Το υψηλό ποσοστό λόγω συγκεκριμένων τεστ.
Συνεχίζονται οι μελέτες σε διάφορα σημεία του κόσμου για να ερευνηθούν οι τρόποι και κυρίως τα ποσοστά των μολυσμένων από τις υποπαραλλαγές 4 και 5 της Όμικρον παραλλαγής του κορωνοϊού, οι οποίοι μεταδίδουν τον ιό κάποιες ημέρες μετά τη μόλυνσή τους και την εμφάνιση των συμπτωμάτων.
Ερευνητές του Κολλεγίου Imperial του Λονδίνου έκαναν δημοσίευση στο ιατρικό περιοδικό «The Lancet Respiratory Medicine», στην οποία αναφέρουν ότι μελέτησαν με καθημερινά τεστ κορωνοϊού και ερωτηματολόγια 57 ανθρώπους πριν, στη διάρκεια και μετά τη διάγνωση της λοίμωξης Covid-19.
Στα σημαντικότερα αποτελέσματα της μελέτης αυτής διαπιστώθηκε ότι σχεδόν δύο στους τρεις ασθενείς με Covid-19 (το 65%) συνεχίζουν να μεταδίδουν τον ιό πέντε μέρες μετά την έναρξη των συμπτωμάτων τους. Παράλληλα ο ένας στους τέσσερις (24%) τον μεταδίδει επτά μέρες μετά τα αρχικά συμπτώματα, με μειωμένο όμως ιικό φορτίο.
Ενδιαφέρον επίσης, πέρα από τα ποσοστά μεταδόσεων, παρουσιάζει το συμπέρασμα της έρευνα για τα λεγόμενα τεστ πλευρικής ροής ή γρήγορα τεστ αντιγόνου τα οποία αποδείχτηκαν λιγότερο ακριβή κατά τις πρώτες μέρες της λοίμωξης. Τα τεστ αυτά έδιναν ψευδώς αρνητικά αποτελέσματα περίπου στο ένα τρίτο των περιπτώσεων. Τα ίδια τεστ είχαν αρκετά μεγαλύτερη ακρίβεια, που άγγιξε το 92%, στο να ανιχνεύουν αν κάποιος έχει πάψει να είναι μεταδοτικός, στο τέλος της νόσησής του δίνοντάς του τη δυνατότητα να σταματήσει την ατομική του καραντίνα.