τον παραπέμπει αναφέρεται: «Το σπίτι του κατηγορούμενου διέθετε μπαλκόνι με άμεση πρόσβαση στο μπαλκόνι της ανήλικης. Σύμφωνα με μαρτυρίες, είχε παρενοχλήσει το κορίτσι σε πρόσφατο χρονικό διάστημα. Όσον αφορά την παρουσία του στο κλιμακοστάσιο, ο ίδιος αναγνώρισε αμέσως τη Ζενέιντα, όταν αντίκρισε τη καμένη μάζα στην οποία είχε μετατραπεί η ανήλικη, ενώ οι γονείς της κατάφεραν να την αναγνωρίσουν μόνο από τα νύχια και τα σκουλαρίκια που φορούσε.
Ο κατηγορούμενος ισχυριζόταν από την αρχή ότι η 13χρονη έβαλε φωτιά στον εαυτό της, ενώ στην οικογένεια και στους συγγενείς της δήλωνε ότι προσπάθησε να τη σβήσει με τα χέρια του, κάτι που, κατά τα λεγόμενά του, εξηγούσε γιατί τα είχε τυλιγμένα με γάζες. Μετά το τραγικό περιστατικό και κατά τη διάρκεια της νοσηλείας της ανήλικης, ο ίδιος επισκεπτόταν καθημερινά το σπίτι της, ρωτώντας επίμονα αν η παθούσα είχε αποκαλύψει κάτι στην αστυνομία».
«Την αποπλάνησε και της έβαλε φωτιά»
Σύμφωνα με το βούλευμα, ο κατηγορούμενος αποπλάνησε τη Ζενέιντα και επιχείρησε να τη βιάσει. Όταν εκείνη αντιστάθηκε σθεναρά και προσπάθησε να διαφύγει μέσω του κλιμακοστασίου του σπιτιού της, εκείνος την καταδίωξε και, σε μια αποτρόπαιη πράξη, την περιέλουσε με εύφλεκτο υγρό και την έκαψε ζωντανή. Η φρικτή αυτή ενέργεια φαίνεται πως είχε ως στόχο να εξαφανίσει τυχόν ενοχοποιητικά στοιχεία που είχαν μείνει στο σώμα της από την προηγούμενη επίθεσή του. Τα γεγονότα περιγράφουν μια συντονισμένη προσπάθεια του δράστη να εξαναγκάσει την ανήλικη σε γενετήσιες πράξεις, πριν προχωρήσει στο αποτρόπαιο έγκλημα όταν εκείνη αντιστάθηκε και προσπάθησε να ξεφύγει.
Ο κατηγορούμενος, απολογούμενος ενώπιον της ανακρίτριας, αρνήθηκε τις κατηγορίες που του αποδίδονται. Υποστήριξε ότι, σε αντίθεση με όσα είχε προηγουμένως δηλώσει, δεν αναγνώρισε την ανήλικη όταν την είδε καμένη και ισχυρίστηκε ότι τα χέρια του δεν υπέστησαν εγκαύματα, καθώς, σύμφωνα με τον ίδιο, δεν υπήρχε φωτιά. Επιπλέον, ανέφερε πως οι σχέσεις του με την οικογένεια της 12χρονης ήταν καθαρά τυπικές.