Αφιέρωσε τη ζωή του στον Χριστό
Ο Όσιος Θεόφιλος, ο επονομαζόμενος Μυροβλύτης, υπήρξε μία ξεχωριστή μορφή της Ορθοδοξίας και ένα λαμπρό πνευματικό φως της εποχής του. Γεννήθηκε γύρω στο 1460 στη Ζίχνη της Μακεδονίας, μια περίοδο γεμάτη δυσκολίες για τον Ελληνισμό, αλλά και γεμάτη πνευματική αναζήτηση για την ψυχή του. Η μνήμη του τιμάται κάθε χρόνο από την Εκκλησία μας στις 8 Ιουλίου, ημέρα της ειρηνικής κοιμήσεώς του.
Η παιδική του ηλικία και η πίστη
Από τα πρώτα του χρόνια, ο Θεόφιλος ξεχώριζε για τον ζήλο του στην πνευματική ζωή. Με τη φροντίδα των ευσεβών γονέων του διδάχθηκε την πίστη και την αγάπη για τα ιερά γράμματα. Έμαθε να γράφει με επιμέλεια, καλλιγραφώντας με ευλάβεια ιερά κείμενα, και σύντομα διακρίθηκε για το ήθος και τη σύνεσή του. Αντί να ακολουθήσει τα μονοπάτια των νεανικών απολαύσεων, προτίμησε τη συναναστροφή με ενάρετους γέροντες και την καθημερινή μελέτη των Γραφών.
Ακολουθώντας τον μοναχικό δρόμο, έλαβε το όνομα Θεοδόσιος και αργότερα χειροτονήθηκε ιερέας από τον Επίσκοπο Ρενδίνης, Ακάκιο. Μαζί του ταξίδεψε σε σημαντικά πνευματικά κέντρα της εποχής, όπως η Αλεξάνδρεια, το Σινά και τα Ιεροσόλυμα. Εκεί γνώρισε Πατριάρχες και εξέχοντες εκκλησιαστικούς άνδρες, οι οποίοι αναγνώρισαν την πνευματικότητά του. Παρά την επιρροή και την εκτίμηση που απολάμβανε, παρέμεινε ταπεινός και αφοσιωμένος στο έργο του.
Στην Κωνσταντινούπολη διορίστηκε σε αξιόλογη θέση στο Πατριαρχείο ως Νοτάριος και Έξαρχος της Μεγάλης Εκκλησίας. Παρά την τιμή και τη φήμη που απέκτησε, ο ίδιος επιθυμούσε τη σιωπή και την απομόνωση. Δεν επιδίωκε αξιώματα, αλλά αγιότητα. Έτσι, μετά από χρόνια διακονίας, αποφάσισε να εγκαταλείψει την πρωτεύουσα για να βρει καταφύγιο στο Άγιο Όρος.
Ο ασκητικός του βίος στο Άγιο Όρος
Στο Άγιον Όρος έζησε με ταπείνωση και αυστηρή άσκηση, πρώτα στη μονή Βατοπεδίου και στη συνέχεια στους Ιβήρες, όπου αντέγραψε με ευλάβεια πολλά λειτουργικά βιβλία, με μερικά από τα οποία να σώζονται ακόμη. Αργότερα εγκαταστάθηκε σε κελί κοντά στη μονή Παντοκράτορος, το οποίο ανακαίνισε και αφιέρωσε στη λατρεία του Θεού. Ζούσε με τον αδελφό του Ισαάκ και συνεργαζόταν πνευματικά με τον Ιερομόναχο Σεραφείμ, καλλιεργώντας την προσευχή, την μελέτη και την αρετή.
Όταν του ζητήθηκε να αναλάβει Μητροπολίτης Θεσσαλονίκης, απάντησε με επιστολή ταπεινή, επικαλούμενος την ασθένειά του και την επιθυμία του να ζήσει άγνωστος και απλός. Αυτή η απάντησή του αποκαλύπτει τη βαθειά ταπείνωσή του και την επιδίωξη να αποφύγει τις ανθρώπινες τιμές.
Καθώς τα χρόνια περνούσαν και η σωματική του δύναμη έσβηνε, ο Όσιος προετοίμασε το τέλος του με προσευχή, ευχέλαιο και συγχώρεση. Ζήτησε από τον μαθητή του να μην τον τιμήσουν με εξωτερικές τιμές, αλλά να τον αφήσουν στο δάσος για να μην δοξαστεί από ανθρώπους. Παρέδωσε την ψυχή του ήσυχα το βράδυ της 8ης Ιουλίου 1548 (ή 1558, κατά άλλες πηγές), προσευχόμενος στον Κύριο.