Το βρετανικό πολυτελές υπερωκεάνειο Τιτανικός αποτέλεσε αριστούργημα της ναυπηγικής τέχνης της εποχής του. Στις 15 Απριλίου 1912, κατά τη διάρκεια του παρθενικού του ταξιδιού από το Σαουθάμπτον προς τη Νέα Υόρκη, βυθίστηκε όταν προσέκρουσε σε παγόβουνο. Η τραγωδία στοίχισε τη ζωή σε 1.514 από τους 2.224 επιβαίνοντες, καταγράφοντας ένα από τα πιο πολύνεκρα ναυτικά δυστυχήματα σε καιρό ειρήνης.
Ο Τιτανικός παραμένει αναμφίβολα το πιο διάσημο πλοίο όλων των εποχών. Η μνήμη του εξακολουθεί να ζει έντονα μέσα από δεκάδες βιβλία, εκατοντάδες ταινίες και πολυάριθμες εκθέσεις που εξιστορούν την τραγική του ιστορία.
Η Ναυπήγηση
Η απόφαση για τη ναυπήγηση του Τιτανικού ελήφθη στα μέσα του 1907 από τον Μπρους Ισμέι, πρόεδρο της βρετανικής ναυτιλιακής εταιρείας White Star Line, και τον Αμερικανό τραπεζίτη Τζον Πιερπόντ Μόργκαν (J.P. Morgan), ιδιοκτήτη της μητρικής εταιρείας International Mercantile Marine. Η White Star Line αντιμετώπιζε έντονο ανταγωνισμό από την αμερικανική Cunard Line και τις γερμανικές Hamburg America και Norddeutscher Lloyd, που διέθεταν ταχύτερα επιβατηγά πλοία για υπερατλαντικά ταξίδια.
Ο Ισμέι επέλεξε να ανταγωνιστεί στο μέγεθος και την πολυτέλεια, αντί για την ταχύτητα, προτείνοντας τη ναυπήγηση μιας νέας γενιάς επιβατηγών πλοίων, μεγαλύτερων και πιο πολυτελών από κάθε προηγούμενο. Η κατασκευή του Τιτανικού (RMS Titanic), καθώς και των αδελφών πλοίων Ολυμπιακός (RMS Olympic) και Βρετανικός (RMS Britannic), ανατέθηκε στα φημισμένα ναυπηγεία Harland & Wolff στο Μπέλφαστ της Ιρλανδίας, με τα οποία η White Star Line συνεργαζόταν στενά.
Στις 29 Ιουλίου 1908, τα ναυπηγεία παρουσίασαν τα τελικά σχέδια στους υπεύθυνους της White Star Line, τα οποία εγκρίθηκαν από τον Ισμέι. Δύο ημέρες αργότερα υπογράφηκαν τα συμβόλαια για την κατασκευή των τριών πλοίων. Ο Τιτανικός, που αρχικά έφερε την κωδική ονομασία “Αριθμός 401“, άρχισε να κατασκευάζεται στις 31 Μαρτίου 1909.
Η ναυπήγηση του πλοίου διήρκεσε 26 μήνες, με την καθέλκυσή του να πραγματοποιείται στις 31 Μαΐου 1911. Το μέγεθός του αποτέλεσε τεράστια πρόκληση για τα ναυπηγεία Harland & Wolff, τα οποία χρειάστηκε να επενδύσουν σημαντικά κεφάλαια για την αναβάθμιση του τεχνολογικού τους εξοπλισμού. Εργασίες δύσκολες και επικίνδυνες κόστισαν τη ζωή σε επτά εργάτες, ενώ 246 τραυματίστηκαν, εκ των οποίων οι 28 σοβαρά. Η καθέλκυση του Τιτανικού έγινε στις 12:15 μ.μ., παρουσία του Ισμέι, του Μόργκαν και πλήθους που ξεπερνούσε τις 100.000.
Ο Τιτανικός θεωρήθηκε θαύμα της ναυπηγικής. Με μήκος 269 μέτρα και ύψος 53,3 μέτρα, ήταν ένα πρωτοποριακό πλοίο που ενσωμάτωνε πολλές καινοτομίες: ανελκυστήρες, χαμάμ, γυμναστήριο, πισίνα, ταχυδρομείο, καθώς και εξαιρετική πολυτέλεια. Οι επιβάτες της Α’ θέσης απολάμβαναν υπηρεσίες και γεύματα ανώτερα ακόμη και από τα καλύτερα ξενοδοχεία πέντε αστέρων. Ο σχεδιασμός περιλάμβανε διπλό πυθμένα και 16 στεγανά διαμερίσματα. Τέσσερα από αυτά μπορούσαν να πλημμυρίσουν χωρίς να επηρεάσουν την πλευστότητα του πλοίου, δίνοντας την ψευδαίσθηση ότι ήταν “αβύθιστο”. Ωστόσο, λόγω παρωχημένων κανονισμών, ο αριθμός των σωστικών λέμβων επαρκούσε μόνο για 1.178 από τους συνολικά 2.224 επιβαίνοντες.
Στις 6 το πρωί της Δευτέρας, 2 Απριλίου 1912, ξεκίνησαν οι δοκιμαστικοί πλόες του Τιτανικού, οι οποίοι ολοκληρώθηκαν με επιτυχία σε δύο ημέρες. Το πλοίο ήταν πλέον έτοιμο για το παρθενικό του ταξίδι από το Σαουθάμπτον της Μεγάλης Βρετανίας προς τη Νέα Υόρκη.
Το μοιραίο ταξίδι
Στις 10 Απριλίου 1912, ημέρα Τετάρτη, ο Τιτανικός ετοιμαζόταν για το παρθενικό και τραγικά τελευταίο του ταξίδι. Το πολυτελές υπερωκεάνιο, υπό τη διοίκηση του 62χρονου Άγγλου καπετάνιου Έντουαρντ Σμιθ, του πλέον έμπειρου αρχικαπετάνιου της White Star Line, ήταν επανδρωμένο με πλήρωμα 885 ατόμων και θα μετέφερε 1.339 επιβάτες. Το δρομολόγιο περιλάμβανε δύο ενδιάμεσους σταθμούς πριν φτάσει στον τελικό του προορισμό, το λιμάνι της Νέας Υόρκης, όπου αναμενόταν να φτάσει στις 17 Απριλίου.
Από το πρωί της ίδιας μέρας, οι πρώτοι επιβάτες κατέφθαναν στο λιμάνι του Σαουθάμπτον, πολλοί με ειδικά τρένα από το Λονδίνο. Η επιβίβαση ξεκίνησε με τους επιβάτες της Γ’ θέσης, ανθρώπους που αναζητούσαν το «αμερικανικό όνειρο» και έπρεπε πρώτα να περάσουν υγειονομικό έλεγχο. Ακολούθησαν οι επιβάτες της Α’ και Β’ θέσης, κυρίως εύποροι ταξιδιώτες, που επιβιβάστηκαν λίγο πριν την προγραμματισμένη αναχώρηση.
Στις 12:00 το μεσημέρι, ο Τιτανικός απέπλευσε με προορισμό το Χερβούργο της Γαλλίας, τον πρώτο σταθμό του ταξιδιού του. Λίγο πριν απομακρυνθεί από το Σαουθάμπτον, ένα ατύχημα αποφεύχθηκε στο παρά πέντε, όταν το τεράστιο εκτόπισμά του έσπασε τους κάβους του αγκυροβολημένου πλοίου “City of New York”, το οποίο παραλίγο να συγκρουστεί με τον Τιτανικό.
Με καλές αλλά ψυχρές καιρικές συνθήκες, το πλοίο έφτασε την ίδια ημέρα στο Χερβούργο, όπου επιβιβάστηκαν 274 επιβάτες και αποβιβάστηκαν 24. Στη συνέχεια, κατευθύνθηκε προς την Ιρλανδία, φτάνοντας στο λιμάνι του Κορκ στις 11:30 το πρωί της 11ης Απριλίου. Εκεί, παρέλαβε ακόμη 120 επιβάτες και αποβίβασε επτά, μεταξύ των οποίων και ο ιησουίτης μοναχός και φωτογράφος Φράνσις Μπράουν, ο οποίος άφησε πίσω του πολύτιμες φωτογραφίες από τις στιγμές στο πλοίο.
Μετά την αναχώρηση από το Κορκ, ο Τιτανικός ξεκίνησε για τη Νέα Υόρκη, διασχίζοντας τον Βόρειο Ατλαντικό. Οι πρώτες τρεις ημέρες του ταξιδιού κύλησαν ομαλά, παρά τις προειδοποιήσεις για παγόβουνα στην περιοχή του Νιουφάουντλαντ. Ο καπετάνιος Σμιθ, πεπεισμένος πως τα παγόβουνα δεν αποτελούσαν κίνδυνο για ένα πλοίο του μεγέθους και της τεχνολογίας του Τιτανικού, διατήρησε την ταχύτητα στους 22 κόμβους.
Όμως, στις 11:40 μ.μ. της 14ης Απριλίου, το μοιραίο συνέβη. Το πλοίο προσέκρουσε σε παγόβουνο μόλις 37 δευτερόλεπτα αφότου εντοπίστηκε. Πέντε από τα στεγανά του διαμερίσματα άρχισαν να πλημμυρίζουν, και η πλώρη του πλοίου βυθιζόταν σταδιακά. Το πλήρωμα και οι επιβάτες, απροετοίμαστοι για τέτοια κατάσταση έκτακτης ανάγκης, βρέθηκαν αντιμέτωποι με τον πανικό. Οι σωστικές λέμβοι ήταν λιγοστές, επαρκώντας μόνο για τους μισούς επιβαίνοντες.
Στις 12:45 π.μ., η πρώτη σωστική λέμβος κατέβηκε στη θάλασσα, τηρώντας το πρωτόκολλο «γυναικόπαιδα πρώτα». Στις 2:20 π.μ., ο Τιτανικός βυθίστηκε ολοκληρωτικά, αφού πρώτα έσπασε στα δύο. Όσοι βρίσκονταν ακόμη στο πλοίο ή στα παγωμένα νερά του Βόρειου Ατλαντικού βρήκαν τραγικό θάνατο από υποθερμία ή καρδιακή προσβολή, καθώς η θερμοκρασία του νερού ήταν στους -2°C.
Τα σήματα κινδύνου του Τιτανικού δεν έφεραν άμεσο αποτέλεσμα, καθώς δεν υπήρχαν πλοία στην περιοχή. Στις 4:10 π.μ., το “Καρπάθια” της Cunard Line έφτασε στο σημείο του ναυαγίου και ξεκίνησε τη διάσωση. Μέχρι τις 8:30 π.μ., οι επιβάτες της τελευταίας σωστικής λέμβου είχαν περισυλλεγεί. Το “Καρπάθια“, μεταφέροντας 711 διασωθέντες, έφτασε στη Νέα Υόρκη στις 18 Απριλίου 1912, σφραγίζοντας την τραγωδία ως μία από τις μεγαλύτερες στην ιστορία της ναυσιπλοΐας.