Σπουδαίο το δίδαγμα σε όλους εμάς τους ελάχιστους και απαρτωλούς, από περιστατικό που συνέβη στην ζωή του Οσίου Παϊσίου,αυτού του ένσαρκου Αγγέλου και της κορωνίδας του Ορθοδόξου Μοναχισμού…
Μια φορά, ενώ ο Oσιος Παίσιος προσευχόνταν στο κελί του πήγαν σ΄αυτόν ο Χριστός και δύο άγγελοι,όπως είχαν κάποτε πάει στον πατριάρχη Αβραάμ και του είπαν: »Χαίρε Παΐσιε,σήμερα πρέπει να μας φιλοξενήσεις!» Ο Παΐσιος τους δέχθηκε με χαρά,δεν ετοίμασε όμως φαγητά όπως ο Αβραάμ,αλλά έφερε νερό για να πλύνει τα πόδια Του.
Και επειδή όταν φιλοξενείς κάποιον δεν υπάρχει πιο σημαντικό πράγμα από το να του πλύνεις τα πόδια,ο Παΐσιος αυτό έκανε.Ο Χριστός του είπε: »Ειρήνη Σοι δούλε Μου»! και έφυγε.
Ο Άγιος Παΐσιος καιόμενος από τη θεϊκή αγάπη έτρεξε και ήπιε το νερό με το οποίο είχε πλύνει τα πόδια του Ιησού και άφησε και λίγο για τον υποτακτικό του ο οποίος έλειπε στην Αίγυπτο.
Ερχόμενος ο υποτακτικός από το ταξίδι και όντας πολύ κουρασμένος του είπε ο όσιος: »Πήγαινε να πιείς νερό από το δοχείο εκείνο για να σβήσεις τη δίψα σου!».
Ο υποτακτικός υπάκουσε αλλά έλεγε από μέσα του: »Εγώ ταξίδεψα μέσα σε αφόρητο καύσωνα και ο γέροντας αντί να με στείλει στην πηγή να πιω νερό δροσερό με στέλνει να πιω νερό βρώμικο και στάσιμο!».
Αυτά σκέφτονταν ο υποτακτικός όταν ο όσιος τον έστειλε για δεύτερη φορά και ενώ είπε ότι θα πάει δεν πήγε. Ο όσιος του το είπε για τρίτη φορά και αυτός δεν υπάκουσε.
Τότε του είπε’ Τώρα θα πάρεις τον μισθό της ανυπακοής σου.
Δηλαδή θα χάσεις τα θεικά δώρα!». Ακούγοντας αυτό ο υποτακτικός στενοχωρήθηκε και έτρεξε αμέσως να πιεί νερό από το δοχείο,αλλά αυτό είχε εξαφανιστεί,και είπε: «Γέροντα,δε βρίσκω το νερό για να το πιω».
-Πως να το βρεις αφού έγινες ανάξιος; Επειδή η ανυπακοή διώχνει τη χάρη από τον ανυπάκουο, όπως η υπακοή φέρνει τη χάρη στον υπάκουο.
-Ποιο ήταν αυτό το μεγάλο δώρο που έχασα και πως εξαφανίστηκε;
-Επειδή έκανες ανυπακοή,ενώ τρεις φορές σου είπα να πιείς από το νερό εκείνο, άγγελος Κυρίου κατέβηκε από τον ουρανό και πήρε το αγιασμένο νερό.
Ακούγοντας αυτό ο υποτακτικός συγκλονίστηκε και έμεινε άφωνος για πολύν ώρα. Ερχόμενος εις εαυτόν,έκλαιγε και θρηνούσε: »Τι έχασα ο άθλιος,τι έχασα! Ο διάβολος δεν μ΄άφησε να το αποκτήσω!».
Αφού έκλαψε πολύ μετάνοιωσε και ζητούσε έλεος.
Ο όσιος του είπε: »Γιέ μου, ο Αδάμ έφυγε από τον παράδεισο για την ανυπακοή του. Επειδή όμως λυπήθηκες πολύ και μετανόησες, σήκω από την πτώση της ανυπακοής, κάνε υπακοή και ζήτα από τον Κύριο συγχώρεση. Ο Κύριος ελεεί όσους μετανοούν πραγματικά και προσεύχονται».