Η υγεία των ματιών μας είναι συχνά κάτι που θεωρούμε δεδομένο – μέχρι τη στιγμή που ένα πρόβλημα μάς κάνει να αντιληφθούμε τη σημασία της σωστής λειτουργίας της όρασης. Μια από τις παθήσεις που μπορεί να προκαλέσει σοβαρά προβλήματα στην όραση, ακόμη και μη αναστρέψιμη τύφλωση αν δεν διαγνωστεί και αντιμετωπιστεί εγκαίρως, είναι η ραγοειδίτιδα.
Πρόκειται για μια φλεγμονή στον ραγοειδή χιτώνα του οφθαλμού, που συχνά σχετίζεται με λοιμώξεις ή αυτοάνοσα νοσήματα και μπορεί να επηρεάσει τόσο την καθημερινότητα όσο και τη γενικότερη υγεία του ατόμου. Παρακάτω αναφέρεται τι ακριβώς είναι η ραγοειδίτιδα, ποια είναι τα αίτια και τα συμπτώματά της, πώς γίνεται η διάγνωση και ποια είναι τα πιο αποτελεσματικά μέσα θεραπείας της.
Τι είναι η ραγοειδίτιδα;
Η «σιωπηλή» φλεγμονή του ματιού που μπορεί να οδηγήσει σε τύφλωση αν δεν διαγνωστεί έγκαιρα
Η ραγοειδίτιδα είναι φλεγμονή του ραγοειδούς χιτώνα, μιας ενδοοφθάλμιας στιβάδας που αποτελείται από τρία μέρη: την ίριδα, το ακτινωτό σώμα και τον χοριοειδή χιτώνα. Ο ρόλος του ραγοειδούς είναι ζωτικής σημασίας, καθώς τροφοδοτεί τον αμφιβληστροειδή, συμμετέχει στην προσαρμογή της όρασης και ρυθμίζει την είσοδο φωτός στον οφθαλμό.
Η ραγοειδίτιδα μπορεί να επηρεάσει οποιοδήποτε από αυτά τα τμήματα, προκαλώντας διαφορετικούς τύπους της νόσου – ανάλογα με την εντόπιση της φλεγμονής.
Τα είδη της ραγοειδίτιδας
Η ταξινόμηση της ραγοειδίτιδας γίνεται με βάση το σημείο εντόπισης της φλεγμονής:
- Πρόσθια ραγοειδίτιδα (ιριδοκυκλίτιδα): Επηρεάζει την ίριδα και το ακτινωτό σώμα. Είναι η πιο συχνή μορφή και παρουσιάζεται συχνότερα σε νεαρούς ενήλικες. Συνήθως επηρεάζει τον ένα μόνο οφθαλμό και σχετίζεται με αυτοάνοσα νοσήματα ή είναι ιδιοπαθής.
- Διάμεση ραγοειδίτιδα: Εντοπίζεται στο ακτινωτό και στο υαλοειδές σώμα. Συνήθως εμφανίζεται και στα δύο μάτια και έχει στενή σχέση με νόσους όπως η σκλήρυνση κατά πλάκας και η σαρκοείδωση.
- Οπίσθια ραγοειδίτιδα: Η πιο σπάνια μορφή που επηρεάζει τον χοριοειδή. Συνδέεται συχνά με λοιμώδεις ή αυτοάνοσες παθήσεις και προκαλεί σοβαρότερα προβλήματα στην όραση.
- Πανραγοειδίτιδα: Όταν φλεγμαίνουν όλα τα μέρη του ραγοειδούς χιτώνα. Πρόκειται για μια σπάνια και πολύ σοβαρή μορφή της νόσου.
Τα αίτια της ραγοειδίτιδας
Η ραγοειδίτιδα μπορεί να προκληθεί από πολλά διαφορετικά αίτια, τα οποία χωρίζονται γενικά σε λοιμώδη και μη λοιμώδη (ανοσολογικά).
1. Λοιμώδη αίτια:
- Βακτήρια (π.χ. σύφιλη, φυματίωση, νόσος από γδάρσιμο γάτας – Bartonella)
- Ιοί (π.χ. έρπης ζωστήρας, HIV)
- Μύκητες και παράσιτα (π.χ. τοξοπλάσμωση)
2. Ανοσολογικά/αυτοάνοσα αίτια:
- Αγκυλοποιητική σπονδυλίτιδα
- Ρευματοειδής ή ψωριασική αρθρίτιδα
- Νόσος του Crohn / Ελκώδης κολίτιδα
- Σύνδρομο Reiter
- Σαρκοείδωση
- Συστηματικός ερυθηματώδης λύκος
- Νόσος Αδαμαντιάδη-Behçet
Σε πολλές περιπτώσεις, η αιτία παραμένει αγνώστου αιτιολογίας ακόμη και μετά από εκτεταμένο διαγνωστικό έλεγχο. Σημαντική είναι η συσχέτιση της ραγοειδίτιδας με το HLA-B27, ένα γενετικό δείκτη που συνδέεται με αυξημένο κίνδυνο εμφάνισής της, κυρίως της πρόσθιας μορφής.
Τα συμπτώματα της φλεγμονής
Ποια είναι η κατάλληλη θεραπεία και πότε απαιτείται άμεση παρέμβαση
Τα συμπτώματα εξαρτώνται από το είδος της ραγοειδίτιδας και αν η νόσος είναι οξεία ή χρόνια. Τα πιο κοινά συμπτώματα περιλαμβάνουν:
- Ερυθρότητα του ματιού
- Έντονος οφθαλμικός πόνος
- Φωτοευαισθησία
- Δακρύρροια
- Θολή όραση
- Μυοψίες (μαύρα στίγματα ή “μυγάκια” στο οπτικό πεδίο)
- Σε σοβαρές περιπτώσεις, μπορεί να υπάρχει μόνιμη απώλεια όρασης.
Πώς γίνεται η διάγνωση
Η διάγνωση της ραγοειδίτιδας απαιτεί συνδυασμό κλινικής εξέτασης και ειδικών εργαστηριακών ή απεικονιστικών εξετάσεων, όπως:
- Αναλυτικό οφθαλμολογικό ιστορικό και εξέταση
- Βυθοσκόπηση
- Μέτρηση οπτικής οξύτητας και ενδοφθάλμιας πίεσης
- OCT (Οπτική Τομογραφία Συνοχής)
- Φλουοροαγγειογραφία
- Αιματολογικός και ανοσολογικός έλεγχος
- Καλλιέργεια υδατοειδούς υγρού (σε σοβαρές ή ανεξήγητες περιπτώσεις)
- Ακτινογραφία θώρακος και λεκάνης (σε υποψία συστηματικών παθήσεων)
Οι θεραπείες της ραγοειδίτιδας
Η θεραπευτική παρέμβαση εξαρτάται από τη μορφή, την αιτία και τη βαρύτητα της ραγοειδίτιδας.
Κορτικοστεροειδή:
- Χορηγούνται σε μορφή κολλυρίων (σταγόνες), χαπιών ή ενδοφθάλμιων ενέσεων.
- Η πρόσθια ραγοειδίτιδα συνήθως ανταποκρίνεται πολύ καλά σε κολλύρια κορτιζόνης.
- Αντιβιοτικά / Αντιιικά / Αντιμυκητιασικά φάρμακα:
- Αν υπάρχει αποδεδειγμένη ή ισχυρή υποψία λοίμωξης.
Ανοσοτροποποιητικά φάρμακα:
- Όπως η μυκοφαινολάτη ή οι βιολογικοί παράγοντες (π.χ. ανταλιμουμάμπη – Humira), χρησιμοποιούνται σε αυτοάνοσες αιτίες.
Συνεργασία με ρευματολόγο:
- Σε περιπτώσεις με συστηματικές αυτοάνοσες παθήσεις, η διαχείριση γίνεται σε συνεργασία με ιατρικές