Πρόσφατα, συνειδητοποίησα, ότι αρκετό χρόνο είχα περάσει μόνη μου, γι’ αυτό αποφάσισα να πάρω τη ζωή μου στα χέρια μου. Έκλεισα διακοπές σε νησί και πέρασα καταπληκτικά.
Την πρώτη μέρα γνώρισα κάποιον στην παραλία μπροστά από το ξενοδοχείο μας. Τα είπαμε και συναντηθήκαμε για φαγητό. Ήταν, επίσης, χωρισμένος και λίγο μεγαλύτερός μου.
Το τελευταίο βράδυ των διακοπών του πήγαμε βόλτα στην παραλία χέρι-χέρι. Ήξερα, ότι θέλαμε και οι δύο το ίδιο. Το ένα έφερε το άλλο και καταλήξαμε στο δωμάτιό μου.
Το “κρεβάτι” με έκανε να αισθανθώ και πάλι νέα. Πέρασε όλη τη νύχτα μαζί μου, στο κρεβάτι μου. Δεν το είχα κάνει τόσο καιρό και αισθάνθηκα τέλεια. Την επόμενη μέρα ξύπνησα και είχε ήδη φύγει να προλάβει την πτήση του χωρίς να μου αφήσει το τηλέφωνό του.
Πληγώθηκα, αλλά δεν ασχολήθηκα και πολύ μαζί του. Πιο πολύ κόλλησα στο ότι μου είχε λείψει το “κρεβάτι” τόσο καιρό. Αποφάσισα, ότι η ζωή μου έπρεπε να αλλάξει.
Υπάρχει κάποιος, που βλέπω συχνά στο πάρκο, όταν πάω βόλτα το σκυλάκι μου. Πολλές φορές σταματάει και μιλάμε, αλλά την τελευταία φορά, που τον είδα, τον κάλεσα σπίτι μου για ένα ποτάκι.
Είναι παντρεμένος, αλλά δεν φάνηκε να κωλύεται. Μόλις μπήκαμε σπίτι, άφησα το φόρεμά μου να πέσει δείχνοντάς του τί κρύβεται από κάτω.
Δεν το περίμενε, αλλά το θέαμα τον άναψε και τον έκανε να ξεχάσει τις αναστολές του. Με φίλησε και με έριξε στο κρεβάτι. Από τότε κάνουμε τουλάχιστον δύο φορές την εβδομάδα.
Δεν είναι, όμως, μόνο αυτός. Έχω προσθέσει στο πρόγραμμα δύο άντρες ακόμα – όλοι παντρεμένοι. Από κει, που δεν είχα κανέναν, τώρα έχω τρεις.
Η αδελφή μου έχει τρομοκρατηθεί. Αναρωτιέται, γιατί το κάνω. Δεν την αφορά, όμως. Θα κάνω ό, τι θέλω.
Μήπως πρέπει να αισθάνομαι ένοχη και δεν το ξέρω;