Tα λόγια του Μέγα Αντωνίου του συγκλονίζουν την ανθρωπότητα, καθώς προβλέπουν ποιο θα είναι το μέλλον του κόσμου.
Η προφητεία του, μάλιστα, όπως θα σας την παραθέσουμε παρακάτω, αποτελεί «μαχαιριά» στην καρδιά, καθώς οι προβλέψεις του είναι δυσοίωνες.
Η προφητεία του Μέγα Αντωνίου
Είπε ο αββάς Αντώνιος ότι θα ’ρθει εποχή, που οι άνθρωποι θα φέρονται όπως οι παράφρονες. Και όταν θα βλέπουν κάποιον που δεν θα συμπεριφέρεται ως παράφρων, θα τα βάζουν μαζί του και θα του λένε: «Εσύ είσαι τρελός». Επειδή δεν θα είναι όμοιος μ’ αυτούς.
Κάποτε ο αββάς Αντώνιος έλαβε επιστολή από τον βασιλιά Κωνσταντίνο που τον καλούσε να πάει στην Κωνσταντινούπολη.
Σκεφτόταν λοιπόν τι να κάνει και ρωτάει τον αββά Παύλο, τον μαθητή του: «Θα ήταν καλό να πήγαινα;». Εκείνος του λέει:
«Εάν πας, θα λέγεσαι Αντώνιος, αν όμως δεν πας, θα λέγεσαι αββάς Αντώνιος».
Είπε ο αββάς Αντώνιος: «Είναι κάποιοι που έλιωσαν το σώμα τους με την άσκηση, αλλ’ επειδή δεν είχαν διάκριση, βρέθηκαν μακριά από τον Θεό.
Κάποιοι αδελφοί πήγαν στον αββά Αντώνιο να του αναφέρουν τα οράματα που έβλεπαν, και να πληροφορηθούν απ’ αυτόν εάν πρόκειται για αληθινά οράματα ή τα δημιουργούν οι δαίμονες.
«Πύρινη» λαίλαπα η προφητεία του Αγίου Αντωνίου – «Θα έρθει η μέρα που θα φέρονται σαν παράφρονες…»
Αυτοί είχαν ένα γαϊδουράκι που τους ψόφησε στον δρόμο. Μόλις έφθασαν στον Γέροντα, πρόλαβε και τους είπε: «Πώς ψόφησε το γαϊδουράκι στον δρόμο;».
«Πού το ξέρεις, αββά;» τον ρώτησαν. Κι εκείνος τους είπε: «Οι δαίμονες μου το φανέρωσαν».
«Μα κι εμείς- είπαν- γι’ αυτό το θέμα ήρθαμε να σε ρωτήσουμε, γιατί βλέπουμε οράματα και πολλές φορές βγαίνουν αληθινά. Αλλά μην τυχόν πέφτουμε σε πλάνη;».
Και ο Γέροντας παίρνοντας ως παράδειγμα αυτό που συνέβη με τον όνο, τους πληροφόρησε ότι προέρχονται από τους δαίμονες.
Κάποιος κυνηγούσε στην έρημο άγρια ζώα. Και είδε τον αββά Αντώνιο να χαριτολογεί με τους αδελφούς. Θέλοντας ο Γέροντας να τον διδάξει ότι είναι ανάγκη που και που να συγκαταβαίνει κανείς στους αδελφούς, του λέει: «Βάλε ένα βέλος στο τόξο σου και τέντωσέ το». Και το έκανε.
Του λέει: «Τέντωσέ το κι άλλο». Το τέντωσε. «Ακόμη τέντωσέ το» επιμένει. Αλλά ο κυνηγός του είπε: «Εάν το τεντώσω υπερβολικά, θα σπάσει το τόξο». «Αυτό συμβαίνει- αποκρίθηκε ο Γέροντας- και στην εργασία του Θεού. Εάν οι απαιτήσεις μας είναι υπερβολικές προς τους αδελφούς, σύντομα θα σπάσουν. Χρειάζεται πότε-πότε να συγκαταβαίνουμε στους αδελφούς».
Σαν τ’ άκουσε αυτά ο κυνηγός, ήρθε σε κατάνυξη και έφυγε πολύ ωφελημένος από το Γέροντα. Και οι αδελφοί επίσης στηρίχθηκαν και ξεκίνησαν για τον τόπο τους.
Κάποιος αδελφός είπε στον αββά Αντώνιο: «Προσευχήσου για μένα». Και ο Γέροντας του λέει: «Ούτε εγώ σε σπλαχνίζομαι ούτε ο Θεός, εάν εσύ ο ίδιος δεν σπεύσεις με ζήλο να ζητήσεις από τον Θεό».
Είπε επίσης ότι ο Θεός δεν επιτρέπει να ’ρθουν οι μεγάλοι πειρασμοί στη γενιά αυτή όπως στις παλαιότερες, γιατί γνωρίζει ότι είναι αδύναμοι και δεν το αντέχουν.