Πέθανε σε ηλικία 76 ετών ο σπουδαίος εικαστικός Κριστιάν Μολτάνσκι.
Ανθρωποκεντρικός καλλιτέχνης, αρχειοθέτης και τεκμηριωτής του ανθρώπινου ίχνους o Μπολτάνσκι γεννήθηκε το 1944 στο Παρίσι, από Εβραίο πατέρα και καθολική μητέρα. Σε ηλικία 12 ετών εγκατέλειψε το σχολείο και άρχισε να ασχολείται με τη ζωγραφική και το σχέδιο. Από το 1967 άρχισε να πειραματίζεται με νέα εκφραστικά μέσα, όπως φωτοτυπίες ανακατεμένες με πρωτότυπα έγγραφα και οικογενειακές φωτογραφίες, με αποτέλεσμα η προσωπική ιστορία του να μετατραπεί σε βασικό θέμα του έργου του.
Στα τέλη της δεκαετίας του ’60 άρχισε να γίνεται γνωστός με την προβολή των πρώτων μικρού μήκους ταινιών του και την έκδοση των πρώτων βιβλίων του. Τη δεκαετία του ’70 η φωτογραφία γίνεται αγαπημένο μέσο έκφρασης για τον ίδιο, που τη χρησιμοποιεί στη δημιουργία έργων διερεύνησης της μνήμης και της συνείδησης. Το 1972 συμμετέχει στην Documenta V και ακολουθούν ατομικές εκθέσεις του σε Ευρώπη, Αμερική και Ιαπωνία.
Το 1987 παρουσιάζει την εγκατάσταση «Αρχεία» στην Documenta VΙΙΙ. Τη δεκαετία του ’90 διερευνά συνολικά τις έννοιες του Παρελθόντος και του Εφήμερου στο έργο του. Το 2011 εκπροσωπεί τη Γαλλία στη Μπιενάλε της Βενετίας με την εγκατάσταση Τύχη, όπου αντιπαραθέτει τον ημερήσιο αριθμό γεννήσεων με τον αντίστοιχο αριθμό θανάτων.
Ο Κριστιάν Μπολτάνσκι, όπως αναφέρει η lifo.gr, ζούσε και εργαζόταν στο Malakoff, ένα προάστιο του Παρισιού, με τη δημιουργία του στραμμένη πάντα στο βλέμμα των ανθρώπων του κόσμου που στοιχειώνει τα έργα του. Αυτό το βλέμμα προασπίζεται το δικαίωμα στην ελευθερία, το οποίο αναλογεί σε κάθε ανθρώπινο ον, ανεξάρτητα από την καταγωγή και το θρήσκευμά του ή την κοινωνική τάξη στην οποία ανήκει.
Αντικατοπτρίζοντας τα σύγχρονα γεγονότα, ο εικαστικός παρουσίασει κάθε φορά αδογμάτιστα έργα για να ερεθίσει τη φαντασία και το συναίσθημα, διαβάζοντας το παρόν και ανατρέχοντας στο παρελθόν, τα ερείπια και τα σημάδια που έχει αφήσει σε επόμενες γενιές.
Στο έργο του επεξεργάζεται το βαθύ τραύμα που προκάλεσε ο πόλεμος και η αίσθηση της τραγωδίας που είναι ενσωματωμένη στην ιστορία, χρησιμοποιώντας μεθόδους, τυπικές για τις ανθρωπιστικές επιστήμες όπως η ανθρωπολογία, η κοινωνιολογία και η αρχειοθέτηση, που δημιουργούν ένα σύστημα μνήμης βασισμένο σε μια σχολαστική συλλογή από ίχνη των χαμένων.
Ο Μπολτάνσκι εμπλέκεται συναισθηματικά στο έργο του και φαντάζεται κάθε μουσείο ή τόπο έκθεσης ως καθεδρικό ναό, , για να σχεδιάσει ένα εντυπωσιακό περιβάλλον μέσα στο οποίο το φως γίνεται υλικό τέχνης. Όλα τα δωμάτια βυθίζονται εντελώς στο ημίφως, φωτισμένα μόνο από μικρές φωτεινές πηγές που τονίζουν την υποβλητική διάσταση του έργου του.
Η μνήμη ως αφηγηματικό στοιχείο έρχεται για να αποκαταστήσει τη μνήμη του κάθε ατόμου του οποίου η ζωή είναι μοναδική και αδιαμφισβήτητη. Με παρούσα την ιδέα ενός αδιάκοπου διαλόγου με την απουσία του ανθρώπου, ο Μπολτάνσκι κατάφερε όσο κανένας άλλος καλλιτέχνης στην εποχή μας να χειριστεί το λεξιλόγιο της μνήμης δίνοντάς του τα ποιητικά χαρακτηριστικά της σύγχρονης και παρούσας τέχνης.
Η Γαλλία τον έχει τίμησε για τελευταία φορά εν ζωή με μια μεγάλη αναδρομική έκθεση στο Κέντρο Ζορζ Πομπιντού στις αρχές του 2020.
Έναν χρόνο μετά τη μεγάλη του έκθεση στο Κέντρο Πομπιντού, στο Παρίσι, ο Κριστιάν Μπολτάνσκι με την τελευταία του δουλειά δημιούργησε μια ζοφερή, ωστόσο ποιητική εικόνα για την κρίση του κορωνοϊού, τον τρόμο και τις απώλειές του. Εμνεύστηκε από τη φρίκη της καθημερινότητας της πανδημίας στον κόσμο. Στην εγκατάστασή του, που παρουσίασε στην γκαλερί Galerie Marian Goodman, έστησε μάζες από λευκά σεντόνια σε καροτσάκια που μοιάζουν με νοσοκομειακά φορεία. Το όνομα της εγκατάστασης «Les Linges» (Τα Ασπρόρουχα) περιγράφει ένα τοπίο συναισθηματικό, στοίβες που ανακαλούν στη μνήμη τους ασθενείς που έχασαν τη μάχη και αυτούς που βγήκαν νικητές, συνδέοντας την απώλεια και τη ζωή, με την αίσθηση της ενόχλησης, της συνειδητοποίησης.
Σημαντικοί σταθμοί της ζωής του
- Γεννήθηκε στο Παρίσι, το 1944, από πατέρα Ρωσοεβραίο, που διασώθηκε από τη ναζιστική θηριωδία χάρη στην καθολική γυναίκα του, που τον έκρυψε με ασφάλεια σε όλη τη διάρκεια της ναζιστικής κατοχής στη Γαλλία.
Άρχισε να ζωγραφίζει το 1958, χωρίς καμία ακαδημαϊκή καλλιτεχνική εκπαίδευση. - Το 1960 το κοινό άρχισε να τον γνωρίζει από κάποιες ταινίες μικρού μήκους.
- Στα τέλη της δεκαετίας του ’60 εγκατέλειψε την ζωγραφική κι άρχισε να χρησιμοποιεί τη φωτογραφία και να πειραματίζεται με τη δημιουργία αντικειμένων από πηλό και άλλα υλικά, ασυνήθιστα, όπως ζάχαρη, η γάζες, που τον οδήγησε σταδιακά στη δημιουργία εγκαταστασεων με μικτά υλικά, χρησιμοποιωντας εκτεταμένα φως και σκιές.
- Εμβληματικά έργα του, η εγκατάσταση Chases School (1986-1987), με κουτιά από κασίτερο και φωτογραφίες Εβραίων μαθητών στη Βιέννη του 1931, ως μια ισχυρή υπενθύμιση της γενοκτονίας των Εβραίων, την ανθρώπινη εμπειρία και το τραύμα αλλά και η τεράστια εγκατάστασή του το 2010, στο Οπλοστάσιο της Park Avenue στη Νέα Υόρκη, με τίτλο «No Man’s Land», χαρακτηριστικό παράδειγμα της τέχνης του Μπολτάνσκι, να δημιουργεί εικαστικά περιβάλλοντα για τις ζωές που έχουν χαθεί ή ξεχαστεί.