Έχοντας πια πάρει σύνταξη, και μετά από πολλά χρόνια εργασίας τα περισσότερα από τα οποία στον τουρισμό, ο Φίλιππος Καμπούρης, είναι από τους λίγους συμπατριώτες μας που έχουν χιλιάδες πραγματικούς φίλους στο εξωτερικό, αρκετοί από τους οποίους εξακολουθούν μετά από δεκαετίες να έρχονται στη Ρόδο.
Γνωρίστηκαν όταν εκείνος άνοιξε το Phillips Bar στην Ιαλυσό και από τότε υπάρχει μεταξύ τους ένα στενό δέσιμο, που βασίζεται σε αγνά αισθήματα και πραγματική φιλία. Δεν είναι τυχαίο ότι τους ξέρει όλους με το όνομά τους…
Από μικρός στο μεροκάματο, και στα βάσανα, δούλεψε σε δύο μεγάλα έργα υποδομής του νησιού μας το εργοστάσιο της ΔΕΗ και το αεροδρόμιο, και σήμερα περνά την ώρα του ψαρεύοντας και γράφοντας ποιήματα.
Δεν εκμεταλλεύτηκε ποτέ τους επισκέπτες μας, τους πρόσφερε ποιοτικά προϊόντα, αλλά πάνω από όλα πρόσφερε τη φιλία του… που διατηρείται για χρόνια. Αυτό είναι ίσως και το μυστικό της πολύχρονης επιτυχίας της επιχείρησής του…
Κύριε Καμπούρη, να ξεκινήσουμε αυτή τη συνέντευξη με λίγα λόγια για εσάς…
Οι γονείς μου ήταν από την Κάλυμνο και ήρθαν στη Ρόδο το 1939. Εγώ γεννήθηκα στην Ιαλυσό αλλά μεγάλωσα στην Παλιά Πόλη, στο ρολόι. Έβγαλα το δημοτικό και έμαθα ηλεκτρολόγος στα 13 μου. Στα 16 μου είχα κιόλας… βοηθούς και μάλιστα μεγαλύτερους από εμένα. Το 1957 έπιασα δουλειά αλλά το 1962 έφυγα στην Αυστραλία και πήγα στο Σύδνεϋ όπου ήταν ο αδερφός μου όμως γύρισα μετά από 9 χρόνια.
Ήταν δύσκολα χρόνια… να φανταστείτε ότι εγώ έβαλα παπούτσια 12 χρονών, όταν με διώξανε από το σχολείο επειδή ήμουν ξυπόλητος. Σε κρεβάτι κοιμήθηκα 17 χρονών όταν μπήκα στο καράβι το «ΠΑΤΡΙΣ» για να πάω στην Αυστραλία…
Από μικρός λοιπόν μάθατε μία τέχνη και ασκήσατε αμέσως το επάγγελμα του ηλεκτρολόγου. Πού εργαστήκατε;
Έκανα εγκαταστάσεις, αλλά το 1973-74 ο γαμπρός μου είχε αγοράσει ταξί, όμως επειδή δεν είχε δίπλωμα το οδηγούσα εγώ που είχα. Το 1974 όμως με το κυπριακό, μέσα σε 2 μέρες άδειασε η Ρόδος από τουρίστες και δουλειά δεν υπήρχε… Εκείνη την εποχή χτιζόταν το εργοστάσιο της ΔΕΗ στη Σορωνή. Ένας γείτονάς μου από την Καβάλα ηλεκτροκολλητής εργαζόταν εκεί και τον ρώτησα αν υπάρχει κάποια δουλειά και για εμένα. Το ίδιο απόγευμα μου απάντησε ότι την επόμενη μέρα πιάνω δουλειά!
Η εταιρεία είχε τον ηλεκτρολόγο της, και εγώ ήμουν βοηθός ηλεκτρολόγος. Αφού κόντευε να τελειώσει η δουλειά ο διευθυντής μας ρώτησε αν μπορούμε να κάνουμε… αυτόματο κοντρόλ. Τελικά καταφέραμε και το κάναμε και από βοηθός που ήμουν έφυγα και είχα εγώ βοηθούς και μάλιστα 12.
Εκεί λοιπόν δείξατε την αξία σας ως ηλεκτρολόγος…
Ακριβώς. Αφού τελείωσε όμως η δουλειά στη ΔΕΗ αναρωτιόμασταν πού να πάμε και πήγαμε στο αεροδρόμιο να δουλέψουμε με ένα φίλο μου. Ζητήσαμε δουλειά και μας είπαν ότι θα μας έδιναν 150 δρχ. τη μέρα. Είπα, είναι λίγα τα χρήματα. Μας είπαν τότε, θα δουλέψετε μία εβδομάδα και αν είστε καλοί στη δουλειά σας. θα πάρετε το μισθό του μάστορα. Έτσι και έγινε. Με τη δουλειά που είδαν μας είπαν ότι, από σήμερα θα παίρνετε 240 δρχ. Ο πύργος ελέγχου, οι πυλώνες φωτισμού και όλα τα υπόλοιπα πέρασαν από τα χέρια μας…
Δουλέψατε λοιπόν σε δύο μεγάλα έργα υποδομής που κατασκευάζονταν τότε στη Ρόδο… Και με τον τουρισμό πώς έγινε και ασχοληθήκατε;
Ένας φίλος μας που ασχολούνταν με τουριστικά είδη χονδρικώς μας έδωσε την ιδέα. Τότε είχαμε αγοράσει εδώ στην περιοχή της Ιξιάς κοντά στην παραλία ένα μικρό σπίτι που παλαιότερα ήταν καφενείο. Μου είπε, δεν ανοίγεις ένα μαγαζί μιας και γίνεται δίπλα σου ένα ξενοδοχείο; «Ελίνα» λεγόταν τότε το ξενοδοχείο. Έκανα τις εργασίες που χρειάζονταν , το άνοιξα και τα έφτιαξα όλα με τα χέρια μου. Μέναμε και εδώ, μπήκε η γυναίκα μου μέσα, αλλά εγώ συνέχισα να δουλεύω ως ηλεκτρολόγος.
Και τι πουλούσε το κατάστημά σας;
Πουλούσαμε κεραμικά, πιάτα, διάφορα σουβενίρ για τους τουρίστες. Περνάει όμως κάποτε κάποιος που πουλούσε ποτά, και μου λέει: «βάλε ένα ράφι με ροδίτικα ποτά γιατί οι τουρίστες τα θέλουν». Έβαλα λοιπόν το ράφι και βρίσκω έναν φίλο μου που έφτιαχνε ποτά. Του είπα ότι ήθελα να βάλω στο μαγαζί ποτά αλλά του είπα και ότι δεν είχα χρήματα. «Μη σε νοιάζει», μου λέει και γεμίζουμε ένα ράφι με λικεράκια, με ούζα και διάφορα ποτά. Οι ξένοι έδειξαν μεγάλο ενδιαφέρον!
Όμως αντί να τα παίρνουν μαζί τους τα έπιναν εδώ και κάθονταν όπου έβρισκαν ακόμα και σε κιβώτια μπύρας και γέμιζε έτσι το μαγαζί. Και κάποιος από αυτούς είπε «εδώ είναι το Phillips bar» και έτσι βγήκε το όνομα του. Μου φέρανε όμως αστυνομία… Και έτσι έβγαλα άδεια για να έχω και ποτά…
Δηλαδή κ. Καμπούρη, το τουριστικό μετατράπηκε σιγά-σιγά σε μπαρ χωρίς να το καταλάβετε…
Ναι τελικά το έκανα μπαρ, το 1977, χωρίς να έχω καμία σχέση με το αντικείμενο αυτό. Εγώ το campari τι ήταν, δεν ήξερα. Φέτος το μπαρ έγινε 45 χρονών, όμως τόσα χρόνια δεν έχω μεθύσει ποτέ. Πριν 7 χρόνια αποχώρησα και το έχει αναλάβει ο γιός μου. Εγώ ασχολούμαι με το ψάρεμα αλλά έρχομαι και βλέπω τους πελάτες μου και αυτοί χαίρονται που με βλέπουν.
Ποιοι ήταν οι καλύτεροι πελάτες σας;
Οι Άγγλοι ήταν οι καλύτεροι πελάτες μας μέχρι και σήμερα. Και έδιναν και πουρμπουάρ… Έχω χιλιάδες τουρίστες φίλους. Μάλιστα δύο φορτηγατζήδες πριν χρόνια στην Αγγλία συναντήθηκαν σε μία μπυραρία, άγνωστοι εντελώς μεταξύ τους και από τη συζήτηση διαπίστωσαν ότι ήταν και οι δύο φίλοι μου. Μου το είπαν οι ίδιοι αργότερα… Ο παλαιότερος πελάτης μου έχει έρθει στη Ρόδο 84 φορές. Και πολλοί άλλοι από 30 και 40 φορές… Τους ήξερα όλους με το όνομά τους. Μάλιστα αρκετοί από αυτούς τιμήθηκαν από τον δήμο Ρόδου.
Γιατί οι άνθρωποι αυτοί σας προτιμούν και εξακολουθούν να έρχονται τόσες φορές μετά από τόσα χρόνια;
Γιατί εμείς ποτέ δε δίνουμε «μπόμπες», έχουμε ποιότητα, καλές υπηρεσίες, αυθεντικά προϊόντα. Και κυρίως δίνουμε τη φιλία μας. Ενδιαφερόμαστε ανθρώπινα για όλους και συζητάμε μαζί τους… Δεν κοιτάμε να τους πάρουμε τα χρήματα.
Σπάνια θα βρει σήμερα κάποιος ξένος ποτό που να είναι γνήσιο. Εξαπατούμε τους ανθρώπους αυτούς. Δυστυχώς… Είναι πολλοί που θέλουν μόνο τα χρήματα και δεν τους ενδιαφέρει η ποιότητα, και είναι και αυτοί που παραπονιούνται και από πάνω.
Μου είπατε ότι πολλοί από τους φίλους σας ήρθαν στους γάμους των παιδιών σας…
Ναι έτσι είναι. Στον γάμο του πρώτου παιδιού ήρθαν 40 άτομα στον δεύτερο γάμο 70 και στον τρίτο 140 κυρίως Άγγλοι αλλά οι περισσότεροι ήρθαν και στους τρεις γάμους. Έχουμε επικοινωνία μαζί τους και τους αγαπάμε όλους. Όλοι οι πελάτες μου με αγαπούν… και εγώ πάντοτε γελάω… έτσι γεννήθηκα, πιάνω εύκολα φιλίες. Τους ψυχολογώ, έχω τους τρόπους μου… όσοι με ξέρουν με σέβονται… οι πελάτες μου έλεγαν ότι… δεν πατούσα στο έδαφος, ήμουν δραστήριος. Να σας πω ότι με καλούν συνέχεια στην Αγγλία, να με φιλοξενήσουν, αλλά δεν πήγα ποτέ.
Πώς ήταν εκείνα τα χρόνια η Ρόδος με τον τουρισμό;
Τότε η Ρόδος ευημερούσε, έβγαζε πολλά χρήματα. Οι τουρίστες τότε είχαν χρήματα, σήμερα είναι και αυτοί στριμωγμένοι. Εμείς σήμερα είμαστε καλύτερα από αυτούς. Λίγοι δίνουν πουρμπουάρ, εκτός από τους Άγγλους που πάντα ήταν καλοί πελάτες και σε αυτό. Του χρόνου όμως θα είναι δύσκολα τα πράγματα, προβλέπω ανεργία σε όλη την Ευρώπη και αυτοί που θα έρθουν θα είναι κυρίως συνταξιούχοι. Οι υπόλοιποι θα πάνε κοντά στα μέρη τους.
Και με τα ποιήματα πώς προέκυψε; Έχετε γράψει πολλά όπως μου είπατε…
Με τα ποιήματα ήταν κάτι ξαφνικό. Ήταν ένα ταλέντο που δεν ήξερα ότι το είχα. Το ανακάλυψα όταν πήρα σύνταξη, στα 65 μου. Κυρίως γράφω ερωτικά ποιήματα αλλά έχω γράψει και για τη Ρόδο. Το αγαπημένο μου… «Ένα θλιμμένο δειλινό»
Ένα θλιμμένο δειλινό ένα ζεστό βραδάκι με φέρανε τα βήματα στο γραφικό Μανδράκι.
Και κάθισα δειλά – δειλά στο ξύλινο παγκάκι και κοίταγα που ψάρευε ένα μικρό παιδάκι
Και πριν φανούν καλά -καλά τα πρώτα τα αστέρια και η πλατεία άδειαζε από τα περιστέρια
Τα ζευγαράκια άρχισαν και αυτά να ανηφορίζουν και ένα ρομαντικό σκοπό να σιγοψιθυρίζουν
Λύγισα δεν κρατήθηκα αφόρητος ο πόνος οι άλλοι να είναι αγκαλιά και εγώ να είμαι μόνος
Μόνος περιπλανήθηκα στα σκοτεινά δρομάκια και χώθηκα σιγά – σιγά μέσα στα μπαξεδάκια
Ανέβηκα τα δυο σκαλιά στο στρογγυλό παρκάκι και άφησα τη σκέψη μου να ξεχαστεί λιγάκι
Τέλειος και μηχανικά άνοιξα το πακέτο και άναψα σιγά -σιγά ένα τσιγάρο σκέτο
Αμόλησα το βλέμμα μου στου ουρανού τα βάθη και είπα στην καρδούλα μου καρδιά τι έχεις πάθει;
Μου βάλανε μουσική σε μερικά, έγιναν τραγούδια, αλλά δεν κυκλοφόρησαν και ούτε θα κυκλοφορήσουν. Τα τραγουδάνε μόνο οι μουσικοί ανεπίσημα. Είναι λαϊκά. Τα τραγουδάω και εγώ μερικές φορές… παίζω και μπουζούκι…
Σήμερα τι γνώμη έχουν οι τουρίστες για τη Ρόδο;
Οι τουρίστες δεν μου κάνουν παράπονα για τη Ρόδο. Αλλά η Ρόδος ήταν ωραία όσο ήταν στα χέρια των Ροδιτών, των ντόπιων. Στη Σωκράτους ήταν ροδίτικα τα μαγαζιά, αλλά τα «χτύπησαν» ξένοι και τώρα τα περισσότερα είναι σε ξένα χέρια. Και κράχτες παντού… ποτέ μα ποτέ ούτε εγώ ούτε τα παιδιά μου είπαμε σε κάποιον να έρθει στο κατάστημα. Μόνο αν μπουν στο μαγαζί μιλάμε μαζί τους. Μόνο κακό έκαναν οι κράχτες στον τουρισμό… Εγώ όταν με ενοχλούν κάπου οι κράχτες, πάω στον απέναντι. Το θεωρώ ζητιανιά… είναι σαν να ζητιανεύεις…