Ότι, εμείς οι Δυτικοί πιστεύουμε για τα μήλα «ότι ένα μήλο την ημέρα το γιατρό τον κάνει πέρα», οι Ασιάτες το αποδίδουν στα Τζίτζιφα..
Η Τζιτζιφιά -Ziziphus jujuba-.θεωρείται δέντρο με καταγωγή την Ασία που έχει εγκλιματιστεί στην Ελλάδα και σε άλλες παραμεσόγειες χώρες, άγνωστο πότε. Κάποτε τις συναντούσε κανείς πολύ συχνά στο λεκανοπέδιο, όπως και τις θεόρατες πιπεριές και τους ευκαλύπτους, και η μυρωδιά που ανέδιδαν σφράγισε την παιδική μας ηλικία. Μετά ήρθαν τα αυτοκίνητα, χρειάστηκε να μεγαλώσουν οι δρόμοι -να πλατύνουν- και τα περισσότερα απ’αυτά τα δέντρα θυσιάστηκαν στο όνομα της ανάπτυξης.
Στη χώρα μας το δέντρο έχει σχεδόν ξεχαστεί, ενώ αλλού στον κόσμο καλλιεργείται για τους καρπούς του. Φτιάχνουν μ’ αυτούς μαρμελάδες, καραμέλες και γλυκά. Τα παιδιά μου δεν έχουν δει ποτέ τζιτζιφιά, πόσο μάλλον να γνωρίζουν τη γεύση της, ή να έχουν ζήσει την περιπέτεια του μαζέματος των καρπών της ανάμεσα στα αγκαθωτά κλαριά της. Είναι δένδρο καρποφόρο, φυλλοβόλο, με δίχρωμα φύλλα σαν της ελιάς που ανθίζει το καλοκαίρι και εκπέμπει ένα ευχάριστο λεπτό άρωμα που διαχέεται σε μεγάλη έκταση.
Καλλιεργείται εντατικά στην Κίνα και αλλού -όπου θεωρείται και τόπος καταγωγής του δέντρου-και ο καρπός της διατίθεται σε πολλές μορφές νωπός ή αποξηραμένος, σαν καραμέλα αλλά και σαν τουρσί!!! Οι καρποί είναι δρύπες, μοιάζουν με τις ελιές όταν είναι άγουροι, σταδιακά γίνονται καφέ όταν ωριμάζουν το φθινόπωρο, και γλυκαίνουν. Μοιάζουν στη γεύση με ώριμο μήλο. Όταν προορίζονται για νωπή κατανάλωση συλλέγονται μόλις ο φλοιός τους αποκτήσει το χαρακτηριστικό σκούρο χρώμα. Εάν προορίζονται για αποξήρανση συλλέγονται υπερώριμοι, αφού συρρικνωθούν επάνω στα δένδρα. Η αποξήρανση τους γίνεται με έκθεση στον ήλιο για όσο διάστημα απαιτείται, και διατηρούνται σε καλή κατάσταση για ένα χρόνο.
Συστατικά: Ο καρπός περιέχει φλαβονοειδή, γλίσχρασμα(1) σαπωνίνες, σάκχαρα,βιταμίνες Α, Β2, και C, ιχνοστοιχεία, ασβέστιο και σίδηρο. Οι σπόροι περιέχουν σαπωνίνες και αιθέρια έλαια. Ο φλοιός της Τζιτζιφιάς περιέχει τανίνες και είναι στυπτικός. Χρησιμοποιείται και στη Δυτική και στην Κινέζικη βοτανολογία. Στην Κίνα η ποικιλία Da Zao χρησιμοποιείται για να τονώσει τη σπλήνα και το στομάχι, στην αντιμετώπιση της δύσπνοιας, σε σοβαρές συναισθηματικές διαταραχές,σε αδυναμία των νεύρων, για να ισορροπήσει την πίεση, σαν σιρόπι για να καλύψει τις γεύσεις των δυσάρεστων βοτάνων, κ.ά. Στην πραγματικότητα, εάν ο καρπός της άγριας τζιτζιφιάς λαμβάνεται σε καθημερινή βάση, βελτιώνει το χρώμα του δέρματος και τον τόνο, δύο σημεία που δηλώνουν την σωματική ευεξία. Η ωφέλειά του γίνεται φανερή αν λαμβάνεται συχνά και προληπτικά.
Μέρη που χρησιμοποιούνται: Κάθε μέρος του φυτού χρησιμοποιείται για μια θεραπεία. Τα φύλλα, οι ρίζες, τα άνθη, και οι καρποί. Τα φύλλα χρησιμοποιούνται για μια σειρά από μολυσματικές ασθένειες, όπως στη θεραπεία των παιδιών που πάσχουν από τυφοειδή πυρετό, ευλογιά, ιλαρά, ανεμοβλογιά, κ.ά, γιατί προκαλούν εφίδρωση και ρίχνουν τον πυρετό. Το αφέψημα των φύλλων σκοτώνει τα παράσιτα και τα σκουλήκια που προκαλούν διάρροια. Ο καρπός εκτός που είναι θρεπτικός, προστατεύει από τις αλλεργίες, είναι μαλακτικός, αναζωογονεί το συκώτι, είναι ήπια καθαρτικός, και καταπραϋντικός.
Μειώνει την υπερβολική εφίδρωση ειδικά τη νυχτερινή. Θεωρείται φρούτο ανοσοδιεγερτικό, θερμαντικό, αντιμυκητιακό, αντιβακτηριακό, αντισπασμωδικό, αντιφλεγμονώδες, ηρεμιστικό, καρδιοτονωτικό και αντιοξειδωτικό. Γίνεται σιρόπι, καραμέλες, ξύδι, κρασί, και τουρσί. Τα αποξηραμένα φρούτα χρησιμοποιούνται για τη θεραπεία της υπερκόπωσης, την απώλεια της όρεξης, στον πονόλαιμο, τη βρογχίτιδα, την αναιμία, και τη διάρροια. Τα τζίτζιφα έχουν την δύναμη να αντιστρέφουν τη διαδικασία της νόσου. Ο φλοιός του δέντρου (μετά από επεξεργασία) είναι τονωτικός και βοηθά στη θεραπεία των εγκαυμάτων, στην αναιμία, τη νεφρίτιδα, τις νευρικές διαταραχές, την αϋπνία και τηναποτοξίνωση.
Το αφέψημα της ρίζας είναι αντιπυρετικό, και εξωτερικά μπορεί να χρησιμοποιηθεί σε πλύσεις ακόμη και των ματιών, σε φλεγμονές, και σε εγκαύματα. Βοηθά στην ανάπτυξη τωνμαλλιών. Προφυλάξεις: τα τζίτζιφα αποφεύγονται σε καταστάσεις όπου υπάρχει κατακράτηση υγρών και αερίων, π.χ κολίτιδας. Ιστορικά στοιχεία
Οι Κινέζοι και οι Κορεάτες χρησιμοποιούν εδώ και χιλιάδες χρόνια τους καρπούς του δέντρου για τα προβλήματα της σπλήνας και του στομάχου. Στην Κινέζικη ιατρική παράδοση θεωρούν πως τα τζίτζιφα τονώνουν το Τσι (την ενέργεια), δυναμώνουν το σώμα, προάγουν την απόκτηση βάρους, βελτιώνουν την αντοχή, και τη φυσική κατάσταση του ατόμου. Υπάρχουν ενδείξεις ότι ενισχύουν το ανοσοποιητικό σύστημα. Οι σπόροι της ποικιλίας Var. Spinoza (suan zao ren) χρησιμοποιούνται μετά από επεξεργασία για το άγχος, τη νευρικότητα και τις αϋπνίες. Στη Δύση η πρώτη γραπτή επιστημονική αναφορά στα Τζίτζιφα γίνεται το 1753 αλλά οι θεραπευτικές ιδιότητες των καρπών ήταν γνωστές πολύ νωρίτερα .Στην Ευρώπη τους χρησιμοποιούσαν για τους ίδιους λόγους, για να ανακουφίσουν τον βήχα, στις παιδικές ασθένειες, για τόνωση και αποτοξίνωση.
Στην Πέρσικη κουζίνα, τα τζίτζιφα εκτιμούνται ιδιαίτερα και κυκλοφορούν σε πολλές μορφές ακόμη και σαν πάστα καυτερή. Στην Ινδία και το Πακιστάν από παράδοση, θεωρούν ότι η καραμέλα είναι ένα καλό μέσο καθαρισμού του αίματος, μια μεγάλη βοήθεια όταν κάποιος είναι ασθενής και αδύναμος, και χρήσιμο τρόφιμο σε οποιαδήποτε δίαιτα. Και οι δύο λαοί χρησιμοποιούν το φυτό σαν τονωτικό, για την ενίσχυση της υγείας και προληπτικά κατά των ιώσεων.
Ο φλοιός της αφρικάνικης ποικιλίας Ziziphus muronata, χρησιμοποιείται για τον βήχα και άλλα προβλήματα του αναπνευστικού. Τα φύλλα και οι ρίζες του φυτού ανακουφίζουν από τους πόνους.
Ένα τσάι από τζίτζιφα λειτουργεί ως αντίδοτο σε πολλά δηλητήρια. Στο σύγχρονο κόσμο που ζούμε που είναι γεμάτος από τοξικά τα περισσότερα από τα οποία παίρνουμε στο σώμα μας μέσα από το δέρμα, αυτός ο καρπός θα μπορούσε να κάνει τις «επισκευές» που χρειαζόμαστε. Σήμερα μπορούμε να παραγγείλουμε τα τζίτζιφα ηλεκτρονικά και να φτάσουν στην πόρτα μας μέσα από το διαδίκτυο. Καλύτερα ακόμη να αγοράσουμε και να καλλιεργήσουμε το δικό μας δέντρο.
Μοιάζει πολύ με την ελιά. Καλλιέργεια – Μεγάλο δέντρο η Τζιτζιφιά, μπορεί να φτάσει σε ύψος και τα 15 μέτρα ανάλογα με την ποικιλία και τις συνθήκες, με πολλά είδη, πάνω από 50 να ευδοκιμούν στις θερμές και εύκρατες χώρες. Η λατινική της ονομασία είναι Ziziphus jujuba και ανήκει στην οικογένεια Ραμνωδών (Rhamnaceae). Άλλα συγγενικά είδη είναι η Indian Jujube,η Z.jujube var. spinosa, η Z. mucronata, η A.spina-christi. Η ποικιλία Ziziphus mauritiana καλλιεργείται συχνότερα σε ξηρές περιοχές σε όλους τους τροπικούς. Έχει μεγάλη ανοχή στα πολύ ξηρά εδάφη και είναι ένα πολύτιμο δέντρο για τους ανθρώπους που ζουν σε τέτοια κλίματα. Ευδοκιμεί σε μεγάλη ποικιλία εδαφών εκτός από τα υγρά και τα πολύ αργιλώδη.
Προτιμά τα γόνιμα και καλά στραγγιζόμενα εδάφη και είναι ανθεκτικό στο ψύχος και την ατμοσφαιρική ρύπανση. Αναπτύσσεται εύκολα, αλλά για να ωριμάσουν οι καρποί του χρειάζεται μακρύ και θερμό καλοκαίρι. Ένα από τα προβλήματα με τα περισσότερα δέντρα που παράγουν φρούτα είναι ότι παράγουν πολλά κιλά μέσα σε μικρό χρονικό διάστημα, που σημαίνει ότι θα πρέπει να επεξεργαστούν και να διατεθούν σύντομα. Αυτό δεν συμβαίνει με τα Τζίτζιφα που μπορούν να μείνουν και να στεγνώσουν επάνω στο δέντρο, και η συλλογή του καρπού να γίνει από το έδαφος. Οι καρποί της Τζιτζιφιάς χρησιμοποιούνται νωποί, ξηροί και κονσερβοποιημένοι. Έχουν μια πληθώρα χρήσεων, μαγειρική και φαρμακευτική.
Αναπαραγωγή: διαδίδεται με σπόρους, με μοσχεύματα ή παραφυάδες που συχνά σχηματίζουν πυκνές συστάδες γύρω από το δέντρο.Οι σπόροι μπορούν να φυτευτούν σε βαθιά επίστρωση το χειμώνα και χρειάζονται ενάμισυ χρόνο περίπου μέχρι να βλαστήσουν. Αν φυτρώσουν νωρίτερα την πρώτη άνοιξη, καλό θα είναι να μείνουν στο σπορείο ακόμη 12 μήνες πριν μεταφυτευτούν στην ύπαιθρο. Η προετοιμασία του εδάφους και η φύτευση των δενδρυλλίων γίνεται όπως και στα άλλα πυρηνόκαρπα.
Τα φυτά μπαίνουν σε μεμονωμένες γλάστρες -αρκετά μεγάλες- για να αναπτυχθούν τουλάχιστον τον πρώτο χειμώνα τους. Τα καλύτερα αποτελέσματα επιτυγχάνονται, όταν η θερμοκρασία είναι σταθερή από 5 – 10 ° C. Τα μοσχεύματα μπορούν να φυτευτούν έξω απευθείας σε μόνιμες θέσεις από τον Νοέμβριο – Ιανουάριο. Δεν χρειάζονται πότισμα παρά μόνο σε πάρα πολύ ξηρές περιοχές, και για μικρό διάστημα. Το δέντρο αντέχει σε ακραίες θερμοκρασίες μέχρι και 50ο C. Για να διακοπεί ο λήθαργος των οφθαλμών το χειμώνα η Τζιτζιφιά έχει μικρές σχετικά ανάγκες σε ψύχος(από 150 έως 400 ώρες σε θερμοκρασία κάτω από 7ο C), ανάλογα με την ποικιλία. Αξιόλογες εμπορικές ποικιλίες θεωρούνται οι κινεζικές Li, Lang, Sui Men, και Mu-Shing-Hong. Μπορούν να καλλιεργηθούν σε ημιορεινές και ορεινές περιοχές, εκεί που άλλες καλλιέργειες δεν ευδοκιμούν και να συμβάλουν στην αύξηση του εισοδήματος των κατοίκων των περιοχών. Ο καρπός είναι στο ίδιο μέγεθος με το κορόμηλο και η γεύση του θυμίζει μήλο και χουρμά (ειδικά όταν ωριμάσει).
Σημειώσεις: τα παραδοσιακά φρούτα έχουν φθάσει εμπορικά στα όριά τους και οι καταναλωτές αναζητούν νέες γεύσεις. Τα τροπικά φρούτα όπως η μπανάνα ή το μάνγκο κ.ά,δεν καλύπτουν πια αυτό το κενό, και οι δενδροκόμοι στην Ευρώπη στρέφονται στους πιο σπάνιους καρπούς από αυτοφυείς θάμνους και τα δέντρα των ορεινών περιοχών. Τα είδη που έχουν τραβήξει την προσοχή τα τελευταία χρόνια, είναι αυτά που μέχρι τώρα υπάγονταν στην κατηγορία των φρούτων μικρότερης σημασίας, αλλά είναι πλούσια σε βιταμίνες και πολύτιμα ιχνοστοιχεία και χαρακτηρίζονται από ιδιάζουσα γεύση και άρωμα.
Τα δένδρα που εξετάζονται γι’αυτό το σκοπό είναι η κρανιά, η κουμαριά και η κουκουναριά που απαντώνται ως αυτοφυή. Η Τζιτζιφιά δεν έχει προσεχθεί μέχρι τώρα, παρά το ότι ευδοκιμεί σε πολλές περιοχές και παράγει καρπούς πολύ πλούσιους σε βιταμίνη C. Στη χώρα μας το Ινστιτούτο Φυλλοβόλων Δένδρων Νάουσας του ΕΘ.Ι.ΑΓ.Ε. δημιούργησε συλλογές επιλεγμένων εγχώριων γενοτύπων, κρανιάς, τζιτζιφιάς και κουμαριάς. Στις συλλογές αυτές συμπεριλαμβάνονται και ορισμένες ξένες ποικιλίες τζιτζιφιάς, που δίνουν καρπούς πολύ μεγάλου μεγέθους και παρουσιάζουν ιδιαίτερο εμπορικό ενδιαφέρον. Στη βάση δεδομένων του Εθνικού Μετσόβιου Πολυτεχνείου διαβάζουμε: Στοιχεία Είδους. Τελευταία Ενημέρωση 01/03/1994 Όνομα Ziziphus lotus Κοινή ονομασία Ζίζιφος ο λωτός Κατάσταση Διατήρησης Ελλάδα Εκλιπόν Ε.Ε. Βιόσφαιρα Μη απειλούμενο
1-Γλίσχρασμα: είναι ουσία η οποία προστατεύει τους βλεννογόνους πολλών συστημάτων του ανθρώπινου οργανισμού από τους ερεθισμούς και τις φλεγμονές. Αποτελείται από μεγαλομόρια σακχάρων τα οποία όταν έρχονται σε επαφή με το νερό παράγουν μια κολλώδη μάζα σαν ζελατίνα. Ασκούν προστατευτική και καταπραϋντική δράση στους βλεννογόνους του πεπτικού, του λαιμού, των πνευμόνων, αλλά και του ουροποιητικού. Χαλαρώνουν την εσωτερική επένδυση του εντέρου προκαλώντας μια λειτουργία ανακλαστική ακόμα και στα νεύρα της σπονδυλικής στήλης.
Στην συνέχεια η χαλάρωση αυτή επεκτείνεται σε συγγενείς περιοχές όπως οι πνεύμονες και το ουροποιητικό, χαρίζοντας αυτήν την διπλή δράση, αφενός του περιορισμού του ερεθισμού και της φλεγμονής στο πεπτικό, αφετέρου της μείωσης της έντασης και του βήχα στο αναπνευστικό. Το Καλαμπόκι (Zea mays), ο Κάλαμος (Acorus calamus) τοΧαμομήλι (Matricaria chamomilla) και η Μολόχα (Malva silvestris) είναι βότανα τα οποία έχουν γλίσχρασμα και είναι γνωστά για τις μαλακτικές τους ιδιότητες.