Ω Κύριε και Θεέ μου, την σήμερον στέκομαι καταδικασμένος έμπροσθεν εις το άγιόν σου πρόσωπον, και ομολογώ την αναξιότητα και αδυναμία μου, και την ακαταστασία και μεγάλη πτωχεία μου. Δια τούτο, βρύσις γλυκύτατη, και πέλαγος της ελεημοσύνης, παρακαλώ σε να άνοιξης τους καταρράκτας του ουρανού, και να βρέξης και εις εμέ την καλοσύνη της ευσπλαχνίας σου, δια να ημπορέσω να βγάλω δάκρυα, να κλαύσω και να ξεπλύνω και να λαμπρύνω την ψυχή μου από τας βρωμεράς μου αμαρτίας, με μίαν αληθινή και στερεά μετάνοια.
Εις τούτο βάνω μεσίτη τον Πρόδρομο σου και βαπτιστή Ιωάννη, να σε παρακάλεση να μοί δώσης την χάριν, λέγωντας προς αυτόν. Ω διδάσκαλε της μετανοίας, λύχνε λαμπρότατε του μεγάλου Ηλίου, του δεδοξασμένου Χριστού, δέξαι την έλεεινήν μου παράκλησιν. Ω μεγαλώτατε προφήτα (καθώς αυτός ο Χριστός ο Υιός του Θεού σε ονόμασε εις το Ευαγγέλιο του), όπου έλυσες τα στειρωτικά δεσμά των γονέων σου, όπου φανέρωσες τον Δεσπότη Χριστό εις τον λαό, όπου τον βάπτισες εις τον Ιορδάνη, όπου είδες σχιζομένους τους ουρανούς, όπου ήκουσες την πατρική φωνή, όπου είδες το Πνεύμα το άγιον να καταβη» εις αυτόν ως περιστερά» συ άκουσε το ζήτημα μου και τον πόνο μου, και άψε τον λύχνο της αμαρτωλής μου ψυχής, και φώτισαί με με την χάριν σου διότι εγώ είμαι μολυσμένος με τους κακούς μου και αισχρούς λογισμούς, διότι αφάνισα την πατρική μου κληρονομία, και έγινα όμοιος με τα ανόητα ζώα, και βόσκομαι εις τα γήινα μετ’ εκείνα ο ταλαίπωρος, δίχως να φροντίζω ποτέ μου διά τα ουράνια. Αληθινά, Άγγελε του θεού, γήινε και ουράνιε άνθρωπε, εγώ πέρασα όλους τους ανθρώπους, εις τας ασωτίας και άτυχους πράξεις, και πάντα κυλούμε εις τον βόρβορο και εις την λάσπη της ανομίας, ωσάν χοίρος.
Δίχως άλλο εγώ ο κακορίζικος, το κακόγνωμον γέννημα, δεν πέρασα ουδέ μέρα, ουδέ ώρα, ουδέ στιγμήν εις του Κυρίου το θέλημα, μόνον εις του εχθρού μου τα θελήματα, και συρμένος θεληματικώς μου απ’ αυτόν, ως ο Σαμψών από τους Φιλισταίους, θανατωμένος εις τον τάφο της κακής μου επιθυμίας αλλά παρακαλώ σε, άνάστησαί με με την μεσιτείαν σου από τούτον τον θάνατον, ωσάν όπου παραστέκεσαι εις το ουράνιο Κριτήν και Βασιλέα αιώνιων, κάμνων να με σπλαγχνισθη, ωσάν όπου έχεις πολλή παρρησία και θάρρος εις την άγάπην του.
Εξάπλωσε την χείρα σου, όπου τον βάπτισε, και χάλασε τους κακούς λογισμούς και τας γνώμας μου, και δυνάμωσε με να τελειώσω εις την καλήν οδό του θεού την ζωήν μου και καθώς δίδασκες τον λαό ζώντος σου με την γλώσσα σου, ούτω και τώρα δίδασκε και εμέ με την χάριν σου, και φώτιζε τον νουν μου ακατάπαυστα εις του Κυρίου τα προστάγματα, και απόδιωχνε από λόγου μου όλα της ψυχής τα εναντία, και ελευθέρωσε με από την αιώνιων κόλασιν,
και αξίωσε με εις την βασιλεία όπου χαίρεσαι την ουράνιου, δια ναεπαινώ και ναδοξάζω το όνομα του Κυρίου μου Ιησού Χριστού.
Ω προφήτα και βαπτιστά, γράψον τα λόγια μου γλυπτά μέσα εις την καρδία σου, και τα δικά σου εις την δικήν μου, να τα ενθυμούμαι και να τα φυλάσσω, ώστε να τελειώσω την εξορία μου- και παραστάσου με εις την ώρα του θανάτου μου, να με φύλαξης από τας αμαρτίας μου, και να με φέρης συγχωρημένων εις τον Δεσπότη μου και παρακαλεί ακόμη δι’ όλου τον κόσμο, να δώση εις τούς χριστιανούς, ζωντανούς και αποθαμένους, βοήθεια, και να τούς ανάπαυση από τα πολλά τους βάσανα, και να τούς δίδη ολονών, ως μεγαλοδύναμος, όλα τα χρειαζόμενα, και να τούς αξίωση εις την βασιλεία του. Αμήν.
Δι’ ευχών των αγίων Πατέρων ημών, Κύριε Ιησού Χριστέ ο θεός ημών, ελέησον ημάς. Αμήν.
ΒΙΒΛΙΟΓ. ΕΓΚΟΛΠΙΟΝ ΠΡΟΣΕΥΧΩΝ.
ΕΤΟΣ 1972. ΓΑΒΡΙΗΛ ΑΝ. ΣΤΑΜΑΤΕΛΑΤΟΥ
ΑΓΙΟΡΕΙΤΟΥ ΤΟΥ ΚΕΦΑΛΛΗΝΟΣ